Με δύο νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, που θα ενεργοποιηθούν στο πρώτο τετράμηνο του 2020, αρχικού συνολικού ύψους 250 εκατ. ευρώ, που δυνητικά μπορούν να ξεπεράσουν τα 600 εκατ. ευρώ και θα αφορούν σε χαμηλότοκα δάνεια, μακράς ωρίμανσης και με μειωμένες εξασφαλίσεις, δίνει νέα ώθηση στον πρωτογενή τομέα η ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Αυτά τόνισε ο αρμόδιος υπουργός, Μάκης Βορίδης, μιλώντας από το βήμα του 2ου συνεδρίου Εκμηχάνισης της ελληνικής γεωργίας με τίτλο «Βασική προϋπόθεση βιωσιμότητας και ανάπτυξης, που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Μηχανημάτων (ΣΕΑΜ).
Ανακοίνωσε μάλιστα ότι ο προϋπολογισμός από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τα Σχέδια Βελτίωσης, από 316 εκατ. ευρώ θα διπλασιαστεί σχεδόν και θα φτάνει στα 600 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα για το πρόγραμμα των σχεδίων βελτίωσης, ο κ. Βορίδης επισήμανε ότι όταν ανέλαβε τα βρήκε σε κατάσταση νομικής περιπλοκής. «Είχε δημιουργηθεί μια απίστευτη νομική δυσκολία εξαιτίας των χειρισμών που είχαν γίνει από την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά με νομική οξυδέρκεια, σκληρή δουλειά και την πολιτική απόφαση, το θέμα επιλύθηκε», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στο πρώτο χρηματοδοτικό εργαλείο που γίνεται με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και με όχημα το Ταμείο Εγγυήσεων Αγροτικής Ανάπτυξης -αρχικό κεφάλαιο 80 εκατ. ευρώ, που δυνητικά μπορεί να ξεπεράσει τα 400 εκατ. ευρώ- ο κ. Βορίδης επισήμανε ότι οι διαδικασίες προχωρούν, και εντός του Ιανουαρίου, το αργότερο τον Φεβρουάριο, θα «μπορέσουν όσες ελληνικές τράπεζες πάρουν το πράσινο φως να ξεκινήσουν να δίνουν τα χαμηλότοκα δάνεια, μακράς ωρίμανσης και με μειωμένες εξασφαλίσεις στους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα».
Από την πλευρά του, ο γενικός γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Μπαγινέτας, διευκρίνισε ότι το προαναφερόμενο χρηματοδοτικό εργαλείο αφορά τα σχέδια βελτίωσης και τη μεταποίηση και σημείωσε ότι πρόσβαση θα έχουν σε αυτό νομικά πρόσωπα, με τα δάνεια θα ξεκινούν από το ποσό των 10.000 ευρώ. Τόνισε δε ότι μέχρι το τέλος του έτους ή το αργότερο στις αρχές Ιανουαρίου, θα έχει γίνει γνωστό ποιες τράπεζες θα συμμετέχουν.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο εργαλείο, όπως επισημάνθηκε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στο περιθώριο του συνεδρίου, «είναι μια νέα πρωτοβουλία που ανέλαβε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και αφορά σε χαμηλότοκα δάνεια, μακράς ωρίμανσης και με μειωμένες εξασφαλίσεις για τους αγρότες. Θα είναι ύψους 170 εκατ. ευρώ και δυνητικά θα μπορέσει να ξεπεράσει τα 200 εκατ. ευρώ και θα υλοποιηθεί από ελληνικές τράπεζες που θα δανείζονται με χαμηλό επιτόκιο κατά 80% από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων».
Κατά την ομιλία του, ο κ. Βορίδης ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι πιέσεις στο ζήτημα των τιμών στα ελληνικά προϊόντα θα υφίστανται πάντα γενικώς και παρά τις όποιες ενέργειες κάνει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε τη σημασία της εκμηχάνισης της ελληνικής γεωργίας, «αφού έτσι επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας και μειώνεται το κόστος παραγωγής. Έτσι πετυχαίνουμε την παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων», σημείωσε.
Ειδικότερα για το θέμα της ανταγωνιστικής γεωργίας, ο κ. Βορίδης κάλεσε σε συστράτευση όλους όσοι απαρτίζουν τον πρωτογενή τομέα και μεταξύ άλλων σημείωσε «εκτός από το να αυτοθαυμάζουμε τα ελληνικά προϊόντα μας, πρέπει να ανοίξουμε νέες εμπορικές αγορές». Στο πλαίσιο αυτό υπενθύμισε το άνοιγμα των αγορών με Κίνα και τόνισε ότι «δουλεύουμε εντατικά προκειμένου να ανοίξουμε και την αγορά της Κορέας».
Για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και την επίδραση που μπορεί να έχουν σε αυτή οι αλλαγές σ την ΕΕ, ο κ. Βορίδης εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι «θα πάμε σε Brexit», ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερή στις θέσεις της, που είναι «όχι στη μείωση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ και συνέχιση της εκμηχάνισης με στοχευμένη χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων και νερού, ώστε να εξασφαλίζεται και η προστασία του περιβάλλοντος, βάσει των επιταγών της ΕΕ».
Δηλώνοντας αισιόδοξος για το μέλλον του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα και της αγροτικής παραγωγής, ο κ. Βορίδης μίλησε για «λαμπρό μέλλον προϊόντων και συνθηκών» και τόνισε ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι αφιερωμένα στη μεταμόρφωση του αγροδιατροφικού τομέα.