Η εκπλήρωση των υποσχέσεων του Βλαντιμίρ Πούτιν ότι η Gazprom θα ανοίξει τις στρόφιγγες εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο, αν και θετική εξέλιξη, μάλλον θα πρέπει να απογοήτευσε όσους ανέμεναν μία διαρκή υποχώρηση στις τιμές του.
Αν και η τιμή του φυσικού αερίου έχει υποχωρήσει σημαντικά, η πορεία της από τις 5 Νοεμβρίου έως και την Παρασκευή 12 Νοεμβρίου –όπως φαίνεται και στο διάγραμμα που ακολουθεί- ουσιαστικά παρέμεινε στάσιμη, καθώς από τα 74 ευρώ που διαμορφώθηκε στις 5 Νοεμβρίου στην ολλανδική αγορά, έφθασε στα 75 ευρώ στις 11 του μήνα.
Η πορεία της τιμής του αερίου στην αγορά της Ολλανδίας μεταξύ 5 - 12 Νοεμβρίου
Η αρχική ευφορία λόγω της αύξησης των προμηθειών από τη Gazprom αντικαταστάθηκε με αρκετά ερωτηματικά για το κατά πόσο ο κολοσσός του φυσικού αερίου θα συνεχίσει να αυξάνει τις ποσότητες που φθάνουν στην Ευρώπη σε τέτοιο βαθμό ώστε να καλύψει τη συνεχώς αυξανόμενη και λόγω της χειμερινής περιόδου ζήτηση.
Αρκετοί είναι οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι η Gazprom ή ορθότερα η Μόσχα δεν πρόκειται να συνεχίσει να είναι γενναιόδωρη προς την Ευρώπη, εάν δεν ολοκληρωθεί η αδειοδότηση για τον αγωγό Nord Stream 2, με το φυσικό αέριο να παραμένει ένα από τα «γερά χαρτιά» της Ρωσίας προκειμένου να προωθήσει και τις γεωπολιτικές της επιδιώξεις.
Με δεδομένη, δε, την αναταραχή που έχει προκαλέσει σε καταναλωτές και οικονομίες η εκρηκτική πορεία των τιμών φυσικού αερίου, δεν είναι καθόλου παράξενο που στις πρόσφατες ανακοινώσεις της Κομισιόν αναφορικά με τις εκτιμήσεις της για την οικονομία, φρόντισε να «προσθέσει» και μία εκτενή ανάλυση για τις επιπτώσεις που έχουν αυτές οι αυξήσεις στην ανάπτυξη, το εισόδημα των νοικοκυριών και φυσικά στον πληθωρισμό.
Η Επιτροπή, εξετάζοντας τις αιτίες για τις οποίες υπήρξε μεγάλη άνοδος στις τιμές φυσικού αερίου σημειώνει ότι οφείλονται στη σημαντική υποχώρηση των αποθεμάτων, τη μειωμένη τροφοδοσία από τη Ρωσία, τη χαμηλότερη του αναμενόμενου παραγωγή ενέργειας από αιολική και υδροηλεκτρική ενέργεια αλλά και τις μειωμένες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) που έφθασαν στη Γηραιά Ήπειρο, λόγω και της μεγάλης αύξησης της ζήτησης από την Ασία.
Τιμές spot και προθεσμιακές για φ. αέριο και ηλεκτρική ενέργεια (Εκτιμήσεις Κομισιόν)
Προκειμένου να γίνει καλύτερα αντιληπτή η πορεία των τιμών φυσικού αερίου σημειώνεται ότι από 7 ευρώ/MWh τον Απρίλιο του 2020 εκτινάχθηκε υψηλότερα από τα 100 ευρώ για να «μαζέψει» ελαφρώς στο επίπεδο των 75 ευρώ την Παρασκευή.
Οι αγορές προθεσμιακών συμβολαίων υποδεικνύουν ότι οι τιμές χονδρικής θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα έως τα τέλη του 2021, ενώ θα φθάσουν κοντά στα 50 ευρώ/MWh προς τα τέλη του α’ τριμήνου του 2022, αλλά σίγουρα όχι στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν από την πανδημία. Μαζί με το φυσικό αέριο ανοδικό πορεία, κάτι που έχουν διαπιστώσει πρόσφατα και οι Έλληνες καταναλωτές, ακολουθούν και οι τιμές χονδρικής στην ηλεκτρική ενέργεια και ακολούθως και αυτές λιανικής με αρκετά «φουσκωμένους» λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη.
Αρκετά δυσάρεστες είναι οι εκτιμήσεις της Κομισιόν για την πορεία των τιμών χονδρικής στην ηλεκτρική ενέργεια, καθώς η τιμή από 20 ευρώ/MWh τον Απρίλιο του 2020, βρέθηκαν στα 150 ευρώ στις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας και εκτιμάται ότι θα παραμείνουν σε αυτά ή ακόμη υψηλότερα επίπεδα έως το τέλος του έτους και θα φθάσουν περί των 75 ευρώ/MWh στις αρχές της άνοιξης του επόμενου έτους. Όσο για την τιμή του πετρελαίου η Κομισιόν εκτιμά ότι θα φθάσει σε μέσο όρο στα 71,6 δολάρια το βαρέλι φέτος, στα 78,9 δολάρια το 2022 και θα υποχωρήσει στα 72,3 δολάρια το 2023.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε σύγκριση με τις προβλέψεις που είχε δημοσιοποιήσει την προηγούμενη άνοιξη η Κομισιόν υποδεικνύει ότι υπάρχει αύξηση του κόστους εισαγωγών στην ενέργεια κατά 33% το 2021, ενώ θα φθάσει στο 18% το 2022. Η άνοδος αυτή δεν είναι χωρίς συνέπειες καθώς «φουσκώνει» το κόστος παραγωγής και ακολούθως και τις τελικές τιμές των προϊόντων που φθάνουν στους καταναλωτές.
Με δεδομένα τα παραπάνω στοιχεία η Επιτροπή εκτιμά ότι οι υψηλότερες ενεργειακές τιμές μπορούν να οδηγήσουν τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη κατά 0,9 μονάδες υψηλότερα απ’ ότι εκτιμούσε την άνοιξη και να προσθέσουν επίσης μία μονάδα στον τελικό πληθωρισμό του επόμενου έτους.