Η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Δημοκρατική Νάνσι Πελόζι συνεχίζει να προειδοποιεί την κυβέρνηση Τραμπ για τις προσπάθειές της να εμποδίσει το Κογκρέσο να μάθει περισσότερα σχετικά με την καταγγελία ενός πληροφοριοδότη που άπτεται του ενδιαφέροντος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ κι αναφορικά με το ενδεχόμενο “να ενεργοποιηθεί ένας νέος κύκλος ερευνών” από το Κογκρέσο.
Οι Δημοκρατικοί που είναι μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων θα συναντηθούν σήμερα το απόγευμα, ώστε να αποφασίσουν τα επόμενα βήματά τους, σύμφωνα με της δηλώσεις μιας πηγής με πρόσβαση στην ηγεσία του κόμματος, στο ABC News. Στο γενικότερο σκηνικό εκρηκτικού πολιτικού κλίματος που καλλιεργείται εντείνονται οι πιέσεις μεταξύ των Δημοκρατικών βουλευτών για την ενεργοποίηση της επίσημης διαδικασίας παραπομπής του προέδρου Τραμπ.
Ο υπηρεσιακός Διευθυντής της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζόζεφ Μακουάιρ αναμένεται να εμφανιστεί ενώπιον της Επιτροπής για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων στην διάρκεια μιας δημόσιας κατάθεσής του, την Πέμπτη.
Από την μεριά της, η Πελόζι απαιτεί την παράδοση στο Κογκρέσο του συνόλου της καταγγελίας που έχει καταθέσει ένας πληροφοριοδότης των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, αλλά και “την δρομολόγηση μιας διόδου για τον πληροφοριοδότη, ώστε ο ίδιος να μιλήσει άμεσα με τις επιτροπές που είναι αρμόδιες για τις υπηρεσίες πληροφοριών τόσο στην Βουλή των Αντιπροσώπων, όσο και στην Γερουσία.”
«Πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ και η κυβέρνηση ασκούν τα καθήκοντα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής εξυπηρετώντας κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα του αμερικανικού λαού κι όχι τα προσωπικά και πολιτικά συμφέροντα του προέδρου», ανέφερε σε επιστολή της προς την κοινοβουλευτική της ομάδα, η Πελόζι την Κυριακή.
Ο Δημοκρατικός βουλευτής Ντιν Φίλιπς που είναι από τους νέους βουλευτές του κόμματος στην Βουλή των Αντιπροσώπων και δεν έχει υποστηρίξει δημόσια την διεξαγωγή έρευνας για την παραπομπή του προέδρου Τραμπ, άφησε να εννοηθεί ότι το ζήτημα που προέκυψε μετά την καταγγελία του πληροφοριοδότη, μπορεί να τον οδηγήσει στο στρατόπεδο των προοδευτικών βουλευτών, που υποστηρίζουν την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου.
«Διαφαίνεται ότι ο πρόεδρος μας ενθάρρυνε τον ηγέτη της Ουκρανίας να διενεργήσει έρευνα για τον πολιτικό αντίπαλό του, ενθαρρύνοντας την εμπλοκή ξένου παράγοντα στην δημοκρατία μας. [Η ενέργεια αυτή] συνεχίζει μία συμπεριφορά, η οποία είναι -στην καλύτερη περίπτωση- διεφθαρμένη, προδοτική στην χειρότερη, θέτοντας σε κίνδυνο τη νομιμότητα», υπογράμμισε ο Φίλιπς.
Στην περίπτωση επιβεβαίωσης των αναφορών, θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε τα άρθρα για την παραπομπή του προέδρου και να τα προωθήσουμε στην ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων για την διεξαγωγή άμεσης ψηφοφορίας.
Ωστόσο, μία επίσημη διαδικασία παραπομπής του Αμερικανού προέδρου, πέρα από την Βουλή των Αντιπροσώπων θα πρέπει να ψηφιστεί κι από την Γερουσία, με τους Ρεπουμπλικάνους στο αναφερόμενο νομοθετικό σώμα, να είναι συμπαγώς αρνητικοί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Από την άλλη μεριά, τουλάχιστον 137 Δημοκρατικοί βουλευτές ή ποσοστό 58% της κοινοβουλευτικής τους ομάδας στην Βουλή των Αντιπροσώπων, έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι συμφωνούν στην πραγματοποίηση μιας έρευνας για την παραπομπή του προέδρου Τραμπ, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συλλέξει το ABC News.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ τονίζει ότι “δεν ανησυχεί” για το ενδεχόμενο παραπομπής του, στηριζόμενος προφανώς, στην αρνητική στάση της Γερουσίας και του ηγέτη της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας Μιτς ΜακΚόνελ.
Η Πελόζι ανέφερε στην επιστολή της, το Σαββατοκύριακο, ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα ανοίξει “ένα νέο κεφάλαιο σοβαρής παρανομίας,” εάν πετύχει στην προσπάθειά του να εμποδίσει το Κογκρέσο να μάθει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις συζητήσεις που φέρεται να είχε με Ουκρανούς αξιωματούχους για την διερεύνηση της υπόθεσης του γιου του Μπάιντεν. Τα όσα αποκαλύπτονται, παρατήρησε η Πελόζι θα μπορούσαν να οδηγήσουν τους Δημοκρατικούς «σε ένα νέο συνολικό στάδιο έρευνας».
Πρόκειται για την πιο δυναμική δήλωση-παρατήρηση που έχει κάνει η Πελόζι αντιδρώντας σε αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες, ο Τραμπ ζήτησε την βοήθεια μιας ξένης κυβέρνησης για τον εντοπισμό επιβαρυντικών στοιχείων σε βάρος ενός πολιτικού του αντιπάλου. Ωστόσο, η Πελόζι δεν έχει ακόμη απαντήσει στην πιο σημαντική ερώτηση που υπάρχει στο μυαλό των βουλευτών της κοινοβουλευτικής της ομάδας. Η ερώτηση αυτή, σχετίζονται με το ενδεχόμενο παραπομπής του προέδρου Τραμπ.
Οι συνομιλίες του Τραμπ με την ουκρανική κυβέρνηση σχετικά με τον Μπάιντεν – τις οποίες ο Αμερικανός πρόεδρος εμφανίστηκε να επιβεβαιώνει – έχουν εξοργίσει το Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο διεξάγει ήδη έρευνα για τον πρόεδρο Τραμπ κι αναφορικά με το ενδεχόμενο να ήταν ανοιχτός στην παροχή βοήθειας από ξένη κυβέρνηση, στην διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016.
Οι υψηλόβαθμοι Δημοκρατικοί που παρέμειναν ουδέτεροι στο ζήτημα ενδεχόμενης προεδρικής παραπομπής, όπως ο βουλευτής Άνταμ Σιφ από την Καλιφόρνια που προεδρεύει στην Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, ακούγεται πλέον πιο σίγουρος για να κάνει το δραστικό βήμα και να υποστηρίξει την παραπομπή του Τραμπ.
Ο ίδιος δήλωσε προχθές στην εκπομπή “State of the Union” του CNN ότι η προεδρική παραπομπή “ίσως είναι το μόνο φάρμακο” αν ο Τραμπ προσέφερε στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία για να πείσει τους ηγέτες της να διεξάγουν έρευνα για τον γιο του Μπάιντεν. «Έχουμε ουσιαστικά διασχίσει τον Ρουβίκωνα, εδώ. Ίσως είναι απαραίτητο να κινηθούμε μπροστά με δραστικά [μέτρα]», δήλωσε ο Σιφ.
Στο μεταξύ, το προσωπικό χαλαρό στιλ του προέδρου Τραμπ στις τηλεφωνικές του συνομιλίες βρίσκεται από την προηγούμενη εβδομάδα, στο επίκεντρο του δημοσίου ενδιαφέροντος στην Ουάσινγκτον.
Από την άλλη μεριά, ο ίδιος έχει συνομιλήσει τηλεφωνικά με άγριες διαθέσεις με τον πρωθυπουργό της Αυστραλίας, έχει τηλεφωνήσει στον πρόεδρο του Μεξικού, μπροστά στους δημοσιογράφους, ενώ έχει δώσει τον αριθμό του προσωπικού κινητού του τηλεφώνου τουλάχιστον σε δύο ηγέτες, όταν του το ζήτησαν, παροτρύνοντας τους, να τον καλούν απευθείας, όπως μετέδωσε το CNN.
Από την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων του μέχρι σήμερα, οι τηλεφωνικές συνομιλίες του Τραμπ έχουν εξελιχθεί σε μία προέκταση του απρόβλεπτου χαρακτήρα άσκησης των καθηκόντων και εξουσιών του, καθώς ακολουθούνται ελάχιστοι κανόνες.