Καθ΄ οδόν προς τη Βουλή είναι η νομοθετική διάταξη η οποία θα επαναφέρει τη γενναία έκπτωση φόρου έως 16.000 ευρώ, με ελάχιστες προϋποθέσεις, για όσους ανακαινίζουν κατοικίες, κύριες και δευτερεύουσες, ή επαγγελματικούς χώρους.
Μάλιστα, η νέα ρύθμιση θα προβλέπει την ισχύ του ευνοϊκού πλαισίου για δύο χρόνια (για το 2025 και για το 2026) γεγονός που επιτρέπει στους φορολογούμενους να προγραμματίσουν τις εργασίες ανακαίνισης.
Το μέτρο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 2024, αλλά επειδή καθυστέρησε η έκδοση της απόφασης (εκδόθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου) ελάχιστοι έκαναν χρήση.
Στελέχη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εκτιμούν, πως αυτή τη φορά θα δοθεί ο απαραίτητος χρόνος, ώστε να οι ενδιαφερόμενοι να προετοιμαστούν κατάλληλα και να αξιοποιήσουν το μέτρο.
Στόχος του ΥΠΕΘΟ και της ΑΑΔΕ είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής στον χώρο των οικοδομικών επαγγελμάτων, καθώς, όπως σημειώνουν, το όφελος από την έκπτωση του φόρου, είναι υψηλότερο από την έκπτωση που προσφέρει ο επαγγελματίας, όταν δεν εκδοθεί απόδειξη και δεν δεχθεί ηλεκτρονική πληρωμή.
Επιστροφή φόρου σε 5 δόσεις
Σύμφωνα με τη διάταξη, στον φορολογούμενο που θα προβεί σε ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση κτιρίου (κατοικίας ή επαγγελματικού χώρου), θα παρέχεται έκπτωση φόρου εισοδήματος ίση με το 100% των δαπανών (ενεργειακών, λειτουργικών και αισθητικών) που θα πραγματοποιηθούν εντός του 2025 ή το 2026.
Το ποσό της έκπτωσης δεν μπορεί να υπερβεί τα 16.000 ευρώ και κατανέμεται ισόποσα στα επόμενα 5 έτη, δηλαδή από το 2026 έως και το 2030 ή αν η ανακαίνιση γίνει το 2026, ο φόρος θα επιστραφεί από το 2027 έως το 2031.
Για παράδειγμα, αν η ανακαίνιση του κτιρίου κοστίσει έως 16.000 ευρώ, ο ιδιοκτήτης θα λάβει σε επιστροφή φόρου, ολόκληρο το ποσό. Στην περίπτωση που το κόστος είναι υψηλότερο, η επιστροφή φόρου θα περιοριστεί στο ποσό των 16.000 ευρώ και θα κατανεμηθεί στα επόμενα πέντε έτη.
Διευκρινίζεται όμως ότι, αν το ποσό της μείωσης που δικαιούται ο φορολογούμενος για το οικείο φορολογικό έτος είναι μεγαλύτερο από τον φόρο που αναλογεί, το πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται, ούτε συμψηφίζεται με άλλη φορολογική υποχρέωση, ούτε μεταφέρεται προς έκπτωση στον άλλο σύζυγο.
Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ανώτατο συνολικό όριο δαπάνης και η μείωση του φόρου εισοδήματος κατανέμονται αναλογικά με βάση το ποσοστό πλήρους κυριότητας του φυσικού προσώπου που πραγματοποίησε τη δαπάνη.
Οι προϋποθέσεις
Οι προϋποθέσεις για να ληφθεί η επιστροφή φόρου είναι οι ακόλουθες:
- Οι δαπάνες για αμοιβές και υλικά να έχουν εξοφληθεί αποκλειστικά με τη χρήση τραπεζικών μέσων πληρωμής.
- Η απόδειξη πραγματοποίησης των δαπανών αυτών, με νόμιμα παραστατικά (Τιμολόγιο ή στοιχείο λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών), να αναγράψει διακριτά το είδος και η αξία των αγαθών και υπηρεσιών, τα στοιχεία (ονοματεπώνυμο, ΑΦΜ) του προσώπου καθώς και τα στοιχεία του ακινήτου (ΑΤΑΚ), εκτός αν πρόκειται για κοινόχρηστα, για τα οποία αρκεί μόνο η διεύθυνση του ακινήτου.
- Η τμηματική ή εξολοκλήρου εξόφληση των δαπανών, ανεξαρτήτως του ύψους αυτών, να έχει πραγματοποιηθεί, εντός του οικείου φορολογικού έτους.
- Το κόστος των υλικών να μην υπερβαίνει το 1/3 της συνολικής δαπάνης.
- Τα παραστατικά (οι αποδείξεις) πρέπει να έχουν διαβιβασθεί στην ΑΑΔΕ.
- Το μέρος των δαπανών για την αγορά αγαθών και τη λήψη υπηρεσιών που δεν εξοφλείται με τους ως άνω τρόπους δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση.