Το 2022 θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως «η χρονιά του δολαρίου». Το αμερικανικό νόμισμα κινήθηκε ισχυρά ανοδικά έναντι όλων των ανταγωνισμών του, οδηγώντας από τη μία πλευρά όσους επενδυτές το εμπιστεύθηκαν σε σημαντικά κέρδη, αλλά ταυτόχρονα πλήττοντας και τα μεγέθη κάποιων επιχειρήσεων.
Παρά την πορεία ήπιας διόρθωσής του το τελευταίο διάστημα, το δολάριο εκτιμάται ότι θα παραμείνει ο «βασιλιάς» στην αγορά συναλλάγματος και το 2023, έστω και εάν υπάρχουν ξεκάθαρες ενδείξεις για διολίσθηση των ΗΠΑ σε ήπια ύφεση. Το ζενίθ για το νόμισμα ήταν τον Σεπτέμβριο, όπου βρέθηκε στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, με τον δείκτη δολαρίου να έχει σημειώσει κέρδη 20% από την αρχή του έτους.
Αν και η αύξηση των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων αποτέλεσε βασικό καταλύτη για το ράλι του δολαρίου, υπήρξαν και άλλοι παράγοντες που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση του δολαρίου. Οι επενδυτές συνέρρευσαν στο δολάριο -που αποτελεί δημοφιλή προορισμό σε αβέβαιους καιρούς- για να προστατευτούν από τη μεταβλητότητα των αγορών που προκλήθηκε από την έξαρση του πληθωρισμού διεθνώς, την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Επίσης, η συγκριτική ισχύς της αμερικανικής οικονομίας ενίσχυσε τη γοητεία του δολαρίου σε μια εποχή που οι φόβοι για μια ενεργειακή κρίση σφυροκόπησαν τα ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία, ενώ οι αυστηροί έλεγχοι COVID-19 έπληξαν την ανάπτυξη της Κίνας.
Ακόμα και μετά τον περιορισμό των κερδών τους τελευταίους μήνες, το αμερικανικό νόμισμα εξακολουθεί να βρίσκεται σε τροχιά για την καλύτερη χρονιά του από το 2014. Οι διαχειριστές κεφαλαίων που συμμετείχαν σε έρευνα της BoFA Global Research το χαρακτήρισαν ως το trading με τις περισσότερες συναλλαγές για πέμπτο συνεχόμενο μήνα τον Νοέμβριο, ενώ ένας αριθμός ρεκόρ συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωσε ότι το νόμισμα είναι υπερτιμημένο.
Παρόλα αυτά, σε δημοσκόπηση του Reuters, 66 κορυφαίοι αναλυτές συναλλάγματος εκτίμησαν ότι το δολάριο θα διαπραγματεύεται στο σημερινό του επίπεδο σε περίπου ένα χρόνο από τώρα, με πολλούς να αναμένουν ότι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών θα πλήξει την ανάπτυξη και θα ενισχύσει και πάλι την ελκυστικότητα του πράσινου δολαρίου ως ασφαλούς καταφυγίου. Η σωστή διαμόρφωση του δολαρίου αποτελεί κλειδί για τους επενδυτές, καθώς η πορεία του επηρεάζει τα πάντα, από τα εταιρικά κέρδη μέχρι τις τιμές των πρώτων υλών όπως το πετρέλαιο και ο χρυσός.
Η αρνητική επίδραση
Ένα ισχυρότερο δολάριο καθιστά τα προϊόντα των αμερικανικών εταιρειών λιγότερο ανταγωνιστικά, ενώ πλήττει τις αμερικανικές πολυεθνικές που πρέπει να «γυρίσουν» τα κέρδη τους σε δολάρια. Η έκθεση των εισηγμένων του S&P 500 στις αγορές εκτός ΗΠΑ ανέρχεται σε περίπου 30%, σύμφωνα με την Bank of America, με τους κλάδους της τεχνολογίας και των πρώτων υλών να είναι οι πιο ευάλωτοι.
Οι Nike, IBM και Meta Platforms ήταν μεταξύ του φάσματος εταιρειών που προειδοποίησαν για πλήγμα από ένα ισχυρότερο δολάριο φέτος. Το ράλι του δολαρίου έκοψε περίπου 8% από τα κέρδη του S&P το 2022, σύμφωνα με τον Τομ Λι, επικεφαλής έρευνας της Fundstrat Global Advisors.
Για τον υπόλοιπο κόσμο, ένα ισχυρότερο αμερικανικό νόμισμα πιέζει την τιμή του πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων που εκφράζονται σε δολάρια, καθιστώντας τα ακριβότερα για τους ξένους αγοραστές, ενώ παράλληλα καθιστά ακριβότερη την εξυπηρέτηση του χρέους τους για τις μη αμερικανικές εταιρείες και τις κυβερνήσεις που έχουν δανειστεί σε δολάρια.
Και ενώ ένα ισχυρό δολάριο μπορεί να περιορίσει τις τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ, πιέζει επίσης τα νομίσματα άλλων χωρών, συμβάλλοντας στην επιδείνωση του πληθωρισμού σε όλο τον κόσμο. Κατά μέσο όρο, η εκτιμώμενη μετακύλιση μιας ανατίμησης του δολαρίου κατά 10% στον πληθωρισμό είναι 1%, εκτίμησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τον Οκτώβριο.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το κλίμα της Wall Street σχετικά με το δολάριο μπορεί να αλλάζει. Τα στοιχεία που έδειξαν ότι οι τιμές καταναλωτή μειώθηκαν λιγότερο από ό,τι αναμενόταν τον Οκτώβριο συνέβαλαν στην τροφοδότηση της πτώσης του δολαρίου κατά 5% έναντι ενός καλαθιού νομισμάτων τον περασμένο μήνα, τη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση του από το 2010.
Το αν θα συνεχιστεί η πτώση του δολαρίου μπορεί να εξαρτηθεί από την ικανότητα της Fed να συγκρατήσει τον πληθωρισμό αρκετά ώστε να χαλαρώσει τελικά τη νομισματική πολιτική. Μακροπρόθεσμα, οι οικονομικές ανησυχίες ενδέχεται να αναλάβουν ως κινητήριος μοχλός των κινήσεων του δολαρίου. Σχεδόν το 80% των αναλυτών που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters δήλωσαν ότι υπάρχει μικρό περιθώριο για άνοδο του δολαρίου με βάση τη νομισματική πολιτική.