Ανοικτό παραμένει το χάσμα εκτιμήσεων για τον προϋπολογισμό του 2020, ανάμεσα σε κυβέρνηση και Κομισιόν, λίγο πριν σταλεί επίσημα στις Βρυξέλλες, αύριο, το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού και όλα δείχνουν ότι οι διαβουλεύσεις θα παραταθούν τουλάχιστον ως τη δημοσίευση των φθινοπωρινών προβλέψεων της Κομισιόν, στις αρχές Νοεμβρίου.
Για να καλυφθεί η απόσταση, το υπουργείο Οικονομικών εξαντλεί κάθε περιθώριο για την ενίσχυση των προβλέψεων για τα έσοδα και μετριάζει ορισμένες από τις θετικές παρεμβάσεις, που έχουν ενσωματωθεί στο προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Για παράδειγμα, εστάλη στις Βρυξέλλες πρόβλεψη για εγγραφή πρόσθετων εσόδων μέσα στο 2020, με βάση τη ρύθμιση που έχει προωθηθεί στη Βουλή για την παροχή αδειών διαδικτυακού στοιχήματος και παιγνίων. Με βάση τη νέα ρύθμιση, οι άδειες θα χορηγούνται αυτόματα (χωρίς διαγωνισμό), με τίμημα 3 εκατ. ευρώ για το στοίχημα και 2 εκατ. ευρώ τα άλλα παίγνια.
Επιπλέον, φαίνεται πως οριστικοποιείται η απόφαση να μετριασθεί, από την άποψη της επιβάρυνσης στον προϋπολογισμό, το κίνητρο για επενδύσεις αναβάθμισης ακινήτων. Έτσι, αντί της «δαπανηρής» έκπτωσης φόρου, θα υιοθετηθεί η έκπτωση δαπανών από το φορολογητέο εισόδημα.
Αυτά τα δύο μέτρα και ενδεχομένως ορισμένες πρόσθετες περικοπές δαπανών μειώνουν την απόσταση των δύο πλευρών, αλλά διαφορές παραμένουν και δεν είναι ασήμαντες, παρότι η Κομισιόν έχει δείξει ως τώρα ότι έχει την πολιτική διάθεση να αποφύγει νέα «μπλεξίματα» με την Ελλάδα.
Έλλειμμα αξιοπιστίας
Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι κάποιες διαφορές που μετριούνται σε κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, αλλά εντοπίζεται στη γενικότερα εικόνα του νέου προϋπολογισμού, που δείχνει να έχει έλλειμμα αξιοπιστίας. Κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, την τελευταία ως επίτροπος Οικονομικών, ο Πιερ Μοσκοβισί δεν είναι τυχαίο ότι είχε κατ’ επανάληψη τονίσει πως θα πρέπει ο προϋπολογισμός να είναι αξιόπιστος.
Δύο είναι οι παράμετροι που γεννούν αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του προϋπολογισμού:
- Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη (2,8% το 2020) θεωρείται από την Κομισιόν υπερβολικά τολμηρή. Όπως σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, «σε πραγματικούς όρους, ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2020 προβλέπεται διπλάσιος από εκείνον της Ευρωζώνης (2,8% έναντι 1,4%) και αρκετά υψηλότερος από τις αντίστοιχες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ (2,2%)». Μάλιστα, η κυβέρνηση εκτιμά ότι τα τονωτικά μέτρα που έχει σχεδιάσει θα αυξήσουν το ονομαστικό ΑΕΠ κατά 959 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας το ποσοστό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ από 3,3% σε 3,8%. Οποιεσδήποτε αστοχίες σε αυτές τις προβλέψεις συνεπάγονται επιδείνωση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στα δημοσιονομικά μεγέθη, ενώ η Κομισιόν είναι γενικά πολύ επιφυλακτική με τις προβλέψεις για «άλμα» ανάπτυξης στο 2,8% και εκτιμά ότι, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να συζητηθεί μια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5%. Η γενική κατεύθυνση της Κομισιόν λέει ότι είναι καλύτερα να υιοθετούνται μετριοπαθείς προβλέψεις και να υπάρχουν ευχάριστες εκπλήξεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, παρά να υιοθετούνται υπερβολικά φιλόδοξες προβλέψεις, που ενέχουν τον κίνδυνο διάψευσης και έναρξης δύσκολων συζητήσεων για διορθωτικά μέτρα.
- Τα μέτρα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση σαν δημοσιονομικό αντίβαρο στις ελαφρύνσεις και τα άλλα τονωτικά μέτρα του νέου προϋπολογισμού χαρακτηρίζονται ως χαμηλής αξιοπιστίας. Επί συνόλου τέτοιων μέτρων με προβλεπόμενο αποτέλεσμα 1,68 δισ. ευρώ, μόνο τα 202 εκατ. ευρώ θεωρούνται σχετικά ασφαλή, καθώς προέρχονται από την φορολογία ακίνητης περιουσίας. Αντίθετα, όπως τόνισε και το Γραφείο Προϋπολογισμού, «η μείωση της οροφής δαπανών (500 εκατ.), η επισκόπηση δαπανών (80 εκατ.), εσόδων (134 εκατ.), η βελτίωση αποτελεσματικότητας των φορέων γενικής κυβέρνησης (123 εκατ.) και η προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών (642 εκατ.) έχουν λιγότερο εξασφαλισμένη απόδοση».
Το πρώτο αποτέλεσμα των συζητήσεων με τις Βρυξέλλες, όπου θα φανεί σε ποιο βαθμό έχουν πεισθεί οι τεχνοκράτες της Κομισιόν από τα επιχειρήματα της κυβέρνηση, θα έλθει στις αρχές Νοεμβρίου, όταν ανακοινωθούν οι φθινοπωρινές προβλέψεις. Αν η Κομισιόν δεν έχει αναθεωρήσει σημαντικά την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη και, κατ’ ακολουθία, τις εκτιμήσεις της για το πλεόνασμα του 2020, αυτό θα ερμηνευθεί ως μια πρώτη «κίτρινη κάρτα» στην κυβέρνηση.
Το μεγάλο ζητούμενο, όμως, είναι μην βγει και δεύτερη «κίτρινη κάρτα» στα τέλη Νοεμβρίου, όταν θα δημοσιοποιηθούν οι συστάσεις της Επιτροπής στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου (τακτικοί έλεγχοι στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών), αλλά και η έκθεση των Θεσμών για την τέταρτη αξιολόγηση της μεταμνημονιακής περιόδου (ενισχυμένη επιτήρηση).
«Κίτρινες κάρτες» σε αυτό το επίπεδο θα είχαν υψηλότατο κόστος, αφού θα τεθεί σε αμφιβολία η έγκριση από το Eurogroup Δεκεμβρίου των επόμενων εκταμιεύσεων επιστρεφόμενων κερδών από τις κεντρικές τράπεζες, ύψους 1,2 δισ. ευρώ για το 2020...