Για υπερβολικά μεγάλο αριθμό ΑΠΕ που μπαίνουν στο σύστημα προειδοποιούν οι παραγωγοί ενέργειας, οι οποίοι μιλούν για επενδυτικούς κινδύνους, ειδικά στα φωτοβολταϊκά, καθώς η προσφορά ρεύματος στη χώρα συχνά ξεπερνάει κατά πολύ τη ζήτηση.
Αν και η αύξηση των ΑΠΕ και η αυξημένη παραγωγή τους θεωρείται πως αποτελεί λύση στις υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνει ο καταναλωτής, ο κορεσμός στα πράσινα έργα παρουσιάζει μια άλλη αρνητική εικόνα για τους επενδυτές και τους παραγωγούς.
Ο μεγάλος αριθμός των έργων, ειδικά το μεσημέρι όταν έχουν τη μέγιστη απόδοσή τους τα φωτοβολταϊκά, παράγει περίσσεια ενέργεια που δημιουργεί πτωτική πίεση στις τιμές. Έτσι ωθούνται ακόμα και σε αρνητικό επίπεδο, κάτι που σημαίνει ότι τα έσοδα του παραγωγού μηδενίζονται, σε μια τάση που όχι μόνο θα συνεχιστεί, αλλά ίσως θα επιδεινωθεί.
Σε παρουσίαση του σε συνέδριο του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (IENE) χθες, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ), Στυλιανός Λουμάκης, ανέφερε ότι η εισαγωγή της αποθήκευσης ενέργειας θα συμβάλει μόνο εν μέρει στη λύση του προβλήματος.
«Διαμορφώνονται συνθήκες συστημικής παραγωγικής υπερδυναμικότητας ως προς την τελική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε ετήσια βάση. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να θεραπευτεί από την αποθήκευση ή τα δίκτυα», τόνισε ο ίδιος.
«Σε κάθε περίπτωση η ανάσχεση του υπερβολικού επενδυτικού ενδιαφέροντος στα φωτοβολταϊκά και εν γένει τις ΑΠΕ, περιλαμβανομένων των προγραμμάτων αυτοπαραγωγής, είναι ο μόνος τρόπος για τη συγκράτηση οδυνηρών για τις επενδύσεις ανισορροπιών. Προγράμματα αυτοπαραγωγής χωρίς καν συνολικό όριο ποσόστωσης εγκυμονούν μακροχρόνιες και μη αναστρέψιμες συνέπειες στα ίδια καθώς συνολικά στις επενδύσεις ΑΠΕ», υπογράμμισε ο ίδιος.
Οι απόψεις του συνδέσμου σχετικά με τη μελλοντική ανάπτυξη των έργων διαφέρουν σημαντικά με αυτές του υπουργείου Ενέργειας.
Στον ΣΠΕΦ εκτιμούν ότι η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών τα επόμενα χρόνια θα ξεπεράσει κατά πολύ τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, λόγω του ρυθμού με τον οποίο μπαίνουν νέα έργα στο δίκτυο
Συγκεκριμένα, ο ΣΠΕΦ προβλέπει ότι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών θα αυξηθεί από τα 11 GW το 2025 στα 19 GW το 2030, ενώ το σχέδιο του υπουργείου (ΕΣΕΚ) εκτιμά ότι ο αριθμός θα φτάσει τα 13,5 GW το 2030 από τα 8,5 GW το 2025.
Οι τιμές
Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζουν στοιχεία που παρουσιάστηκαν για το πραγματικό κόστος της ενέργειας, το πόσο που πληρώνει τελικά ο καταναλωτής και το κέρδος του προμηθευτή.
Το μέσο κόστος για τον καταναλωτή από αιολικά και επαγγελματικά φωτοβολταϊκά διαμορφώνεται περίπου στα 9,7 λεπτά/KWh, ενώ προσθέτοντας και τα μικρά υδροηλεκτρικά καθώς και τις υπόλοιπες τεχνολογίες, όπως η βιομάζα και το βιοαέριο, το μέσο κόστος για τον καταναλωτή προσεγγίζει τα 10,7 λεπτά/kWh.
Την ίδια στιγμή, όμως, ο καταναλωτής για ρεύμα πληρώνει 15 λεπτά/kWh συν 1,2 λεπτά/kWh για το ΕΤΜΕΑΡ.
Κατά συνέπεια, αυτά τα 17,4 λεπτά ανά κιλοβατώρα που πληρώνει ο καταναλωτής για το ρεύμα των ΑΠΕ, όταν το κόστος είναι μόνο περί τα 10,7 λεπτά, αποτελούν κέρδος στην προμήθεια, ενώ την ίδια ώρα ο ΕΛΑΠΕ έχει στρεβλό έλλειμμα.
«Αιτία οι πολύ χαμηλές, κάτω του κόστους, χονδρεμπορικές τιμές που διαμορφώνονται την ώρα κορύφωσης των ΑΠΕ και στις οποίες αγοράζουν οι Προμηθευτές την ενέργειά τους. Οι πολύ χαμηλές αυτές τιμές ζημιώνουν τoν ΕΛΑΠΕ και καλείται το ΕΤΜΕΑΡ να καλύψει τη διαφορά. Με τον τρόπο αυτό οι ΑΠΕ επιδοτούν συστηματικά την προμήθεια», προσθέτει ο κ. Λουμάκης.