Ορατός είναι πλέον ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών «αρρυθμιών» στο διεθνές εμπόριο, απειλώντας ευθέως την εφοδιαστική αλυσίδα, καθώς μέχρι σήμερα, δεν έχει δοθεί λύση στο ζήτημα της εναλλαγής των πληρωμάτων των πλοίων της εμπορικής ναυτιλίας. Σύμφωνα με όσα καταγγέλλουν φορείς όπως ο ILO (International Labor Organization) εκατοντάδες χιλιάδες ναυτικοί έχει χρειαστεί να μείνουν στο πλοίο πέραν του 11-μήνου, που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο με βάση τις διεθνείς συμβάσεις, ενώ σε ορισμένες περιστάσεις το διάστημα αυτό έφτασε ακόμα και τους 15 μήνες προτού καταστεί εφικτή η αποχώρηση μελών του πληρώματος από το πλοίο.
Το συγκεκριμένο θέμα είναι ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα προβλήματα, που έχει προκαλέσει η πανδημία. Περίπου 200.000 μέλη πληρωμάτων, ή σχεδόν το 20% του συνόλου, έχουν εγκλωβιστεί επί μήνες στη θάλασσα, χωρίς να τους επιτρέπεται η επιστροφή στις χώρες τους, λόγω των μέτρων περιορισμού της πανδημίας. Σύμφωνα με τον IMO, οι περιορισμοί των πτήσεων και τα μέτρα κοινωνικής απομόνωσης (καραντίνα) εφαρμόζονται και για τους ναυτικούς, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά προβληματική η αλλαγή των πληρωμάτων.
Σύμφωνα με τον ΙΜΟ, κάθε μήνα περίπου 300.000 ναυτικοί πρέπει να ταξιδεύουν είτε προς το πλοίο, όπου θα απασχοληθούν, είτε από το πλοίο όπου βρίσκονταν επί μήνες, ώστε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Τα περίπου 60.000 εμπορικά πλοία που λειτουργούν ανά πάσα ώρα και στιγμή, απασχολούνται περίπου 1 εκατ. ναυτικοί. Οι αλλαγές των πληρωμάτων είναι επιτακτικές, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα κόπωσης (ο υπ’ αριθμόν 1 παράγοντας πρόκλησης ναυτικών ατυχημάτων και καταστροφών) και ασφαλώς για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των πληρωμάτων.
Κατά κανόνα, η μέση διάρκεια ενός συμβολαίου απασχόλησης σε πλοίο διαρκεί από 4 έως 6 μήνες, ενώ έπεται μια περίοδος άδειας και ξεκούρασης. Στη θάλασσα, οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται για 10-12 ώρες ημερησίως, επτά ημέρες την εβδομάδα, επιτελώντας εργασίες, οι οποίες απαιτούν συνεχή επαγγελματική συγκέντρωση. Ως εκ τούτου, οι ναυτικοί που περνούν μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα πλοίο, είναι περισσότερο επιρρεπείς στην εμφάνιση ψυχολογικών προβλημάτων, όπως ασφαλώς και ζητημάτων υγείας. Ήδη, χιλιάδες αποκλεισμένοι ναυτικοί έχουν αναφέρει θέματα φυσικής εξάντλησης, υπερκόπωσης, άγχους και ψυχολογικής πίεσης.
Είναι λοιπόν σαφές ότι το να δοθεί μια λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα κρίνεται ως ιδιαίτερα επείγον και κρίσιμο ζήτημα, όχι μόνο για τα ίδια τα πληρώματα, όσο και για το παγκόσμιο εμπόριο και την εφοδιαστική αλυσίδα. Τη στιγμή που η πανδημία τείνει να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις με συνεχή ρεκόρ ημερήσιων κρουσμάτων, καθίσταται σαφές ότι στο άμεσο μέλλον, οι δυσκολίες μεταφοράς των πληρωμάτων θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες. Αυτό σημαίνει ότι αρκετά πλοία κινδυνεύουν να κρατηθούν στα λιμάνια, λόγω υποστελέχωσης. Θα κριθούν δηλαδή μη αξιόπλοα από τις αρμόδιες αρχές και δεν θα μπορούν να αποπλεύσουν.
Οι συνέπειες είναι προφανείς. Το παγκόσμιο εμπόριο θα αρχίσει να μην λειτουργεί, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η διεθνής οικονομική ύφεση και να καθυστερήσει η ανάκαμψη. Όπως ανέφεραν τις προηγούμενες ημέρες φορείς όπως το Παγκόσμιο Εμπορικό Επιμελητήριο (International Chamber of Commerce-ICC), ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρχουν πολλοί ναυτικοί να βρεθούν στο στάδιο της υπερκόπωσης, ενώ πολλά πλοία δεν θα μπορούν να ταξιδέψουν. Η εφοδιαστική αλυσίδα βρίσκεται σε κίνδυνο, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’αυτό, τόνισε πρόσφατα ο κ. Γκάι Πλάτεν, γενικός γραμματέας του ICC.
Εργαζόμενοι «πρώτης γραμμής»
Στο πλαίσιο αυτό, την Πέμπτη έγινε ένα πρώτο βήμα, καθώς 12 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, συμφώνησαν να αναγνωρίσουν τους ναυτικούς ως εργαζόμενους «πρώτης γραμμής», ώστε να είναι ευκολότερη η μετακίνησή τους.
Ταυτόχρονα, οι χώρες αυτές συμφώνησαν να ανοίξουν τα σύνορά τους και να αυξήσουν τον αριθμό των αεροπορικών πτήσεων, προκειμένου να διευκολύνουν τις αλλαγές πληρωμάτων στα πλοία της εμπορικής ναυτιλίας. Οι χώρες που προχώρησαν στην σημαντική αυτή πρωτοβουλία είναι η Δανία, η Ελλάδα, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, οι Φιλιππίνες, η Σαουδική Αραβία, η Σιγκαπούρη, η Ινδονησία, οι ΗΠΑ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Μάλιστα, οι εν λόγω χώρες ενθάρρυναν και άλλες να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους, καθώς έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ότι απαιτούνται οι συγκεκριμένες διευκολύνσεις στην μεταφορά των πληρωμάτων.
Αν όμως δεν υπάρξει ανάλογη μέριμνα και από άλλες χώρες, όπως π.χ. η Κίνα, η Ιαπωνία και η Μ. Βρετανία, που αποτελούν σημαντικές ναυτιλιακές δυνάμεις, είναι ξεκάθαρο ότι το πρόβλημα θα συνεχίσει να υφίσταται. Πρόκειται για μέτρα, τα οποία ζητούν επιτακτικά το τελευταίο δίμηνο, τόσοι οι ενώσεις των πλοιοκτητών, όσο και τα διεθνή σωματεία των εργαζομένων στις μεταφορές και την ναυτιλία (ITF, ETF κτλ.), ενώ συνεχείς είναι και οι δημόσιες παρεμβάσεις του ίδιου του ΟΗΕ, μέσω του σχετικού τμήματός του, του Παγκόσμιο Οργανισμού Ναυτιλίας (IMO).