Η κυβέρνηση απέφυγε να αναφερθεί στις μεγάλες αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών που έρχονται στις λαϊκές περιοχές, ενώ δεν έκανε λόγο για την αναπροσαρμογή των συντελεστών των 19 άλλων φόρων που συνδέονται με τα ακίνητα, επεσήμανε σε δήλωσή του ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ, κ. Μιχάλης Κατρίνης. Αναλυτικά είπε:
«Η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τους Έλληνες πολίτες ότι η αύξηση των αντικειμενικών αξιών είναι για το καλό τους.
Παρά τη συστηματική προσπάθεια να καθησυχάσει την κοινή γνώμη μετά την ανακοίνωση των νέων αντικειμενικών αξιών, ελάχιστους πολίτες κατάφερε να πείσει για αυτό.
Η κυβέρνηση όμως δεν θα μπορεί να πείσει κανέναν από την 1η Ιανουαρίου του 2022 όταν οι πολίτες θα δουν αυξήσεις σε μια σειρά φόρων (20 στο σύνολο) που συνδέονται με τα ακίνητα όπως , ο φόρος μεταβίβασης, το ΤΑΠ, ο φόρος γονικής παροχής, ο φόρος κληρονομιάς, ο φόρος ανταλλαγής-συνένωσης οικοπέδων κ.α.
Γιατί οι φόροι αυτοί θα συνυπολογιστούν με τις νέες και αυξημένες τιμές ζώνης. Όλα αυτά, ενώ η πανδημία έχει προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου κρίση και μείωση των εισοδημάτων. Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε κατά κόρον το παράδειγμα της αύξησης των
αντικειμενικών αξιών στη Μύκονο.
Απέφυγε όμως να πει το παραμικρό για τις μεγάλες αυξήσεις που επέρχονται σε λαϊκές περιοχές, ίσως γιατί αυτές οι αυξήσεις ακυρώνουν το ‘’αφήγημα’’ της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη το μόνο πράγμα που διαπραγματεύτηκε με τους δανειστές ήταν να ισχύσουν οι νέες αντικειμενικές αξίες από την 1η Ιανουαρίου 2022 και όχι από εφέτος. Γιατί άραγε; Είναι χαρακτηριστικό ότι μιλάει για αναπροσαρμογή συντελεστών για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ αλλά δεν έχει έτοιμο τίποτα ακόμα.
Και φυσικά, δεν κάνει λόγο για αναπροσαρμογή των συντελεστών των 19 άλλων φόρων που συνδέονται με τα ακίνητα. Αυτοί θα μείνουν ως έχουν και σε συνδυασμό με την αύξηση των αντικειμενικών αξιών θα μεταφραστούν σε μεγάλες επιβαρύνσεις προς τους πολίτες.
Οι Έλληνες πολίτες , σε 6 μήνες από τώρα, θα διαπιστώσουν την αλήθεια και την πραγματικότητα αφού αυτοί θα κληθούν να πληρώσουν το λογαριασμό».