Το διυλιστήριο της ρωσικής εταιρείας Rosneft στη Ριαζάν, ένα από τα μεγαλύτερα στη Ρωσία, ανέστειλε την επεξεργασία αργού πετρελαίου μετά από επίθεση ουκρανικών drones στις 15 Νοεμβρίου, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters από τρεις πηγές του κλάδου.
Όπως ανέφερε μία από τις πηγές, «η μονάδα αναμένεται να παραμείνει ανενεργή έως το τέλος του μήνα. Δεν προγραμματίζονται φορτώσεις προϊόντων πετρελαίου πριν από την 1η Δεκεμβρίου».
Ο κυβερνήτης της περιοχής Ριαζάν, Πάβελ Μάλκοφ, δήλωσε μέσω Telegram ότι «θραύσματα από ένα άγνωστο μη επανδρωμένο αεροσκάφος προκάλεσαν πυρκαγιά σε μια από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις», χωρίς να κατονομάσει συγκεκριμένα το διυλιστήριο.
Η Ουκρανία έχει εντείνει τις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη εντός της Ρωσίας, στοχεύοντας διυλιστήρια, αποθήκες καυσίμων και αγωγούς. Μέσα στο 2024, τουλάχιστον 17 μεγάλα διυλιστήρια έχουν πληγεί από ουκρανικά drones.
Παρά τις επιθέσεις, η επεξεργασία πετρελαίου στη Ρωσία έχει μειωθεί μόλις κατά 3% φέτος, καθώς τα διυλιστήρια αξιοποίησαν πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για να περιορίσουν τις απώλειες στην παραγωγή καυσίμων.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η πυρκαγιά οδήγησε στη διακοπή λειτουργίας της κύριας μονάδας απόσταξης αργού πετρελαίου του διυλιστηρίου της Ριαζάν, με ετήσια δυναμικότητα άνω των 8 εκατ. μετρικών τόνων, που αντιστοιχεί στο 48% της συνολικής δυναμικότητας της εγκατάστασης.
Η Rosneft δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό.
Πρόσφατα, μια άλλη μονάδα απόσταξης αργού πετρελαίου είχε τεθεί εκτός λειτουργίας λόγω επίθεσης drones, με αποτέλεσμα να χαθεί το 26% της δυναμικότητας του διυλιστηρίου. Οι επισκευές δεν έχουν ολοκληρωθεί και οι υπόλοιπες μονάδες παραμένουν ανενεργές, χωρίς να είναι σαφές αν αυτό σχετίζεται με τις επιθέσεις.
Επιπλέον, το διυλιστήριο της Ριαζάν ανέστειλε τις πωλήσεις πετρελαϊκών προϊόντων στο Διεθνές Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων της Αγίας Πετρούπολης από τις 15 Νοεμβρίου, όπως δείχνουν τα στοιχεία του χρηματιστηρίου.
Οι πηγές του κλάδου σημειώνουν ότι το διυλιστήριο επεξεργάστηκε 13,1 εκατ. τόνους αργού πετρελαίου το 2024, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 4,9% της συνολικής διύλισης της Ρωσίας. Η παραγωγή του περιλάμβανε 2,2 εκατ. τόνους βενζίνης, 3,4 εκατ. τόνους ντίζελ και 4,3 εκατ. τόνους πετρελαίου καύσης.