Ένα νέο πλαίσιο προστασίας της α’ κατοικίας των ασθενέστερων, με δυνατότητα παροχής και στεγαστικής επιδότησης στους πλέον ευάλωτους, περιλαμβάνεται στο σχέδιο της κυβέρνησης για το νέο πτωχευτικό δίκαιο. Η νέα «ομπρέλα» προστασίας θα καλύψει μεγάλη μερίδα δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, καθώς τα όρια προστασίας είναι αρκετά γενναιόδωρα, όπως και τα όρια για την αξία της πρώτης κατοικίας.
Ο μηχανισμός για την παροχή της προστασίας της πρώτης κατοικίας έχει καινοτομική, για τα ελληνικά δεδομένα, χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική, στην οποία εμπλέκεται για πρώτη φορά ευθέως το Ελληνικό Δημόσιο: προβλέπεται ότι θα ιδρυθεί ένας νέος δημόσιος φορέας, ο οποίος θα αγοράζει τα σπίτια όσων πτωχεύουν και υπάγονται στις προστατευτικές διατάξεις στην εμπορική τους αξία και αυτό το ποσό θα αποδίδει στους πιστωτές. Ακολούθως, ο οφειλέτης θα πληρώνει ενοίκιο στον φορέα αυτό και θα έχει το δικαίωμα μετά την παρέλευση κάποιου χρόνου να πάρει πίσω την κυριότητα του ακινήτου.
Είναι η πρώτη φορά που οι τράπεζες δεν δυσανασχετούν με ένα σχέδιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, καθώς το νέο σχέδιο της κυβέρνησης αφαιρεί βάρη από το τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες θα λαμβάνουν κάθε φορά ποσό που αντιστοιχεί στην εμπορική αξία της κατοικίας, ενώ τα ακίνητα υπό προστασία δεν θα χρειάζεται να βγαίνουν στην αγορά μέσα από πλειστηριασμούς, δημιουργώντας πίεση στις τιμές των ακινήτων, αφού θα τα διατηρεί στην ιδιοκτησία του ο νέος στεγαστικός φορέας.
Για το δανειολήπτη, η λύση αυτή είναι ασφαλώς λιγότερο επώδυνη και οικονομικά επιζήμια από τη διαδικασία του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του. Θα συνεχίσει να μένει στο σπίτι του και θα πληρώνει ένα σχετικά χαμηλό μίσθωμα σε ένα δημόσιο φορέα, ενώ θα διατηρεί το δικαίωμα να ανακτήσει την ιδιοκτησία του στο μέλλον.
Το μόνο που παραμένει σχετικά ασαφές και θα πρέπει να συζητηθεί εκτενώς με τους Θεσμούς είναι η οικονομική πλευρά αυτής της διευθέτησης. Το σχέδιο της κυβέρνησης προβλέπει ότι το Δημόσιο θα προσφέρει ένα απροσδιόριστο αρχικό κεφάλαιο στο νέο φορέα, ο οποίος στη συνέχεια θα χρηματοδοτείται από την αγορά μέσα από τιτλοποιήσεις των εξασφαλισμένων με ακίνητα απαιτήσεών του από τους οφειλέτες. Η κυβέρνηση καλείται να πείσει τους Θεσμούς ότι τα δημόσια οικονομικά και οι αγορές, που θα πρέπει να απορροφήσουν τις τιτλοποιήσεις, μπορούν να «σηκώσουν» αυτή τη ρύθμιση.
Με το σχέδιο για το νέο Πτωχευτικό Δίκαιο, φυσικά πρόσωπα θα μπορούν να πτωχεύουν και να ρευστοποιείται όλη η περιουσία τους, ώστε να απαλλάσσονται οριστικά από τα βάρη των χρεών τους. Ειδικά, όμως, για την κύρια κατοικία και τους ευάλωτους οφειλέτες προβλέπεται η δυνατότητα να περνούν τα σπίτια τους στην κυριότητα του δημόσιου φορέα που προαναφέρθηκε.
Τα όρια εισοδήματος και αξίας ακινήτου
Ποιοι θα έχουν δικαίωμα να προστατευθούν με αυτό τον τρόπο; Το σχέδιο της κυβέρνησης προβλέπει τριών ειδών κριτήρια:
- Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα δεν πρέπει να υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης προσαυξημένες κατά 70%. Αυτό μεταφράζεται σε αρκετά «ανοικτά» όρια προστασίας. Δηλαδή: Για έναν ενήλικα, το εισοδηματικό όριο τοποθετείται στα 912 ευρώ (σημειώνεται ότι αυτό το ποσό προκύπτει μετά την αφαίρεση των φόρων). Για δύο ενήλικες, το μηνιαίο όριο ανεβαίνει στα 1.540 ευρώ, για έναν ενήλικα με ένα τέκνο στα 1.288 ευρώ, για δύο ενήλικες με ένα τέκνο στα 1.914 ευρώ, για δύο ενήλικες με δύο τέκνα στα 2.290 ευρώ και για δύο ενήλικες με τρία τέκνα στα 2.665 ευρώ.
- Σε ό,τι αφορά τα όρια αξίας της κατοικίας, επίσης είναι σχετικά «άνετα». Ορίζεται ότι η αντικειμενική αξία (και όχι η εμπορική) της πρώτης κατοικίας κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος πτώχευσης δεν υπερβαίνει τα 200.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, με προσαύξηση 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο μέχρι τρία τέκνα. Αυτό σημαίνει ότι η αντικειμενική αξία της κατοικίας μιας οικογένειας με δύο παιδιά δεν πρέπει να ξεπερνά τα 280.000 ευρώ.
- Η τρίτη προϋπόθεση είναι να υπάρχουν κατά το χρόνο της πτώχευσης οφειλές σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών, οι οποίες υπερβαίνουν τουλάχιστον το 50% της αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας.
Ποιοι ορίζονται ως ευάλωτοι
Πέραν αυτής της γενικής κατηγορίας οφειλετών που θα προστατευθούν, προβλέπεται και μια κατηγορία ευάλωτων οφειλετών, στην οποία εντάσσονται όσοι έχουν πολύ χαμηλά εισοδήματα, τα οποία δεν ξεπερνούν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, δηλαδή περίπου 900 ευρώ για ένα ζευγάρι και 1.347 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια.
Σε αυτή την περίπτωση, η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο μέχρι τρία τέκνα. Δηλαδή, η αξία της κατοικίας μιας τετραμελούς οικογένειας δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 200.000 ευρώ.
Το ενοίκιο στο Δημόσιο και η επανάκτηση του ακινήτου
Όσοι επιλέξουν αυτή τη διαδικασία θα πληρώνουν στον κρατικό φορέα ενοίκιο για 12 χρόνια το οποίο θα υπολογίζεται με βάση το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων, αναπροσαρμοσμένο με βάση το επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, που σήμερα είναι μηδενικό.
Μετά τη παρέλευση τριών ετών ο μισθωτής μπορεί να ζητήσει να πάρει δικαίωμα επαναγοράς, κατά τη συμπλήρωση μιας εικοσαετίας και με την πληρωμή μιας τελευταίας δόσης, όπως συμβαίνει με τις συμβάσεις leasing. Με αυτό τον τρόπο, θα ανακτήσει την κυριότητα της κατοικίας του.
Για τους ευάλωτους, προβλέπεται η καταβολή από το Δημόσιο στεγαστικού επιδόματος, το οποίο θα πληρώνεται στο νέο φορέα που θα συσταθεί, ώστε να μειώνεται αντίστοιχα το ενοίκιο που θα πληρώνει ο δικαιούχος.