Μεγάλη επένδυση που συνολικά θα φτάσει τα 20 εκατ. ευρώ σε βάθος 4-5 ετών υλοποιεί στη Θεσσαλονίκη η εταιρεία Aluminco, καθώς προχώρησε στην εξαγορά των εγκαταστάσεων της εταιρείας Doral που βρίσκεται σε εκκαθάριση, με στόχο να δημιουργήσει ένα μεγάλο εργοστάσιο έλασης αλουμινίου που θα γίνει hub για όλη την περιοχή των Βαλκανίων, της κεντρικής και ΝΑ Ευρώπης.
Όπως τόνισε χθες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Aluminco, Αργύρης Καρράς, το κόστος της εξαγοράς ανήλθε στα 9 εκατ. ευρώ και χρηματοδοτήθηκε κυρίως από ίδια κεφάλαια, ενώ τα υπόλοιπα κεφάλαια έως τα 20 εκατ. ευρώ θα επενδυθούν για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων.
Πρόκειται για την εξαγορά εργοστασίου της Doral στο Καλοχώρι, μόλις τέσσερα χιλιόμετρα από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, όπου η Aluminco θα δημιουργήσει την τέταρτη γραμμή διέλασης αλουμινίου, με τις υπόλοιπες τρεις να εδρεύουν στο μεγάλο εργοστάσιο της εταιρείας στα Οινόφυτα Αττικής.
Στόχος είναι να καταστεί το εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης ένα από τα πλέον σύγχρονα της Ευρώπης, καθώς θα είναι εξοπλισμένο με εξελιγμένες γραμμές διέλασης, κάθετη μονάδα ηλεκτροστατικής βαφής, μηχανήματα επεξεργασίας προφίλ αλουμινίου, γραμμές θερμομονωτικών και μονάδα διαχείρισης αποβλήτων.
Στην πλήρη λειτουργία του θα αυξήσει την παραγωγή κατά 25%, καθώς θα προσθέσει 7 χιλ. τόνους αλουμίνιο το χρόνο, ανεβάζοντας τη συνολική παραγωγή της εταιρείας στους 35 χιλ. τόνους, ενώ θα προσθέσει 120 νέες θέσεις εργασίας στην Aluminco.
Το νέο εργοστάσιο θα ακολουθήσει τις προδιαγραφές της παραγωγικής μονάδας των Οινοφύτων, εστιάζοντας στην αειφόρο ανάπτυξη μέσω της παραγωγής «πράσινου» αλουμινίου.
Αύξηση κύκλου εργασιών 35% το 2021
Όπως τόνισε ο κ. Καρράς, φέτος ο κύκλος εργασιών θα κλείσει στα 56 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 35% έναντι του 2020, ενώ τα EBITDA θα διαμορφωθούν στα 5,5 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, εκτίμησε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα διατηρηθεί πέριξ του +35% και το 2022. Η Aluminco έχει ιστορία σαράντα έτη, εξάγει σε 60 χώρες, με τις εξαγωγές να αντιπροσωπεύουν το 55% του κύκλου εργασιών, με διαρκώς αυξητική τάση.
Ο ίδιος σημείωσε πως η εταιρεία εξάγει από τη 10ετία του 1990, έχοντας αρκετούς πελάτες να είναι μόνιμοι εδώ και 25 – 30 χρόνια. Κάθε χρόνο, πρόσθεσε, «κάνουμε επεκτάσεις σε νέες χώρες, προσπαθώντας να επεκταθούμε σε αγορές που ταιριάζουν τα προϊόντα μας, όπως οι μεσογειακές χώρες που ίσως έχουμε παρόμοιο τρόπο δόμησης». Όπως είπε, Ισραήλ, Γαλλία, Ιαπωνία είναι χώρες που η Aluminco έχει πολύ μεγάλο κομμάτι εξαγωγών, ενώ οι εξαγωγές της φθάνουν ως την Καραϊβική.
Πελάτες της εταιρείας είναι μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, πεντάστερα ξενοδοχεία απαιτητικών κατασκευών, κτίρια και ανακαινίσεις, ενώ στη Θεσσαλονίκη συμμετέχει στα μεγαλύτερα projects όπως ήταν η ανακαίνιση του αεροδρομίου Μακεδονία, τα κτίρια της Pfizer κ.α.
Σύμφωνα με τον κ. Καρρά, η εταιρεία δίνει μεγάλη βαρύτητα στους νέους κανόνες της βιώσιμης ανάπτυξης τους οποίους εφαρμόζει σ’ όλη τη διάρθρωση και λειτουργία της. Άλλωστε, όπως χαρακτηριστικά είπε, «το αλουμίνιο από μόνο του ως υλικό εξοικονομεί ενέργεια για τον καταναλωτή, ενώ είναι 100% ανακυκλώσιμο».
Σημείωσε επίσης πως το εργοστάσιο στα Οινόφυτα είναι από τα πλέον σύγχρονα διεθνώς, καθώς όλη η παραγωγή της Aluminco πλέον γίνεται με πλήρως αυτοματοποιημένες και καθετοποιημένες διαδικασίες, χωρίς να ακουμπάει ανθρώπινο χέρι σε κανένα στάδιο. Παράλληλα, σημείωσε πως «δεν έχουμε πιάσει το capacity που μπορούμε, ούτε στα Οινόφυτα, ούτε βεβαίως στη Θεσσαλονίκη».
Αναφορικά με το δανεισμό της Aluminco ο κ. Καρράς αρκέστηκε να τονίσει απλώς ότι «ο συντελεστής του δανεισμού μας είναι πολύ χαμηλός συγκριτικά με τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας».
Η πορεία από το 1982
Η Aluminco ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1982, με την παραγωγή και την προώθηση μιας ευρείας σειράς προϊόντων, όπως τα χυτά κάγκελα αλουμινίου, τους αυλόγυρους, τις αυλόπορτες και τα έπιπλα κήπου. Το 1984 η εταιρεία διεύρυνε την ποικιλία των προϊόντων της με την παραγωγή φωτιστικών από χυτό αλουμίνιο, ικανοποιώντας τις ανάγκες των ξενοδοχείων, δημοσίων χώρων και εμπορικών κέντρων. Το 1990 η Aluminco παρουσίασε τα πρώτα πάνελ αλουμινίου, προσφέροντας λύσεις σε αρχιτέκτονες και κατασκευαστές.
Το 2002 η εταιρεία μετέφερε τις δύο από τις μονάδες παραγωγής της, τα κάγκελα και τα πάνελ, στην κύρια βιομηχανική της βάση, στα Οινόφυτα Βοιωτίας, κάνοντας επιπλέον επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και μηχανολογικό εξοπλισμό. Το 2008 ήταν η καλύτερη έως τότε χρήση για την εταιρεία, που είχε κύκλο εργασιών 36 εκατ. ευρώ και κέρδη μετά φόρων 4 εκατ. ευρώ. To 2012 ολοκληρώθηκε 7ετές επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 7,5 εκατ. ευρώ που αφορούσε υποδομές και κτηριακές εγκαταστάσεις, μηχανολογικό εξοπλισμό, μηχανήματα, συστήματα αυτοματοποίησης και μηχανοργάνωσης.