Αλλάζει η διαδικασία καταλογισμού προκαταβολικού φόρου σε «ύποπτους» φορολογούμενους και επιχειρήσεις με το φορολογικό νομοσχέδιο που συζητείται στη Βουλή και ψηφίζεται εντός των ημερών.
Το νομοσχέδιο, επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ειδικά στο σκέλος των φορολογικών ελέγχων και συγχρόνως, ενσωματώνει διατάξεις με τις οποίες η εφορία θα διορθώνει τα λάθη στον καταλογισμό φόρων και προστίμων είτε φταίει ο φορολογούμενος ή οι αρμόδιες υπηρεσίες.
Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, η Φορολογική Διοίκηση είναι αρμόδια να εκδίδει, ανάλογα με τον βαθμό συνέπειας του υπόχρεου, τις ακόλουθες πράξεις προσδιορισμού φόρου, ώστε να διασφαλίσει τα έσοδα του δημοσίου:
- Πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου.
- Πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.
- Πράξη ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου.
- Πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.
Η πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου είναι η πράξη με την οποία καθορίζεται το ποσό της φορολογικής οφειλής ή απαίτησης του φορολογούμενου και αφορά στις εμπρόθεσμες υποβολές των σχετικών δηλώσεων και τον άμεσο προσδιορισμό φόρου που προκύπτει χωρίς περαιτέρω ενέργεια, ταυτόχρονα με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης.
Ο φορολογούμενος δύναται να τροποποιεί τη φορολογική δήλωσή του και να καταβάλλει την επιπλέον διαφορά φόρου ή να αιτηθεί την επιστροφή του υπερβάλλοντος φόρου.
Ο φόρος προκύπτει με βάση τα στοιχεία που αναγράφει στη δήλωσή του ο φορολογούμενος, αλλά η εφορία μπορεί να προσδιορίσει τον φόρο ολικά ή μερικά με βάση στοιχεία διαφορετικά από αυτά που περιέχονται σε φορολογική δήλωση του φορολογούμενου.
Πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου
Αν ο φορολογούμενος δεν υποβάλλει εμπροθέσμως φορολογική δήλωση, ο προσδιορισμός του φόρου δύναται να γίνεται με έκδοση πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου με βάση κάθε στοιχείο που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση (εκτιμώμενος προσδιορισμός φόρου), και αφορά ιδίως στο επίπεδο διαβίωσης του φορολογούμενου, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητάς του ή ομοειδείς επιχειρηματικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες.
Εάν, μετά την έκδοση της πράξης αυτής, ο φορολογούμενος υποβάλει φορολογική δήλωση, η πράξη αυτή παύει να ισχύει αυτοδικαίως. Εφόσον προβλέπεται στην οικεία φορολογική νομοθεσία, ο προσδιορισμός του φόρου γίνεται και με φορολογική δήλωση που έχει προσυμπληρωθεί αυτοματοποιημένα με βάση όλα τα στοιχεία που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση και έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.
Πράξη ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου
Σε εξαιρετικές περιστάσεις, ο προσδιορισμός του φόρου μπορεί να γίνει από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση όλα τα στοιχεία που διαθέτει και πριν από την προθεσμία υποβολής της φορολογικής δήλωσης (ενδιάμεσος προσδιορισμός φόρου). Εξαιρετικές περιστάσεις συντρέχουν αν:
- Η δραστηριότητα του φορολογούμενου είναι εποχική,
- Ασκείται από επιχείρηση που έχει συσταθεί την τελευταία τριετία και υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής όπως ενδεικτικά η μη υποβολή δηλώσεων, ή
- Υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις ότι ο φορολογούμενος σκοπεύει να εγκαταλείψει τη χώρα.
Η πράξη προσδιορισμού φόρου συνοδεύεται από εντολή ελέγχου, με βάση την οποία εκδίδεται διορθωτικός προσδιορισμός φόρου εντός ενός (1) έτους από την έκδοση της πράξης ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου.
Ο φορολογούμενος δύναται να προσφύγει κατά πράξης ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου απευθείας ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, χωρίς να απαιτείται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.
Επίσης, ο φορολογούμενος είτε καταβάλλει εφάπαξ τη φορολογική οφειλή που ορίζεται από τον ενδιάμεσο προσδιορισμό φόρου, είτε εξασφαλίζει την καταβολή αυτής, παρέχοντας εγγύηση ή αποδεχόμενος την εγγραφή βάρους επί της περιουσίας του υπέρ της Φορολογικής Διοίκησης για το συνολικό ποσό της φορολογικής οφειλής.
Η εγγύηση και η εγγραφή βάρους διατηρούνται μέχρι την πλήρη εξόφληση της φορολογικής οφειλής.
Πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου
Η εφορία μπορεί να προβεί, μετά από έλεγχο, σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος (διορθωτικός προσδιορισμός φόρου).
Ο διορθωτικός προσδιορισμός φόρου που εκδίδεται κατόπιν πλήρους φορολογικού ελέγχου υπόκειται σε μεταγενέστερη διόρθωση, μόνο εάν προκύψουν νέα στοιχεία. Ο φορολογούμενος δύναται να ζητά την έκδοση πράξης διόρθωσης διοικητικού προσδιορισμού φόρου, σε περίπτωση υποβολής δήλωσης σχετικά με την οποία έχει εκδοθεί πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου.
Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μόνο εφόσον κάνει αποδεκτή τη δήλωση, αλλά δύναται να προβεί σε έκδοση πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και αν δεν υποβλήθηκε δήλωση από τον φορολογούμενο και δεν έχει εκδοθεί πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.