Ένα σημαντικό στοίχημα για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, αλλά και για τη χρηματιστηριακή αγορά ανέλαβε χθες η κυβέρνηση, «κλειδώνοντας» με σχετική δημόσια ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών την απόφαση να προχωρήσει «χωρίς καθυστερήσεις» την αποχώρηση του κράτους από τις τράπεζες. Κίνηση μείζονος σημασίας, σε αυτό το πλαίσιο, θα είναι το placement του 20% των μετοχών της Εθνικής από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως το τέλος του έτους.
Η γενική αντίληψη στην αγορά, όπως και στους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης είναι ότι πλέον η Ελλάδα έχει απομακρυνθεί πολύ από τις κακές εποχές της οικονομικής κρίσης, οι τράπεζες έχουν πλήρως εξυγιανθεί και επανέλθει στην κανονικότητα, το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι αρκετά ισχυρό και δεν υπάρχουν αμφιβολίες ότι έως το 2025, που είναι το τελικό χρονικό όριο, σύμφωνα με τον νόμο για το ΤΧΣ, η αποεπένδυση θα έχει ολοκληρωθεί.
Όπως έγραψε ο οίκος Moody’s στην τελευταία του έκθεση για την αναβάθμιση της Ελλάδας κατά δύο «σκαλοπάτια», «το ΤΧΣ θα προωθήσει τη στρατηγική του για την αποεπένδυση που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο 2023 και, με δεδομένες τις ισχυρές αποτιμήσεις και το ενδιαφέρον από τους ξένους επενδυτές, οι προοπτικές για την πώληση των κρατικών μεριδίων στις τράπεζες έως το 2025 είναι καλές».
Όμως, όπως επισημαίνουν χρηματιστηριακοί αναλυτές, σε αυτή τη διαδικασία υπάρχει πάντα ένα σοβαρό ρίσκο εκτέλεσης (execution risk), από το οποίο θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό αν θα κριθεί ως επιτυχημένη η διαδικασία της αποεπένδυσης. Με τη σειρά της, η επιτυχία εν προκειμένω ορίζεται με βάση τα νέα κεφάλαια που θα εισρεύσουν και την τιμή διάθεσης της μετοχής, δηλαδή πόσο κοντά θα είναι η σχέση τιμής/λογιστικής αξίας με τις αντίστοιχες σχέσεις των ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών.
Το σοβαρότερο ρίσκο, ασφαλώς, συνδέεται με τις ευμετάβλητες συνθήκες στις διεθνείς αγορές -από τις οποίες θα πρέπει να προέλθουν τα νέα κεφάλαια για τις τράπεζες- και στο ελληνικό χρηματιστήριο. Όλα εξαρτώνται από το timing και η επιλογή του σωστού χρόνου εκτέλεσης των συναλλαγών θα κρίνει τελικά αν θα χαρακτηρισθεί ως επιτυχημένη η διάθεση των τραπεζικών μετοχών.
Η κυβέρνηση εξαρχής είχε σχεδιάσει να προχωρήσει τη μεγάλη συναλλαγή για το 20% της Εθνικής Τράπεζας πριν το τέλος του έτους, εκτιμώντας ότι θα κεφαλαιοποιούσε με τον καλύτερο τρόπο το βελτιωμένο επενδυτικό κλίμα από την εκλογική της επιτυχία και τις αναμενόμενες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας.
Ωστόσο -και σε αυτό το σημείο εντοπίζονται τα ρίσκα-, παρότι όλα εξελίσσονται σύμφωνα με τις αρχικές προσδοκίες όσον αφορά τις αναβαθμίσεις από τους οίκους, το επενδυτικό κλίμα στο χρηματιστήριο έχει επιδεινωθεί αρκετά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι απώλειες του τραπεζικού δείκτη αυτόν τον μήνα ξεπερνούν το 10%, ενώ η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, που είναι υποψήφια για την πρώτη μεγάλη συναλλαγή, έχει χάσει περισσότερο από 15% από το υψηλό 12μήνου που είχε καταγραφεί τον Αύγουστο.
Σε αυτό το περιβάλλον, δεν είναι λίγοι όσοι εκτιμούν ότι η κυβέρνηση θα ήταν σκόπιμο να αναλάμβανε λιγότερες δημόσιες δεσμεύσεις για την υλοποίηση «χωρίς καθυστερήσεις» ενός σχεδίου που χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας.
Ένας κίνδυνος, επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, είναι μια ενδεχόμενη μικρή αναβολή του placement της Εθνικής να ερμηνευθεί ως μια αστοχία στο πρόγραμμα αποεπένδυσης και να επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να κρατήσει «κλειστά χαρτιά», παραπέμποντας στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που έχει την κύρια ευθύνη υλοποίησης του σχεδίου αποεπένδυσης, ώστε να μην προτάξει ανάμεσα στους στόχους της οικονομικής πολιτικής ένα στόχο με αρκετά υψηλή αβεβαιότητα.
Προσδοκίες στο ΧΑ για «φρέσκα» κεφάλαια
Για τη χρηματιστηριακή αγορά, συνολικότερα, οι διαδικασίες αποεπένδυσης, δηλαδή πρωτίστως για τη φετινή χρονιά το placement μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, που θα είναι η πρώτη μεγάλη συναλλαγή διάθεσης τραπεζικών μετοχών και θα το ακολουθήσει, τον επόμενο χρόνο, η αντίστοιχη συναλλαγή για μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς, έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Στο καλό σενάριο, θα λειτουργήσουν σαν ένας μηχανισμός προσέλκυσης νέων ξένων κεφαλαίων, ύστερα μάλιστα από μια περίοδο αρκετών μηνών, όπου τα στοιχεία του ΧΑ καταγράφουν τους ξένους επενδυτές ως καθαρούς πωλητές (πωλούν μετοχές μεγαλύτερης αξίας από τις μετοχές που αγοράζουν).
Το σενάριο που θα πρέπει, όμως, να μην επαληθευθεί είναι αυτό της ανακύκλωσης ξένων κεφαλαίων που ήδη έχουν τοποθετηθεί στην αγορά. Δηλαδή, να ρευστοποιήσουν ξένοι επενδυτές μετοχές για να τοποθετήσουν κεφάλαια στο placement της Εθνικής και αργότερα της Πειραιώς. Είναι βέβαιο ότι σε ένα βαθμό θα γίνει αυτή η ανακύκλωση και πιθανότατα, όπως λένε αναλυτές, βλέπουμε ήδη ρευστοποιήσεις από ξένους επενδυτές που θέλουν να είναι έτοιμοι για το placement. Για να είναι επωφελές το placement για την αγορά συνολικότερα, όμως, θα πρέπει ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαίων που θα τοποθετηθούν να είναι «φρέσκα». Και αυτό δεν είναι κάτι απλό, όταν η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία του 20% της Εθνικής ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ.
Ως τώρα, πάντως, οι αναλυτές συμφωνούν ότι είναι μικροί οι κίνδυνοι από το λεγόμενο “stock overhang”, δηλαδή την πίεση που ασκείται σε μια μετοχή όταν θεωρείται ότι η προσφορά, λόγω πρωτοβουλιών ενός βασικού μετόχου, μπορεί να υπερβεί τη ζήτηση. Είναι χαρακτηριστική η στάση των αναλυτών της Pantelakis Sec., που για αρκετό καιρό εφάρμοζαν ένα discount αποτιμήσεων 15% στις μετοχές της Εθνικής και της Πειραιώς, λόγω του stock overhang, αλλά από τη στιγμή που το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας παρουσίασε τη στρατηγική αποεπένδυσης θεώρησαν ότι αυτός ο κίνδυνος είχε εξαλειφθεί και έπαψαν να «κόβουν» τις τιμές στόχους.
Το βλέμμα της αγοράς στρέφεται πλέον, μετά τις χθεσινές ανακοινώσεις από το υπουργείο Οικονομικών, στις κινήσεις του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, καθώς το διοικητικό συμβούλιο του ΤΧΣ αναμένεται να συνεδριάσει για να αποφασίσει να θέσει σε κίνηση τις διαδικασίες, αρχής γενομένης από την πρόσληψη συμβούλου, για να προχωρήσει το placement της Εθνικής τον Νοέμβριο. Σημειώνεται ότι στις 20 Οκτωβρίου είναι προγραμματισμένη και η αξιολόγηση από τον οίκο S&P, που, εφόσον δώσει, όπως αναμένεται, την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα θα δώσει και μια ισχυρή ώθηση στο placement.