Σταθερές διατηρούνται, σε γενικές γραμμές, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων για το επόμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας «Βαρόμετρο ΚΕΕΕ», αλλά η ακρίβεια εξακολουθεί να αποτελεί βασικό παράγοντα που τροφοδοτεί το κλίμα απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας σε σχέση με την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης.
Διαπιστώνεται ότι το 21% των επιχειρήσεων, οι οποίες συμμετείχαν στην έρευνα αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι καλύτερο από το αντίστοιχο περσινό, ενώ παράλληλα, αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων, οι οποίες αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι περίπου ίδιο με το αντίστοιχο περσινό. Η εικόνα είναι σαφώς καλύτερη στις νησιωτικές Περιφέρειες Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, όπου οι αισιόδοξες εκτιμήσεις υπερτερούν σαφώς των απαισιόδοξων, ενώ το υψηλότερο ποσοστό απαισιόδοξων εκτιμήσεων καταγράφεται στις Περιφέρεις Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας.
Ο τομέας των Κατασκευών καταγράφει τη μεγαλύτερη αισιοδοξία (28% αναμένουν αύξηση, έναντι 19% που αναμένουν μείωση πωλήσεων το επόμενο εξάμηνο), ενώ σημαντική απαισιοδοξία καταγράφεται στον τομέα του Εμπορίου (21% αναμένουν αύξηση πωλήσεων το επόμενο εξάμηνο έναντι 38% που αναμένουν μείωση). Σαφώς αισιόδοξες είναι οι εκτιμήσεις και των επιχειρήσεων με εξαγωγικό χαρακτήρα, καθώς το 38% αναμένουν αύξηση πωλήσεων κατά το επόμενο εξάμηνο, έναντι 16% που αναμένουν μείωση.
Η αισιοδοξία επικρατεί στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (όσες έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 ευρώ και απασχολούν περισσότερους από 10 εργαζόμενους), ενώ στον αντίποδα απαισιοδοξία επικρατεί στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (όσες απασχολούν μέχρι 4 εργαζόμενους και έχουν κύκλο εργασιών μέχρι 100.000 ευρώ ετησίως -κυρίως ατομικές και μη κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις).
Σχετικά σταθερή εικόνα καταγράφεται και στις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για τη ρευστότητά τους ενώ ελαφρά θετικό είναι και το ισοζύγιο των εκτιμήσεων για την εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης στις επιχειρήσεις. Ακόμα, αυξάνεται εκ νέου το ποσοστό των επιχειρήσεων, οι οποίες δηλώνουν ότι οι δανειακές τους ανάγκες θα παραμείνουν αμετάβλητες.
Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων προβλέπουν ότι οι τιμές των προϊόντων - υπηρεσιών τους κατά το επόμενο εξάμηνο θα παραμείνουν σταθερές (50%, έναντι 47% τον Νοέμβριο 2023), ενώ το 4% αναμένει μείωση των τιμών (όσο και τον Νοέμβριο 2023). Στον αντίποδα, 40% των επιχειρήσεων αναμένουν αύξηση των τιμών (έναντι 43% το Νοέμβριο του 2023), είτε στο επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (18%), είτε πάνω από το επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (17%), είτε κάτω από το επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (5%).
Επιδείνωση καταγράφεται σε σχέση με τις εκτιμήσεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας το επόμενο εξάμηνο, καθώς το ποσοστό όσων αναμένουν βελτίωση μειώνεται, από το 15% τον Νοέμβριο του 2023 στο 12% σήμερα, ενώ το ποσοστό όσων αναμένουν επιδείνωση, αυξάνεται από το 50% του Νοεμβρίου 2023, στο 56% σήμερα.
Ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ, Ιωάννης Μασούτης δήλωσε: «Οι ελληνικές επιχειρήσεις -και κυρίως οι μικρομεσαίες- αναμένουν, ότι με τη σταθερότητα σε βασικούς τομείς της οικονομίας, τον επανασχεδιασμό της φορολόγησης από την πολιτεία αλλά και μέτρα κατά του πληθωρισμού, δύνανται να επιτύχουν τους στόχους της ανάπτυξης και της προόδου. Έτσι, θα είναι σε θέση να υπερβούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στο διεθνές περιβάλλον, καθώς η πανευρωπαϊκή αστάθεια και οι εξελίξεις στο διεθνές εμπόριο τις επηρεάζουν άμεσα. Ωστόσο, όπως δείχνουν ορισμένοι δείκτες του «Βαρόμετρου ΚΕΕΕ», η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, οι οποίες διευκολύνουν το επενδυτικό περιβάλλον και να τονώσει με ουσιαστικές παρεμβάσεις το ελληνικό επιχειρείν, την αγορά, το εμπόριο και τις επιχειρήσεις της παραγωγής».