Ο έλεγχος των τραπεζικών καταθέσεων και των εμβασμάτων είναι το βασικό εργαλείο των φορολογικών ελέγχων που χρησιμοποιούν κατά κόρον οι φοροελεγκτικές αρχές, στο πλαίσιο της μεθόδου των «έμμεσων τεχνικών ελέγχου», οι οποίες εμπλουτίστηκαν με περαιτέρω εργαλεία.
Πρόκειται για τη διαδικασία προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων, όταν αυτό δεν προκύπτει από τα βιβλία της επιχείρησης και η εφορία έχει ενδείξεις ή την υπόνοια ότι διαπράχθηκε φοροδιαφυγή.
Μεταξύ των εργαλείων που ενσωματώνει η συγκεκριμένη μέθοδος είναι ο έλεγχος τους ύψους και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών και, εφόσον υπάρχουν διαφορές σε σχέση με τα βιβλία της επιχείρησης ή των δηλώσεων του επιχειρηματία, τότε καλείται για εξηγήσεις και έπονται τα πρόστιμα εάν δεν πείσει.
Οι έλεγχοι με τη διαδικασία αυτή είναι εκτεταμένοι, ενώ εκατοντάδες είναι οι προσφεύγοντες στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, αλλά και στα φορολογικά δικαστήρια, αμφισβητώντας τις διαπιστώσεις των ελεγκτών και οι λογιστές κάνουν λόγο για «αυθαιρεσίες».
Τι είναι οι έμμεσες τεχνικές
Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, η λογική της μεθόδου στηρίζεται στην αρχή, σύμφωνα με την οποία ο φορολογούμενος απαιτείται να τηρεί επαρκή αρχεία για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματός του.
Όταν, όμως, ο λογιστικός προσδιορισμός δεν αντικατοπτρίζει σαφώς το εισόδημά του, η φορολογική διοίκηση έχει την εξουσία να υπολογίζει το φορολογητέο εισόδημα χρησιμοποιώντας εναλλακτικές μεθόδους.
Με τον πρόσφατο φορολογικό νόμο, 5073/2023, διευρύνθηκε το πλαίσιο εντός του οποίου μπορούν οι φορολογικές αρχές (ΕΛΚΕ, ΔΟΥ, ΚΕΦΟΜΕΠ, ΚΕΜΕΕΠ) να εφαρμόζουν τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου.
Έτσι, πλέον οι έμμεσες τεχνικές μπορούν να εφαρμοστούν σχεδόν σε όλες τις υποθέσεις ελέγχου, τείνουν δε να αντικαταστήσουν τον παραδοσιακό τρόπο, ο οποίος γίνεται απλά ένα δευτερεύον εργαλείο κατά την εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών.
Πιο συγκεκριμένα, το πλαίσιο των έμμεσων τεχνικών προβλέπει ότι το εισόδημα των φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που ασκούν ή προκύπτει ότι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα μπορεί να προσδιορίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο στοιχείο ή με έμμεσες μεθόδους ελέγχου κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Όταν τα λογιστικά αρχεία δεν τηρούνται ή οι οικονομικές καταστάσεις δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον νόμο για τα λογιστικά πρότυπα, ή
- όταν τα φορολογικά στοιχεία ή τα λοιπά προβλεπόμενα σχετικά δικαιολογητικά δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον Κ.Φ.Δ., ή
- όταν τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία δεν προσκομίζονται στη Φορολογική Διοίκηση εντός της προθεσμίας της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ. μετά από δύο σχετικές προσκλήσεις, ή
- όταν υπάρχει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των δηλούμενων οικονομικών μεγεθών, ιδίως των αγορών, των πωλήσεων και των αποθεμάτων, ή
- όταν δεν επαληθεύεται ο συντελεστής μικτού κέρδους που προκύπτει από τα δηλούμενα αποτελέσματα με αυτόν που προκύπτει βάσει των παραστατικών αγορών και πωλήσεων ή υπάρχει αδικαιολόγητη μεταβολή αυτού μεταξύ διαδοχικών ετών, ή
- όταν δηλώνεται ζημία σε τρία (3) τουλάχιστον συνεχόμενα φορολογικά έτη και δεν προκύπτει ο τρόπος χρηματοδότησης της επιχείρησης, με τον οποίο καλύπτονται οι υποχρεώσεις της.
Οι τρεις πρώτες προϋποθέσεις προϋπήρχαν, ενώ οι τρεις τελευταίες προστέθηκαν με τον τελευταίο φορολογικό νόμο.
Οι τεχνικές που εφαρμόζονται κατά την διαδικασία του ελέγχου είναι οι ακόλουθες:
- η αρχή των αναλογιών,
- η ανάλυση ρευστότητας του φορολογούμενου,
- η καθαρή θέσης του φορολογούμενου,
- η σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και
- το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.
Αντιδράσεις λογιστών
Οι λογιστές επισημαίνουν ότι με τη διαδικασία αυτή, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υφίστανται φορολογικό έλεγχο επιβαρύνονται άδικα με φόρους και πρόσθετες επιβαρύνσεις, πολλαπλάσια πολλές φορές των ποσών που ενδεχομένως φοροαπέφυγαν, γεγονός που έχει καταστροφικές συνέπειες για την οικονομική επιβίωση των μεμονωμένων αυτών προσώπων.
Υπάρχουν επίσης και αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τις οποίες το φορολογητέο εισόδημα προσδιορίζεται εξωλογιστικώς στις περιπτώσεις που δεν είναι εφικτός ο λογιστικός προσδιορισμός του με βάση τα τηρούμενα από την επιχείρηση βιβλία και στοιχεία.
Από την εποχή του Αλ Καπόνε
Οι «έμμεσες τεχνικές» είναι μια μέθοδος με μεγάλη ιστορία, καθώς εμφανίστηκαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1930.
Μάλιστα, πριν ακόμη νομοθετηθούν, χρησιμοποιήθηκαν για να συλληφθεί για φοροδιαφυγή ο γνωστός γκάγκστερ, Αλ Καπόνε.
Καθώς, δε, διαπιστώθηκε η αποτελεσματικότητά τους, στη συνέχεια το 1936 νομοθετήθηκαν και έκτοτε αποτελούν ένα ισχυρό όπλο της αμερικανικής φορολογικής υπηρεσίας, του γνωστού IRS.