Το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε σήμερα ομόφωνα συνταγματική τη διάταξη του άρθρου 405 του νέου Ποινικού Κώδικα που αφορά το αδίκημα της απιστίας των τραπεζικών στελεχών.
Ειδικότερα, το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα με εισηγητή τον αρεοπαγίτη Γρηγόριο Κουτσοκώστα εξέδωσε σήμερα το υπ΄ αριθμ. 158/22.2.2021 ομόφωνο βούλευμά του με το οποίο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που ζητούσε να αναιρεθεί η υπ΄ αριθμ. 2758/2020 απόφαση του Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Με την έκδοση του σημερινού βουλεύματος, δεν έχει «κλείσει» το θέμα αυτό δηλαδή, εάν βρίσκεται εντός των συνταγματικών πλαισίων ή όχι το άρθρο 405 του Ποινικό Κώδικα. Ήδη, μετά από αναιρέσεις που έχει ασκήσει η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, έχουν συζητηθεί στα Ποινικά Τμήματα σε σχηματισμό τριμελούς συμβουλίου δύο ακόμη υποθέσεις και αναμένεται η έκδοση των σχετικών βουλευμάτων, ενώ αναμένεται να εξετασθεί ακόμη μία.
Παράλληλα, έχει προσδιοριστεί η συζήτηση ακόμη μιας υπόθεσης στην πενταμελή σύνθεση του Ε’ Ποινικού Τμήματος, η οποία πιθανά θα αναβληθεί και αυτή, λόγω της πανδημίας.
Όπως είναι γνωστό, ο Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 405 προβλέπει ότι η δίωξη σε βάρος των τραπεζικών στελεχών για το αδίκημα της απιστίας δεν θα γίνεται πλέον αυτεπάγγελτα από τις κατά τόπους εισαγγελικές αρχές, αλλά μετά από έγκληση που θα υποβάλουν, όταν και εφόσον το κρίνουν, οι διοικήσεις των τραπεζών.
Ακόμη, μετά την κατάργηση του αυτεπάγγελτου της δίωξης των τραπεζικών στελεχών, τέθηκε τρίμηνη προθεσμία στα Πιστωτικά Ιδρύματα προκειμένου να αποφασίσουν εάν θα υποβάλλουν ή όχι μηνύσεις κατά στελεχών τους. Δηλαδή αν επιθυμούσαν τη διάσωση των εκκρεμών υποθέσεων, αλλιώς αυτές θα έκλειναν σε δικαστικό επίπεδο. Επίσης, το αδίκημα της απιστίας από στελέχη των τραπεζών από κακούργημα μετατράπηκε σε πλημμέλημα.