Απροσδόκητη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας σημειώθηκε το τέταρτο τρίμηνο του 2019, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει χαμηλότερα από τις προβλέψεις ο ετήσιος ρυθμός. Ειδικότερα, η ανάπτυξη έπεσε στο 1,9% για τον προηγούμενο χρόνο, ενώ η τελευταία πρόβλεψη της Κομισιόν (χειμερινές προβλέψεις) έκανε λόγο για 2,2%.
Ο χαμηλότερος από το αναμενόμενο ρυθμός ανάπτυξης του προηγούμενου έτους κάνει πλέον αδύνατη την επιτάχυνση στο 2,8% φέτος, την οποία προέβλεπε ο προϋπολογισμός. Σε κάθε περίπτωση, για την ανάπτυξη φέτος διατυπώνονται πολύ δυσμενέστερα σενάρια, λόγω των παρενεργειών της επιδημίας του κοροναϊού, με το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο να εκτιμά πριν από λίγες ημέρες ότι, στο χειρότερο σενάριο, ο ρυθμός μπορεί να διαμορφωθεί περίπου σε 1,9%.
Σύμφωνα με την εκτίμηση που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ και η οποία υπόκειται σε αναθεώρηση αργότερα, το ΑΕΠ το 2019 σε όρους όγκου ανήλθε σε 194,4 δισ. ευρώ έναντι 190,8 δισ. ευρώ το 2018 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1,9%.
Οι μέτριες επιδόσεις της οικονομίας το τελευταίο τρίμηνο του έτους ήταν ο καταλυτικός παράγοντας που οδήγησε σε ρυθμό κάτω από τις αρχικές προβλέψεις. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ παρουσίασε μείωση κατά 0,7%, σε σχέση με το 3ο τρίμηνο 2019, ενώ σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο 2018 παρουσίασε αύξηση κατά 1,0%.
Όπως φαίνεται από τα επιμέρους στοιχεία, η αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης ήταν «αναιμική», ενώ μειωμένες ήταν οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Ειδικότερα:
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 0,4% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2019.
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 6,7% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2019.
- Μείωση κατά 3,5% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2019 παρουσίασαν οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 4,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 5,0%.
- Μείωση κατά 5,0% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2019 παρουσίασαν οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 6,3%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 0,9%.
Στη διαμόρφωση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης στο 1,9% σημαντική συμβολή είχαν οι εξαγωγές και η αυξημένη κατανάλωση της κυβέρνησης (λόγω και των εκλογών), ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις και η κατανάλωση των νοικοκυριών κινήθηκαν υποτονικά, με ρυθμούς κάτω από 1%. Ειδικότερα, στην ανάπτυξη συνέβαλαν:
- Η αύξηση της τελικής καταναλωτικής δαπάνης κατά 1,1% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 0,8% και της γενικής κυβέρνησης 2,1%).
- Η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου) κατά 0,7%.
- Η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 4,8% και η αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 2,5%.
Οι προβλέψεις για το δύσκολο 2020
Η επιδημία του κοροναϊού ανατρέπει ήδη όλες τις προσδοκίες για επιτάχυνση της ανάπτυξης φέτος. Σύμφωνα με το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, με βάση δύο πολύ δυσμενή σενάρια, μπορεί να υπάρξει μείωση στην εκτιμώμενη μεγέθυνση για το 2020 κατά 0,3 και 0,7 ποσοστιαίες μονάδες. Δηλαδή η εκτίμηση για το κεντρικό σενάριο του υποδείγματος μεσοπρόθεσμων μακροοικονομικών προβλέψεων για την πραγματική αύξηση του ΑΕΠ από 2,54% (σενάριο βάσης) μειώνεται σε 2,21% (σενάριο 1) και 1,88% (σενάριο 2).
Ωστόσο, όπως προειδοποίησε το Συμβούλιο, σε περίπτωση που η επιδημία πάρει διαστάσεις θα προκληθεί «δομική αλλαγή» στο υπόδειγμα η οποία προς το παρόν είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Επίσης η «κρίση» μπορεί να πλήξει, επιπλέον, ενδογενώς την ελληνική οικονομία βάσει τουλάχιστον δύο διαύλων: α) επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών λόγω μείωσης των τουριστικών εισπράξεων, μείωσης των εισπράξεων από θαλάσσιες και χερσαίες μεταφορές κλπ και β) λόγω αρνητικής επίπτωσης στην ιδιωτική κατανάλωση (κλάδος εστίασης, διασκέδαση και ψυχαγωγία, οικοδομή κλπ).
Με βάση αυτές τις αρνητικές εκτιμήσεις φαίνεται ότι απομακρυνόμαστε, πιθανώς σημαντικά, από τον στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% το 2020, τόνισε το Συμβούλιο, γεγονός που θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αναζητηθούν «μαξιλάρια» για τον προϋπολογισμό για τυχόν έκτακτες δαπάνες (πχ στο τομέα της υγείας), όπως πιθανώς αξιοποίηση μέρους των ταμειακών αποθεμάτων ασφαλείας (cash buffers), αλλά και έγκαιρη συνεννόηση με τους θεσμούς για συμφωνία ρήτρας διαφυγής (escape clause), ώστε μία ελεγχόμενη απόκλιση από το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ να μην οδηγήσει σε περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα τα οποία θα επιδεινώσουν περαιτέρω την μακροοικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και θα ανακόψουν τη θετική δυναμική των τελευταίων ετών.
Ικανοποίηση στο οικονομικό επιτελείο
Την ικανοποίησή τους, πάντως, για την πορεία της οικονομίας εξέφρασε τόσο το υπουργείο Οικονομικών, όσο και το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, σε κοινή τους ανακοίνωση, στην οποία τονίζουν ότι για πρώτη φορά σε μία πενταετία επιτεύχθηκε ο στόχος που είχε τεθεί στον κρακτικό προϋπολογισμό.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Τα προσωρινά στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν του 2019 δείχνουν ότι η Ελλάδα πέτυχε τον στόχο για την ανάπτυξη τον οποίο είχε θέσει στον Κρατικό Προϋπολογισμό τον περασμένο Νοέμβριο. Είναι η πρώτη φορά, την τελευταία πενταετία, που η πρόβλεψη του Κρατικού Προϋπολογισμού επιβεβαιώνεται.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών ενισχύεται. Ένα τμήμα αυτής της ενίσχυσης κατευθύνεται στην αύξηση των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα και ένα τμήμα αξιοποιείται από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις για να ρυθμίσουν οφειλές προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες.
Το 2ο εξάμηνο το 2019 πάνω από 660.000 οφειλέτες ρύθμισαν οφειλές προς την εφορία, πάνω από 430.000 οφειλέτες ρύθμισαν οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και πάνω από 149.000 δάνεια ρυθμίστηκαν επιτυχώς από τις τράπεζες και τις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων. Παράλληλα, η ανεργία συρρικνώνεται, η επιχειρηματικότητα άρχισε σταδιακά να χρηματοδοτείται και το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται.
Συνεχίζουμε, παρά τους αυξημένους εξωγενείς κινδύνους, την προσπάθεια, ώστε η καλή εικόνα της ελληνικής οικονομίας να αποτυπωθεί, το ταχύτερο δυνατό, κατά τον καλύτερο τρόπο, στο πορτοφόλι των πολιτών».