Εμφανής είναι η ανάγκη στην Ελλάδα για νέες επενδύσεις ανάπτυξης δικτύων από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους στις αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές, καθώς το χάσμα που υπάρχει έναντι των αστικών κέντρων είναι από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ, θέτοντας σε κίνδυνο τον ψηφιακό μετασχηματισμό του αγροτικού τομέα. Η πρόσβαση στο διαδίκτυο αποτελεί έναν από τους βασικούς ψηφιακούς στόχους για την ΕΕ έως το 2030, και πρέπει να είναι διαθέσιμη όσον αφορά το κόστος και την προσβασιμότητα.
Όπως αναφέρει η έκθεση DESI της Κομισιόν για την ψηφιακή ετοιμότητα των κρατών μελών, η ευρυζωνική κάλυψη των αγροτικών περιοχών παραμένει πρόκληση, καθώς το 8,5% των νοικοκυριών δεν καλύπτεται από κανένα σταθερό δίκτυο και το 32,5% δεν εξυπηρετείται από καμία τεχνολογία NGA (δίκτυα επόμενης γενιάς). Ωστόσο, το 4G είναι ευρέως διαθέσιμο και στις αγροτικές περιοχές (99,6%).
Όσον αφορά τις σταθερές συνδέσεις, σημειώθηκε αύξηση της κάλυψης των αγροτικών περιοχών σε FTTP (από 29% το 2010 σε 37% το 2021), με την Ελλάδα να βρίσκεται σημαντικά πίσω έχοντας μόλις 1 στα 5 νοικοκυριά συνολικά στη χώρα να βρίσκεται σε σύνδεση υπερυψηλών ταχυτήτων, ενώ στις αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές ή μέγιστη ταχύτητα που μπορεί να φτάσει ένας καταναλωτής είναι τα 50 Mbps.
Στελέχη της αγοράς σημειώνουν στο BD πως η καθυστέρηση αυτή που παρατηρείται στην Ελλάδα, οφείλεται στις αρκετές ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στις «λευκές» αγροτικές περιοχές. Αναφέρουν πως υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις σε υποδομές που απαιτούνται για να αναπτυχθούν δίκτυα υπερυψηλών ταχυτήτων, με το κόστος ανάπτυξης τέτοιων υποδομών σε τέτοιες περιοχές να είναι σημαντικό.
Ειδικότερα, αν υπολογιστεί η χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα το κόστος είναι κατά πολύ υψηλότερο έναντι των αστικών περιοχών όπου κατοικούν περισσότερα άτομα, ενώ και η ασθενέστερη αγοραστική ισχύ που υπάρχει λειτουργούσε αποτρεπτικά για τους παρόχους να επενδύσουν σε αυτές τις περιοχές.
Όπως επισημαίνει η έκθεση το μεγάλο χάσμα μεταξύ της συνολικής και της αγροτικής κάλυψης VHCN δείχνει τις περιφερειακές ανισότητες στις ψηφιακές ευκαιρίες και επιβεβαιώνει ότι χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις για να καλύψουν οι αγροτικές περιοχές το χαμένο έδαφος.
Ευρωπαϊκή στήριξη για γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος
Για την εξάλειψη του ψηφιακού χάσματος στις αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές, η ΕΕ υποστηρίζει επενδύσεις με πρωτοφανή τρόπο. Ήδη έχουν εγκριθεί στην Ευρώπη μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις ύψους 16 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη δικτύων τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ιδίως στις αγροτικές περιοχές.
Επιπλέον, η ΕΕ θα μοχλεύσει επίσης επενδύσεις μέσω των νέων Ταμείων Συνοχής, του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξη (ΕΓΤΑΑ), του InvestEU και των δανείων της ΕΤΕπ, και, τέλος, μέσω του CEF Digital.
Το CEF Digital, ένα πρόγραμμα που διαχειρίζεται άμεσα η Επιτροπή μέσω του οργανισμού HADEA (Ευρωπαϊκός Εκτελεστικός Οργανισμός για την Υγεία και τον Ψηφιακό τομέα), θα χορηγήσει 2 δισ. ευρώ σε διάστημα 7 ετών για υποδομές συνδεσιμότητας υψηλής απόδοσης, με στόχο τη μόχλευση στοχευμένων επενδύσεων ύψους 3 έως 6 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους στόχους ψηφιακής συνδεσιμότητας για το 2030.
Τα σχέδια των παρόχων για υψηλές ταχύτητες στην Περιφέρεια
Οι πάροχοι έχουν προαναγγείλει επενδύσεις περίπου 5 δισ. ευρώ μέχρι το 2027 για να καλυφθεί το μεγάλο χάσμα που χωρίζει την Ελλάδα από την Ευρώπη, ενώ το έργο Ultra Fast Broadband που έχουν αναλάβει ΟΤΕ και Grid Telecom αναμένεται να ανεβάσει τις ταχύτητες του διαδικτύου σε περιοχές που δεν έχουν μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον.
Ήδη ο ΟΤΕ έχει ανακοινώσει την επιτάχυνση του επενδυτικού του πλάνου και επιδιώκει να καλύψει περίπου τα 2/3 των γραμμών της χώρας με οπτική ίνα, φέρνοντας το FTTH σε 1 εκατ. νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του 2022, και σε 3 εκατ. μέχρι το 2027. Ο ΟΤΕ προχώρησε και στην άντληση κεφαλαίων μέσω δανειακής σύμβασης με την EBRD, ώστε να αναπτυχθεί το δίκτυο Fiber to the Home σε 12 περιοχές της περιφέρειας (Αχαΐα, Χαλκιδική, Κέρκυρα, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Έβρος, Λάρισα, Λευκάδα, Ρέθυμνο, Ροδόπη, Τρίκαλα και Ξάνθη) και να αποκτήσουν πρόσβαση στο δίκτυο οπτικών ινών του ΟΤΕ 371.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Επίσης στη Β. Ελλάδα συνεχίζονται να απλώνονται τα δίκτυα οπτικών ινών με Θεσσαλονίκη και Καλαμαριά να πλησιάζουν το 100% σε πρόσβαση ενώ συνεχίζονται οι εργασίες στους δήμους Αγίου Γεωργίου, Επανομής, Ευκαρπίας, Εχεδώρου, Θέρμης, Θεσσαλονίκης, Πανοράματος, Πυλαίας και Ωραιοκάστρου.
Μέσα από το επενδυτικό της πρόγραμμα ύψους 600 εκατ. ευρώ, στην επόμενη διετία, η Vodafone θα προχωρήσει στην κατασκευή και ανάπτυξη νέων δικτύων FTTH και σε άλλες περιοχές σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Βόλο, Κοζάνη, Βέροια και Ιωάννινα, καλύπτοντας τους εσωτερικούς δακτυλίους, ενώ θα εντάξει στο επενδυτικό της πλάνο και την κάλυψη με FTTH περιοχών που είχαν μείνει εκτός του αρχικού πλάνου.
Παράλληλα τρέχει και το υποθαλάσσιο καλώδιο μήκους 610 χλμ. που θα συνδέσει την Αττική με τα νησιά Σύρο, Τήνο, Μύκονο, Πάρο, Νάξο, Σαντορίνη, Κω, Ρόδο και Κρήτη.
Το μεγάλο έργο που θα αλλάξει την εικόνα της χώρας
Το έργο για το δίκτυο Ultra Fast Broadband έχει προϋπολογισμό 700 εκατ. ευρώ και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα τηλεπικοινωνιακά έργα ΣΔΙΤ στην Ευρώπη. Εκτιμάται ότι θα αυξήσει τη μέση ταχύτητα σύνδεσης για το 20% των νοικοκυριών της χώρας, ακόμη και σε αραιοκατοικημένες περιοχές ή περιοχές που δεν έχουν εμπορικό ενδιαφέρουν για τους παρόχους, και αποτελεί «χρυσή» ευκαιρία για να κλείσει το χάσμα που χωρίζει την Ελλάδα με την Ευρώπη.
Σύμφωνα με τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί, το έργο πρόκειται να ξεκινήσει στο επόμενο διάστημα, έχουν αναλάβει ο ΟΤΕ με την κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή – Grid Telecom. Οι δυο ανάδοχοι έχουν μοιραστεί τα 7 διαφορετικά τμήματα του έργου με τον ΟΤΕ να έχει αναλάβει 3 ζώνες που αφορούν σε 31 περιοχές της χώρας, ενώ στην κοινοπραξία Grid Telecom – Τέρνα Ενεργειακή αντιστοιχούν 4 LOTs που αφορούν 39 περιοχές.
Το έργο αποτελεί μια μεγάλης κλίμακας δημόσια παρέμβαση για την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας, αλλά και την προώθηση της πολιτικής συνοχής, αφού το έργο θα υλοποιηθεί κυρίως σε ημι-αστικές και αγροτικές περιοχές, που δεν είχαν συμπεριληφθεί στα σχέδια των ιδιωτικών επενδύσεων.
Στο πλαίσιο του έργου θα καλυφθούν, μεταξύ άλλων, και 2.950 απομακρυσμένοι οικισμοί. Συγκεκριμένα, μέσω των υποδομών που θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο του έργου, εκτιμάται ότι περισσότερα από 837.500 νοικοκυριά και επιχειρήσεις (άνω του 18% του συνόλου της χώρας) θα αποκτήσουν δυνατότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο με υπερ-υψηλή ταχύτητα (100 Mbps / 1 Gbps). Επιπλέον, 10.300 δημόσια κτίρια (σχολεία, κέντρα υγείας, ΚΕΠ, κλπ.) θα συνδεθούν στο διαδίκτυο με συμμετρικές ταχύτητες 1 Gbps.
Το έργο εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και της Γενικής Γραμματείας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων για την ουσιαστική αναβάθμιση της συνδεσιμότητας στη χώρα, όπως αυτός αποτυπώνεται στο επικαιροποιημένο Εθνικό Ευρυζωνικό Σχέδιο. Μαζί με τα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελούν ένα σύνολο πρωτοβουλιών που σηματοδοτούν την έμπρακτη στήριξη της πολιτείας στην αναβάθμιση των υποδομών συνδεσιμότητας της χώρας, αλλά λειτουργούν και ως καταλύτες για την επιτάχυνση των ιδιωτικών επενδύσεων σε σύγχρονες ευρυζωνικές υποδομές, με στόχο να επιταχυνθεί ακόμα περισσότερο η σύγκλιση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες στους δείκτες συνδεσιμότητας.