Με εισαγωγές ελαιοκάρπου από χώρες της Μεσογείου πρόκειται τα εργοστάσια επεξεργασίας και τυποποίησης βρώσιμης ελιάς να καλύψουν τις απώλειες της φετινής παραγωγής. Στόχος είναι να μην χαθούν οι ξένες αγορές για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις. Γι΄ αυτό τον λόγο και εκτιμάται ότι θα εισαχθούν περί τους 150.000 τόνους βρώσιμης ελιάς. Οι χώρες εισαγωγής είναι η Αίγυπτος, η Τουρκία και η Ισπανία.
Οι πυρκαγιές το περασμένο καλοκαίρι σε διάφορες περιοχές της χώρας και οι τελευταίες καταστροφικές πλημμύρες στην Θεσσαλία, επιδείνωσαν το πρόβλημα της παραγωγής ελαιοκάρπου, το οποίο έτσι κι αλλιώς ήταν εμφανές από την περασμένη άνοιξη, την περίοδο της ανθοφορίας των δέντρων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του BD, η φετινή παραγωγή της ποικιλίας Χαλκιδικής είναι μειωμένη κατά περίπου 80% έναντι της προηγούμενης χρονιάς, στο ίδιο ποσοστό είναι μειωμένη και η παραγωγή της λεγόμενης κονσερβολιάς – δηλαδή οι διάφορες ποικιλίες πράσινης στρογγυλής ελιάς, όπως είναι η Πηλίου, Μεγαρίτικες κ.α., ενώ σε καλύτερα επίπεδα βρίσκεται η παραγωγής της ποικιλίας Καλαμών, που εκτιμάται ότι αντιστοιχεί περίπου στο 60% της περυσινής κι όπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς υπάρχουν και σημαντικά αποθέματα.
Έτσι, πρόκειται να αντικαταστήσουν την ποικιλία της Χαλκιδικής με μία αντίστοιχη ποικιλία που ενδημεί στην Αίγυπτο, ενώ κονσερβολιές θα εισάγουν και από τις τρεις προαναφερόμενες χώρες. Οι ίδιες πηγές έλεγαν πως με αυτή την παραγωγή δεν μπορούν να λειτουργήσουν τα εργοστάσια, πράγμα που θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να απολυθούν εκατοντάδες εργαζόμενοι και φυσικά δεν μπορούν να τροφοδοτηθούν οι ξένες αγορές, άρα όλη η προσπάθεια που καταβλήθηκε στη διάρκεια των προηγούμενων χρόνων – αν όχι δεκαετιών – θα «εξατμιστούν» σε λίγους μήνες.
Αλλά και για την εσωτερική αγορά τα πράγματα δεν αναμένονται να είναι καλύτερα. Υπολογίζεται ότι η τιμή της κονσερβολιάς θα διαμορφωθεί στα επίπεδα των 6 – 6,50 ευρώ το κιλό, στην τιμή δηλαδή που πωλείται σήμερα η ποικιλία της Καλαμών. Κι αυτό πρώτον, διότι οι περιορισμένες ποσότητες της εγχώριας παραγωγής θα διαμορφώσουν υψηλές τιμές, λόγω έλλειψης και δεύτερον, διότι οι εισαγόμενες ποσότητες θα έχουν επίσης υψηλή τιμή.
Η κατάσταση θα είναι περίπου αντίστοιχη με αυτή του ελαιολάδου. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, μετά και από τις τελευταίες φυσικές καταστροφές, εκτιμάται ότι η συνολική ελληνική παραγωγή ελαιολάδου δεν θα είναι μεγαλύτερη από 190.000 τόνους, ενώ πέρυσι ήταν 330.000 τόνοι -μια μείωση που ξεπερνά το 40%. Και δεν είναι βέβαιο ότι τελικά η τιμή παραγωγού θα «ανοίξει» μόνο με 8 ευρώ το κιλό –ήδη γίνεται λόγος για 180 ευρώ τον 17κιλο τενεκέ- γεγονός που θα έχει εκτεταμένες συνέπειες στην αγοραστική δυνατότητα των καταναλωτών, στην κατανάλωση του προϊόντος, αλλά και στην υποκατάσταση του.