Με τις μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας να φαίνονται πολύ πιο υγιείς από την Ευρώπη το 2023 (1-2% αύξηση του ΑΕΠ), με το κόστος του ελληνικού δημόσιου χρέους να είναι σε μεγάλο βαθμό σταθερό (άρα δεν επηρεάζεται από τις αυξήσεις των επιτοκίων) με μεγάλη μέση διάρκεια και χωρίς σημαντικές αποπληρωμές χρέους, και με τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάπτυξης να μπορούν να στηρίξουν την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια, η ελληνική επενδυτική ιστορία φαίνεται σίγουρα ελκυστική μεσοπρόθεσμα, όπως εκτιμά σε ανάλυσή της η Eurobank Equities.
Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα το διεθνές σκηνικό φαίνεται αρκετά δύσκολο ενόψει του 2023, ιδίως καθώς οι ελπίδες για μια στροφή των κεντρικών τραπεζών έχουν επανειλημμένα διαψευστεί. Ο αντίθετος άνεμος από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στις μετοχές περιορίζει κάθε σημαντική βραχυπρόθεσμη άνοδο.
Στο εσωτερικό μέτωπο, το βασικό γεγονός κινδύνου για την Ελλάδα είναι οι βουλευτικές εκλογές (α’ εξάμηνο 2023). Αν και αυτές δεν είναι πιθανό να οδηγήσουν σε θεμελιώδη αλλαγή πολιτικής, η πορεία μέχρι το σχηματισμό κυβέρνησης (πιθανώς συνασπισμού) δεν θα είναι καθόλου γραμμική και πιθανότατα θα απαιτηθούν δύο εκλογικοί γύροι, σηματοδοτώντας έτσι μια περίοδο μεταβλητότητας. Σε αυτή τη βάση, εκτιμάται ότι το 2023 θα είναι ένα έτος με δύο όψεις. Στο α’ εξάμηνο μπορεί να υπάρξει υποχώρηση της αγοράς λόγω των εκλογών αλλά και εξαιτίας των αυξημένων επιτοκίων στην Ευρώπη.
Ως εκ τούτου αναμένεται ότι το πρόσφατο ράλι για την ελληνική αγορά (+16% σε σύγκριση με τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου) θα μπορούσε να περιοριστεί, ενώ μία ανοδική κίνηση προς το τέλος του επόμενου έτους θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα τοποθετήσεων στα χαμηλά, αλλά και τεχνικής αντίδρασης.
Οι κορυφαίες επιλογές
Αποτέλεσμα αυτής της εκτίμησης είναι οι αναλυτές της ελληνικής χρηματιστηριακής να τάσσονται υπέρ μίας αμυντικής στάσης για το α’ εξάμηνο του 2023 προτιμώντας μετοχές με σταθερή λειτουργική δυναμική όπως αυτές των ΟΠΑΠ (με τιμή – στόχο 15,9 ευρώ), Mytilineos (με τιμή – στόχο 25,6 ευρώ) και Jumbo (με τιμή – στόχο 17,2 ευρώ) που είναι και οι κορυφαίες επιλογές τους.
Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες η αύξηση των εσόδων από τόκους (ΝΙΙ), λόγω της αύξησης των επιτοκίων, η βελτίωση των δεικτών απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (ROTE) και οι συμπιεσμένες αποτιμήσεις αφήνουν μια θετική ισορροπία κινδύνου/απόδοσης για τους μακροπρόθεσμους επενδυτές.
Πάντως η πορεία τους δεν αναμένεται να είναι απόλυτα ομαλή με τη Eurobank Equities να θεωρεί ως καλύτερη επιλογή την Εθνική Τράπεζα, δεδομένου του συνδυασμού των καλύτερων στην κατηγορία της κεφαλαιακών δεικτών με βάση τα πρότυπα της ΕΕ, της υψηλότερης κάλυψης NPE μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και των συναρπαστικών δεικτών απόδοσης/αποτίμησης (>10% ROTE μετά το 2023e για <0,6x P/TBV).
Οι ελληνικές μη χρηματοπιστωτικές μετοχές διαπραγματεύονται με discount περίπου 30% έναντι των αντίστοιχων στην ΕΕ και με discount περίπου 20% έναντι του δικού τους ιστορικού μέσου όρου. Οι ελληνικές μετοχές φαίνεται να τιμολογούνται με απαισιόδοξη προοπτική και έχουν υποτιμηθεί αρκετά, ώστε η επίδραση της αύξησης των επιτοκίων στις αποτιμήσεις να μπορεί να μειωθεί. Ωστόσο, προβλέπεται ότι οι αποτιμήσεις θα παραμείνουν όμηροι του συναισθήματος και της επικρατούσας διάθεσης μη ανάληψης κινδύνου στο α’ εξάμηνο.
Πολιτικό ρίσκο και μετοχές
Όσον αφορά τις επιδόσεις, το ΧΑ σημείωσε θετική απόδοση το τελευταίο έτος ξεπερνώντας τις περισσότερες διεθνείς αγορές (έχοντας ξεκινήσει από χαμηλή βάση). Ο πήχης είναι συνεπώς υψηλότερος για το 2023, αλλά οι ελκυστικές αποτιμήσεις προσφέρουν σίγουρα κάποιο μαξιλάρι.
Στην προηγούμενη ενημέρωσή της η Eurobank Equities είχε εκτιμήσει ότι το θέμα των υποκλοπών καθιστούσε το πολιτικό σκηνικό κάπως πιο επισφαλές. Η κατάσταση έχει γίνει ακόμη πιο ασαφής μετά το σκάνδαλο διαφθοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο οποίο εμπλέκεται ευρωβουλευτής της ομάδας των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών. Η πόλωση και ένταση μεταξύ των δύο κυρίαρχων κομμάτων έχει καταστήσει κάπως πιο δύσκολο το σενάριο ενός συνασπισμού μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και του ΠΑΣΟΚ - το πιο προφανές βιώσιμο σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης στις επόμενες εκλογές.
Θεωρείται ότι η επανεμφάνιση της πολιτικής αβεβαιότητας - ακόμη και αν τελικά δεν οδηγήσει σε καμία πραγματική αλλαγή στην πολιτική - είναι πιθανό να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στα ασφάλιστρα κινδύνου των μετοχών, περιορίζοντας έτσι κάθε πιθανή ανάκαμψη τους επόμενους μήνες.