Στην έγκριση της ρήτρας για την αγοραπωλησία των μετοχών (SPA), η οποία περιλαμβάνει Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) προχώρησε χθες το Δ.Σ. της ΔΕΗ στο πλαίσιο της διαδικασίας πώλησης των δυο λιγνιτικών μονάδων της Μελίτης και Μεγαλόπολης. Στο SPA περιλμβάνεται όρος επιστροφής έως του 30% του τιμήματος στον επενδυτή στην περίπτωση που τα ΑΔΙ δεν εγκριθούν από την ΕΕ σε διάστημα εννέα μηνών απο την συναλλαγή.
Πρόκειται για την σημαντικότερη αλλαγή στη νέα διαγωνιστική διαδικασία, η οποία προχωρά με βήμα σημειωτόν με τις ελληνικές αρχές να είναι υπό μεγάλη πίεση από την ΕΕ για την ολοκλήρωσή του την ώρα που οι επενδυτές συμμετέχουν μάλλον απρόθυμα στη διαδικασία.
Παράλληλα η δημοσίευση των αποτελεσμάτων για τη χρήση του 2018 αποτέλεσαν ένα ακόμα πλήγμα υπενθυμίζοντας εμφατικά τα αδιέξοδα και τον κίνδυνο ακόμα και για την βιωσιμότητα της ΔΕΗ αν συνεχίσει να προχωρά χωρίς στρατηγική και συγκροτημένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων η μετοχή της εταιρίας σημείωσε «βουτιά» 11,75% οδηγώντας την χρηματιστηριακή αξία στα 367 εκατ. ευρώ χαμηλότερα δηλαδή από τις ζημιές της προηγούμενης χρήσης οι οποίες ανήλθαν στα 542 εκατ. ευρώ ενώ αν συνεκτιμηθούν και οι ζημιές από διακοπτόμενες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν Μελίτη και Μεγαλόπολη, τότε οι ζημιές ξεπερνούν τα 900 εκατ. ευρώ!
Επιπλέον πονοκέφαλο προκαλεί το ύψος των υποχρεώσεων του ομίλου, που ανέρχονται στα 3,7 δις. ευρώ (εκ των οποίων 3,19 ευρώ αφορούν μακροπόρθεσμο δανεισμό) λίγο χαμηλότερα από τον κύκλο εργασιών. Με τις ζημιές να διογκώνονται, τα έσοδα να μειώνονται, την χρηματοοικονομική κατάσταση στο «κόκκινο» και κυρίως την απουσία σχεδίου για την επόμενη ημέρα τα μέχρι πρότινος απίθανα σενάρια καταστροφής παίρνουν σάρκα και οστά, με την διαφορά ότι η ΔΕΗ δεν είναι άλλη εταιρία ή έστω μια ακόμα μεγάλη εταιρία. Η ΔΕΗ αποτελεί στρατηγική υποδομή της χώρας και μια κρίση στη ΔΕΗ μπορεί να μεταδοθεί γενικότερα στην οικονομία με τις τράπεζες ήδη να έχουν σημάνει συναγερμό. Το μόνο θετικό σημείο στον ισολογισμό της εταιρείας ήταν η μείωση των ληξιιπρόθεσμων οφειλών, δραστηριότητα που έχει αναταθεί σε ανεξάρτητη εταιρεία (Qalco).
Στο πλαίσιο αυτό η σημείωση της ΕΥ, που υπογράφει τις λογιστικές καταστάσεις της ΔΕΗ, «Ουσιώδης αβεβαιότητα που σχετίζεται με τη συνέχιση της δραστηριότητας», ίσως είναι το ελάχιστο που μπορεί να πει κανείς. Σύμφωνα με την ΕΥ «Εφιστούμε την προσοχή σας στη σημείωση 3.1 των οικονομικών καταστάσεων, στην οποία επισημαίνεται ότι η Εταιρεία και ο Όμιλος στην κλειόμενη χρήση παρουσιάζουν μειωμένα έσοδα και υψηλές ζημίες προ φόρων, ενώ κατά την 31 Δεκεμβρίου 2018 οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις της Εταιρείας και του Ομίλου υπολείπονταν κατά €949εκ. και €708εκ. των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, αντίστοιχα. Με βάση τις εκτιμήσεις της διοίκησης οι ανωτέρω συνθήκες οι οποίες αναμένεται να συνεχιστούν κατά τη διάρκεια των επομένων δώδεκα μηνών μεμονωμένα αλλά και στο σύνολό τους μαζί με άλλα θέματα όπως αυτά περιγράφονται στη σημείωση 3.1, υποδηλώνουν την ύπαρξη ουσιώδους αβεβαιότητας η οποία ενδεχομένως θα εγείρει σημαντική αμφιβολία σχετικά με τη δυνατότητα της Εταιρείας και του Ομίλου να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους. Η γνώμη μας δεν τροποποιείται σε σχέση με το θέμα αυτό».
Ο διαγωνισμός για τα λιγνιτικα
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα οι υποψήφιοι επενδυτές θα πρέπει να υποβάλλουν δεσμευτικές προσφορές μέχρι την Δευτέρα 6 Μαΐου. Σε κάθε περίπτωση η νέα διαγωνιστική διαδικασία δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά τα δεδομένα ώστε να αναθερμάνει το ενδιαφέρον επενδυτών ή να προσελκύσει νέους επενδυτές. Σημειώνεται ότι τόσο η Λιγνιτική Μελίτης όσο και Λιγνιτική Μεγαλόπολης παρουσίασαν ζημιές ύψους περίπου 50 εκατ. ευρώ έκαστη, με την διοίκηση της ΔΕΗ να τονίζει ότι μετά τις ενέργειες περιορισμού κόστους πλέον είναι κερδοφόρες. Την θετική αυτή εικόνα δεν φαίνεται να συμμερίζονται οι επενδυτές οι οποίοι συμμετέχουν απρόθυμα στη διαδικασία ενώ την ίδια ώρα η πίεση από την Κομισιόν προς την ηγεσία του Υπουργείου Ενέργειας και την διοίκηση της ΔΕΗ για την ολοκλήρωση του διαγωνισμού είναι μεγάλη.
Σύμφωνα με επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αποκάλυψε το economistas.gr οι ευρωπαϊκές αρχές απεύθυναν αυστηρό τελεσίγραφο στο υπουργείο Ενέργειας, προειδοποιώντας ότι δεν θα γίνει ανεκτή άλλη καθυστέρηση, πέραν της 30ης Ιουνίου.
Με την επιστολή η επίτροπος Ανταγωνισμού, Μαργκρέτ Βεστάγκερ, ξεκαθαρίζει ότι κάνει μεν δεκτό το αίτημα της ελληνικής πλευράς για μια νέα παράταση της διαδικασίας πώλησης των λιγνιτικών μονάδων (έως 30 Ιουνίου), αλλά ότι αυτή θα είναι και η τελευταία παράταση που δίδεται από τις Βρυξέλλες. Εάν υπάρξει νέα καθυστέρηση, η Δανέζα επίτροπος καθιστά σαφές ότι θα θεωρηθεί από την Επιτροπή ότι η Ελλάδα παραβιάζει τις Δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για να δώσει τέλος στο μονοπώλιο της ΔΕΗ στη λιγνιτική παραγωγή.
(Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο economistas.gr στις 24/04/2019)