Η πρόταση των ΗΠΑ για άρση των πατεντών για τα εμβόλια της Covid-19 θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στην παραγωγή, ανέφερε μια εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι οι κύριοι παράγοντες είναι η ικανότητα παραγωγής και οι ποιοτικές προδιαγραφές, παρά τα πνευματικά δικαιώματα.
«Η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι πηγή καινοτομίας και έτσι πρέπει να παραμείνει στο μέλλον», ανέφερε η εκπρόσωπος στην ανακοίνωσή της.
Νωρίτερα σήμερα η γερμανική εταιρεία BioNTech που συνεργάζεται με την Pfizer για την παρασκευή του εμβολίου ανέφερε πως ένα τέτοιο μέτρο δεν θα είχε αποτέλεσμα «βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα».
«Οι πατέντες δεν είναι ο παράγοντας που περιορίζει την παραγωγή ή τον ανεφοδιασμό με το εμβόλιό μας», ανέφερε το εργαστήριο στο Γαλλικό Πρακτορείο, με αφορμή την απόφαση των ΗΠΑ να άρουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για να επιταχύνουν την παραγωγή και τη διανομή των δόσεων σε όλον τον κόσμο και επισήμανε ότι «οι ειδικοί έχουν ήδη υπογραμμίσει ότι η εγκατάσταση και η έγκριση νέων χώρων παραγωγής παίρνει σε γενικές γραμμές έναν χρόνο».
Εξάλλου, η παραγωγή των εμβολίων mRNA, όπως εκείνο που παρασκευάζεται σε συνεργασία της BioNTech με την Pfizer «είναι μια σύνθετη διαδικασία, που αναπτύχθηκε σε διάστημα άνω των δέκα ετών. Όλα τα στάδια πρέπει να καθοριστούν και να εκτελεστούν με ακρίβεια» και από «έμπειρο προσωπικό», εξήγησε η εταιρεία. Αν δεν τηρηθούν όλες οι προϋποθέσεις, θα μπορούσε να επηρεαστεί η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα του εμβολίου. «Και αυτό θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υγεία των εμβολιασθέντων».
Η BioNTech υπολόγιζε αρχικά ότι θα μπορούσε να παρασκευάσει εντός του 2021 έως και 2,5 δισ. δόσεις του εμβολίου της αλλά πλέον δηλώνει ότι έχει τη δυνατότητα να φτάσει μέχρι και τα 3 δισ. δόσεις φέτος και περισσότερα από 3 δισ. το 2022. Στην ΕΕ, τα εμβόλια αυτά παρασκευάζονται σε δύο εργοστάσια, στο Βέλγιο και τη Γερμανία.
Η εταιρεία προτιμά να μεταφέρει τεχνολογία και να δώσει στοχευμένες άδειες για να αυξήσει την παραγωγή της, επανέλαβε, υπενθυμίζοντας ότι συνεργάζεται στενά με περισσότερους από 15 φαρμακευτικούς κολοσσούς, όπως είναι οι Merck, Novartis, Sanofi και Baxter.