Μεταξύ σφύρας και άκμονος βρίσκονται πλέον τα ελληνικά νοικοκυριά που βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να διαβρώνεται από τον περασμένο Αύγουστο που ξεκίνησε η ενεργειακή κρίση. Στο οικογενειακό τραπέζι θα τεθούν πολύ σύντομα -εάν δεν έχουν τεθεί ήδη- διλήμματα για τους λογαριασμούς που θα εξοφληθούν κατά προτεραιότητα: λογαριασμός ρεύματος ή τραπεζικό δάνειο, δόσεις προς την Εφορία ή κοινόχρηστα/λογαριασμός θέρμανσης κ.ο.κ.
Τα στοιχεία Ιανουαρίου 2022 δείχνουν μείωση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα κατά 2,2 δισ. ευρώ, έναντι αύξησης 4,2 δισ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα, γεγονός που αντανακλά την οικονομική δυσχέρεια στην οποία έχουν περιέλθει τα φυσικά και νομικά πρόσωπα. Ο πληθωρισμός για τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε την Πέμπτη η ΕΛΣΤΑΤ, εκτοξεύτηκε στο 7,2%, διαβρώνοντας περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών.
Το τσουνάμι ανατιμήσεων των τελευταίων μηνών υπολογίζεται ότι έχει επιβαρύνει τον οικογενειακό προϋπολογισμό κατά 300 ευρώ μηνιαίως, γεγονός που σημαίνει ότι τα νοικοκυριά θα μπουν αναγκαστικά σε διαδικασία προτεραιοποίησης των οφειλών. Κάποιες από τις δαπάνες, όπως το σουπερμάρκετ, η βενζίνη για τις καθημερινές μετακινήσεις, το ενοίκιο και οι λογαριασμοί για ρεύμα/νερό είναι ανελαστικές και θα πληρωθούν κατά προτεραιότητα. Δεν ισχύει το ίδιο, όμως, και για τις οφειλές προς το Δημόσιο ή τις τράπεζες.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μηδενίζει την ορατότητα σχετικά με το πότε θα επανέλθει η ομαλότητα, η οικονομία βυθίζεται σε αβεβαιότητα. «Επί του παρόντος, δεν γνωρίζουμε πότε και πώς θα επιλυθεί η ουκρανική κρίση, επομένως πρέπει να τηρήσουμε μια προσεκτική στάση καθώς είναι ακόμη πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί ο αντίκτυπός της», τόνισε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Ανησυχία στα τραπεζικά επιτελεία
Τα σύννεφα πάνω από τις τράπεζες έχουν αρχίσει να πυκνώνουν και ανώτατα στελέχη της διοίκησης δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την ικανότητα των δανειοληπτών να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Ανάλογο κλίμα επικρατεί και στους servicers, τις εταιρείες που εξαγόρασαν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων με στόχο να επιτύχουν ρυθμίσεις με μεγάλο ποσοστό δανειοληπτών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, εξάλλου, ότι μεγάλο μέρος των υποχρεώσεων των δανειοληπτών παρέμενε ενήμερο λόγω των προγραμμάτων επιδότησης Γέφυρα Ι και ΙΙ, καθώς και λόγω των moratoria που έθεσαν σε εφαρμογή οι τράπεζες με έγκριση της Φρανκφούρτης.
Στη χθεσινή ενημέρωση των αναλυτών για τα ετήσια αποτελέσματα του 2021, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας προειδοποίησε για μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην οικονομία από τον πληθωρισμό και τις τιμές της ενέργειας ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία. Διαβεβαίωσε, πάντως, ότι προς το παρόν δεν παρατηρούνται καθυστερήσεις στην αποπληρωμή των δανείων ιδιωτών και επιχειρήσεων και ότι η τράπεζα «παρακολουθεί στενά» τις εξελίξεις στο πεδίο αυτό.
Διχάζει η προοπτική νέων moratoria
Απορρίπτουν ρητά για την ώρα οι τράπεζες το ενδεχόμενο τα moratoria της πανδημίας να διαδεχθούν τα moratoria της ακρίβειας. «Για να γίνει αυτό απαιτείται απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κάτι που δεν νομίζω πως θα συμβεί», αναφέρει στο BD υψηλόβαθμο στέλεχος συστημικού ιδρύματος. Η παράταση των αναστολών πληρωμής πέραν των δύο ετών που ισχύουν ήδη θα διαβρώσουν την κουλτούρα πληρωμών, θέτοντας τις τράπεζες μπροστά σε κινδύνους και επισφάλειες, αναφέρει άλλη τραπεζική πηγή. «Δεν έχει συζητηθεί τέτοιο ενδεχόμενο σε ευρωπαϊκό επίιπεδο», ξεκαθαρίζει άλλο τραπεζικό στέλεχος. Ο δείκτης NPLs στην Ευρωζώνη, πάντως, κυμαίνεται κοντά στο 2%, σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου υπολογίζεται κοντά στο 10% στα τέλη του 2021. Αυτό σημαίνει ότι ενδεχόμενος «συναγερμός» για νέο κύμα κόκκινων δανείων δεν θα ηχήσει με την ίδια ένταση στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρωζώνη.
Πηγές του κλάδου, ωστόσο, παραδέχονται στο BD ότι εφόσον παρατηρηθεί αδυναμία πληρωμών είναι μονόδρομος η εφαρμογή μέτρων αναστολής πληρωμών, τα οποία θα «παγώσουν» μεν τις ταμειακές ροές των τραπεζών αλλά και ταυτόχρονα θα «παγώσουν» και το «κοκκίνισμα» των δανείων. Οι τράπεζες μπορούν, πάντως, και μεμονωμένα να εφαρμόσουν μέτρα αναστολής, αρκεί να έχουν λάβει τις σχετικές προβλέψεις.
Σε κάθε περίπτωση, όλα θα εξαρτηθούν από το συνολικό φάσμα μέτρων που θα ληφθούν σε ευρωπαϊκό και εγχώριο επίπεδο για την ανακούφιση των νοικοκυριών από τις ανατιμήσεις, καθώς και από το πόσο επαρκή θα είναι ώστε να επιτρέψουν την ομαλή εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων. Και, φυσικά, από τη διάρκεια της γεωπολιτικής κρίσης και των επιπτώσεων αυτής στο κόστος ζωής.