Αισιοδοξία επικρατεί στον Εποπτικό Μηχανισμό της ΕΚΤ (SSM) ότι οι τράπεζες της ευρωζώνης θα περάσουν με επιτυχία τα stress tests, τα αποτελέσματα των οποίων θα ανακοινωθούν ως το τέλος του μήνα. Παράλληλα, όμως, ο SSM θα «σφίξει» την εποπτεία για τη ρευστότητα των τραπεζών, μετά την εμπειρία των τραπεζικών καταρρεύσεων στις ΗΠΑ και στην Ελβετία τους προηγούμενους μήνες.
Μιλώντας στην ιταλική οικονομική εφημερίδα, Milano Finanza, ο επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, Αντρέα Ενρία, δηλώνει αισιόδοξος για τους ελέγχους προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Όπως αναφέρει, «τα αποτελέσματα θα δημοσιευθούν σε λίγες ημέρες. Τα αποτελέσματα θα αντικατοπτρίζουν το καλύτερο σημείο εκκίνησης των ευρωπαϊκών τραπεζών, με πολύ υψηλότερα επίπεδα κεφαλαίου και πολύ ισχυρότερη και αξιόπιστη ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού. Αυτό θέτει τις τράπεζες σε ισχυρότερη θέση».
Στην παρατήρηση ότι τα δυσμενή σενάρια ήταν πιο αυστηρά από ποτέ, ο Ενρία σημειώνει: «Επινοήσαμε ένα σενάριο που παραμένει πολύ επίκαιρο ακόμη και τώρα, με επίμονο πληθωρισμό και χαμηλότερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη, με αποτέλεσμα μια κατάσταση στασιμοπληθωρισμού που θα ήταν πολύ δύσκολη για τις τράπεζες».
Στην κριτική που ασκείται από τις τράπεζες ότι ο SSM ήταν υπερβολικά απαιτητικός στους ελέγχους, ο Α. Ενρία τονίζει ότι οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων βασίζονται σε αξιολογήσεις που πραγματοποιούνται από τις ίδιες τις τράπεζες χρησιμοποιώντας τα υποδείγματά τους.
Όμως, για να γίνουν αξιόπιστα αυτά τα αποτελέσματα, που καθορίζουν και τις εποπτικές απαιτήσεις για τα κεφάλαια, πρέπει να γίνεται και συζήτηση με τον Εποπτικό Μηχανισμό. «Υπάρχει μια περίοδος συζητήσεων. Στο παρελθόν, αλλά και φέτος, μου φαίνεται ότι τελικά επιτύχαμε αξιόπιστα και υψηλής ποιότητας δεδομένα».
Ο Ενρία δεν αποκλείει την επιβολή περιορισμών στη διανομή μερισμάτων από ορισμένες τράπεζες. «Βασικός παράγοντας για εμάς είναι η τροχιά του κεφαλαίου. Εάν οι τράπεζες μας δείξουν ότι τα προγράμματα διανομής μερισμάτων που εφαρμόζουν είναι συμβατά με τη διατήρηση επαρκών επιπέδων κεφαλαίου και με τη συνεχή συμμόρφωση με τις εποπτικές απαιτήσεις, ακόμη και σε καταστάσεις ακραίων καταστάσεων, δεν θα προβάλουμε αντιρρήσεις. Αντιστρόφως, εάν ορισμένες τράπεζες βρεθούν σε δυσκολότερες καταστάσεις σε αυτές τις προβλέψεις για τα κεφάλαια, τότε οι συζητήσεις μας θα περιλαμβάνουν πράγματι την καταλληλότητα των επιπέδων διανομής μερισμάτων».
Ο SSM θα ζητήσει από τις τράπεζες να παρέχουν εβδομαδιαία στοιχεία για τη ρευστότητά τους από τον Σεπτέμβριο, ώστε να μπορεί να διενεργεί συχνότερους ελέγχους σχετικά με την ικανότητά τους να αποτρέπουν πιθανές διαταραχές καθώς αυξάνονται τα επιτόκια, όπως τόνισε ο Ενρία.
Όπως εξήγησε, οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ισχυρότερες από πριν, αλλά ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές βρίσκονται ακόμη σε μια «ευαίσθητη φάση» λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, του υψηλότερου πληθωρισμού και των ταχέως αυξανόμενων επιτοκίων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν να αυξήσουν τους κινδύνους ρευστότητας και χρηματοδότησης, δήλωσε ο Ενρία, προσθέτοντας ότι η ΕΚΤ θα επικεντρωθεί πολύ σε αυτό στα τεστ αντοχής και σε άλλες εποπτικές διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη.
«Αποφασίσαμε να στείλουμε στις τράπεζες, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο, αίτημα για πληροφορίες σε εβδομαδιαία βάση, προκειμένου να έχουμε πιο φρέσκα στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να παρακολουθούμε καλύτερα τις εξελίξεις ρευστότητας», υπογράμμισε ο επικεφαλής του SSM. Σήμερα, οι τράπεζες υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες ρευστότητας στην ΕΚΤ σε μηνιαία βάση.
Ο επικεφαλής του Εποπτικού Μηχανισμού απάντησε και στην κριτική που ασκείται από τράπεζες ότι ο SSM είναι υπερβολικά παρεμβατικός στις διοικήσεις των τραπεζών, κυρίως μέσω της παρουσίας εκπροσώπων του σε συνεδριάσεις διοικητικών συμβουλίων.
«Ξεκινήσαμε τη λειτουργία μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με βάση διαφορετικές εθνικές πρακτικές», είπε. «Στη Γερμανία, η εποπτική αρχή συμμετείχε τακτικά στις συνεδριάσεις των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών. Στη Γαλλία, αυτό ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστο. Ακολουθούμε μια λογική προσέγγιση. Δεν παρευρισκόμαστε τακτικά στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου, επιτρέπουμε μεγάλη ελευθερία και αλληλεπιδρούμε με τους προέδρους. Κατά καιρούς διεξάγουμε αναλύσεις για να εξετάσουμε πώς λειτουργεί ένα διοικητικό συμβούλιο και πόσο αποτελεσματικό είναι.
Αυτό δεν μπορεί να διαπιστωθεί μόνο με την ανάγνωση των πρακτικών, απαιτεί κάποια κατανόηση του διαλόγου και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των διευθυντικών στελεχών και μεταξύ των μη εκτελεστικών διοικητικών στελεχών. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου είναι ένα χρήσιμο μέσο, το οποίο χρησιμοποιείται επίσης ευρέως από άλλες παγκόσμιες αρχές, και σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να το χρησιμοποιούμε».