Μεγάλη αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού προτείνει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τονίζοντας ότι ο επόμενος επταετής προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνδέεται με ένα ταμείο ανάκαμψης είναι ο μόνος τρόπος για να οδηγηθεί η Ένωση εκτός της κρίσης της νόσου Covid-19 και ότι το μέγεθός του πρέπει να αυξηθεί.
«Οι τρέχουσες εκτιμήσεις μας για τις ανάγκες μάς οδηγούν να σκεφτούμε ότι θα χρειαστεί ένα ανώτατο όριο ιδίων πόρων περίπου 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) για δύο ή τρία χρόνια αντί του 1,2%», είπε αναφερόμενη στα χρήματα που διαχειρίζεται η Επιτροπή στον προϋπολογισμό. «Πρέπει να αυξήσουμε τη δύναμη πυρός του για να είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες επενδύσεις σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση», δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Νωρίτερα κατά την διάρκεια της Συνόδου Κορυφής που πραγματοποιήθηκε με τηλεδιάσκεψη, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ,υπογράμμισε στους Ευρωπαίους ηγέτες πως θα πρέπει να δοθεί μια ισχυρή απάντηση απέναντι στις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού. Προηγουμένως η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποίησε τους Ευρωπαίους ηγέτες για ύφεση 15% αναφέροντας οτι κινδυνεύουν να κάνουν πολύ λίγα, πολύ αργά και τους κάλεσε να λάβουν τολμηρές αποφάσεις.
Διπλωματικές πηγές, που παρακολούθησαν την τηλεδιάσκεψη των «27» είπαν ότι η συζήτηση δεν ήταν σε τόσο υψηλούς τόνους όσο πριν από έναν μήνα. Όμως η διάσταση απόψεων εκφράστηκε με σαφήνεια, με τέσσερις χώρες –Αυστρία, Δανία, Σουηδία και Ολλανδία– να διαφωνούν με την πρόταση χορήγησης βοήθειας για την ανάκαμψη μέσω επιδοτήσεων.
Το «στρατόπεδο» των βόρειων χωρών, που περιλαμβάνει και τη Γερμανία, τάχθηκε υπέρ της σύνδεσης του νέου Ταμείου Ανάκαμψης με τον επόμενο πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2021-27.
Διάθεση Μέρκελ να ανοίξει η Γερμανία το πορτοφόλι για το Ταμείο Ανάκαμψης
Την διάθεση της Γερμανίας να αυξήσει την συνεισφορά της στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να χρηματοδοτηθεί το σχέδιο ανασυγκρότησης για την οικονομία μετά την κρίση του κορονοϊού ανέφερε η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, που παραδέχθηκε οτι υπήρξε μια συναντίληψη μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών αν και δεν βρίσκονταν όλοι σε όλα τα σημεία της ίδιας άποψης.
Μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής που πραγματοποιήθηκε με τηλεδιάσκεψη, η Γερμανίδα καγκελάριος σημείωσε πως η δημιουργία του ταμείου ανασυγκρότησης «σημαίνει ασφαλώς ότι η Γερμανία θα πρέπει να υπολογίζει μεγαλύτερη συνεισφορά για τον επόμενο προϋπολογισμό», δήλωσε η κυρία Μέρκελ και τόνισε ότι «αυτό είναι σωστό και καλό, καθώς τα κράτη - μέλη δεν επλήγησαν όλα με τον ίδιο τρόπο από την πανδημία». Σημείωσε ακόμη ότι τώρα θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να σχεδιάσει την αρχιτεκτονική αυτού του ταμείου, αλλά και ότι ένα πρόγραμμα ανάκαμψης της Ε.Ε. είναι και προς το γερμανικό συμφέρον. «Πρέπει να αναρωτηθούμε τι μπορούμε να μάθουμε από την πανδημία. Και σε αυτό περιλαμβάνονται και οι μεγαλύτερες επενδύσεις π.χ. στην προστασία του κλίματος και στην ψηφιοποίηση», δήλωσε.
Η καγκελάριος πρόσθεσε ότι «μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πρόκληση του κορονοϊού είναι και προς το γερμανικό συμφέρον», επανέλαβε ωστόσο και την πάγια γερμανική θέση κατά της έκδοσης ευρω-ομολόγων, επισημαίνοντας ότι «δεν γίνεται να κοινοτικοποιήσουμε, όπως λέμε, τα χρέη».
«Προίκα» 1,5 τρισ. ευρώ για το Ταμείο θέλει ο Κόντε
«Το Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να αγγίξει το 1,5 τρισ. ευρώ και να εγγυηθεί την μεταφορά πόρων άνευ επιστροφής στις χώρες μέλη. Είναι βασικής σημασίας για να προστατευθούν οι εθνικές αγορές των χωρών μελών, να υπάρξουν ίσοι όροι και συμμετρική απάντηση σε ένα συμμετρικό σοκ», υπογράμμισε ο Κόντε κατά την παρέμβασή του στην «διαδικτυακή σύνοδο».
«Θα πρέπει να αναθέσουμε με σαφήνεια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ετοιμάσει μια συγκεκριμένη πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης, με ένα δάνειο-γέφυρα, ώστε να διατεθούν άμεσα τα κονδύλια για την φετινή χρονιά», πρόσθεσε ο επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης.
Εκτιμά, δε, όπως είπε σε δήλωσή του μετά την λήξη των εργασιών, ότι «η Ιταλία είναι στην πρώτη γραμμή και ζητά την έγκριση του εργαλείου αυτού, διότι επείγει» και πως «η επιστολή που η ιταλική κυβέρνηση υπέγραψε με άλλες οκτώ χώρες της Ένωσης ήταν βασικής σημασίας, διότι με τον τρόπο αυτό η ευρωπαϊκή απάντηση θα είναι σαφώς πιο αποτελεσματική».