Η αγορά των μη αλκοολούχων ποτών είναι ίσως από τις ελάχιστες περιπτώσεις προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, που κατά τη διάρκεια του 2022 κατέγραψαν αύξηση του όγκου των πωλήσεων -εκτός βεβαίως από την αξία των πωλήσεων, που γενικά αυξήθηκε λόγω του πληθωρισμού.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς μιλώντας προς το BD, η αύξηση των πωλήσεων ήταν μικρότερη του πληθωρισμού, γεγονός που καταδεικνύει την προσπάθεια των εταιρειών του κλάδου να διατηρήσουν –κατά το δυνατόν– τα μερίδιά τους. Έτσι, ένα μέρος της αύξησης του κόστους παραγωγής απορροφήθηκε από τις εταιρείες.
Δεν είναι, επίσης, τυχαίο, ότι η τελευταία ανατίμηση πραγματοποιήθηκε στα τέλη του χρόνου, σε μία «ζεστή» περίοδο για την αγορά, κι αφού είχαν εξαντληθεί από τις εταιρείες όλα τα περιθώρια απορρόφησης των κοστολογικών τους επιβαρύνσεων. Το «παιχνίδι» στη αγορά των μη αλκοολούχων ποτών έχει ανοίξει, οι καταναλωτικές τάσεις αλλάζουν και ο ανταγωνισμός γίνεται όλο και πιο σκληρός. Και φυσικά έχει αυξηθεί ο αριθμός των εταιρειών που συγκρούονται για τα μερίδιά της.
Στη διάρκεια της περυσινής χρονιάς, οι συνολικές πωλήσεις του κλάδου ανήλθαν περίπου στα 400 εκατ. ευρώ -οι παγκόσμιες πωλήσεις κινούνται μεταξύ 280 και 300 δισ. δολαρίων– σημειώνοντας αύξηση κατά περίπου 5% ως προς την αξία τους και 1,5% ως προς τον όγκο τους. Το ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση –γεγονός που εξηγεί εν μέρει και τη μάλλον «διστακτική» ανατιμητική πολιτική των εταιρειών– συνίσταται στη διαπίστωση ότι στο κανάλι των σούπερ μάρκετ τη δεύτερη θέση, με βάση τον όγκο των πωλήσεων, κατέχουν πλέον τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων της Lidl.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στα αναψυκτικά διαθέτουν, εκτός από τα Lidl –τα οποία παράγει η Βίκος ΑΕ της οικογένειας Σεπετά- η ΑΒ Βασιλόπουλος ΑΕ, η Μετρό ΑΕΒΕ (my market) και η Μασούτης ΑΕ. Η μόνη αλυσίδα που δεν διαθέτει (ακόμη;) είναι η Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτη ΑΕΕ.
Έτσι, με βάση τον όγκο, ενώ στην πρώτη θέση στο συγκεκριμένο κανάλι διανομής βρίσκεται η Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως ΑΕ, στη δεύτερη βρίσκεται η κατηγορία των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας και στην τρίτη θέση είναι η Pepsico –η οποία τελευταία δείχνει εμφανή σημάδια ανάκαμψης, που κατά την αγορά οφείλεται τόσο στην ένταση των προσφορών, όσο και στην ισχυρή διαφημιστική της καμπάνια.
Ακολουθεί η Lux των αδελφών Μαρλαφέκα και έπονται η Βίκος ΑΕ και η Green Cola, που σχεδόν ισοδυναμούν, ενώ ακολουθούν η ΕΨΑ, που πλέον άλλαξε «αφεντικό» μέσω της συμφωνίας με το fund του Ν. Καραμούζη, η Κλιάφας των αδελφών Σαράντη, που επιχειρεί εφέτος –σε μία προφανώς καλύτερη αγορά από το 2022– να βελτιώσει σημαντικά τις επιδόσεις της και άλλες μικρές και τοπικού χαρακτήρα εταιρείες.
Πηγές της αγοράς, μιλώντας προς το BD, έλεγαν ότι η προσθήκη στην αγορά νέων κατηγοριών προϊόντων, όπως είναι τα ενεργειακά, έχει προσδώσει στην αγορά μία ιδιαίτερη δυναμική. Και, παρά το γεγονός ότι το μερίδιο τους συνολικά είναι μονοψήφιο ποσοστό –υπολογίζεται στο περίπου 6%- ωστόσο ο ρυθμός ανάπτυξης τους είναι κατά πολύ υψηλότερος του μέσου όρου της αγοράς.
Αλλάζουν όμως και οι καταναλωτικές συνήθειες εις βάρος των παραδοσιακών αναψυκτικών, επηρεάζοντας και όμορες αγορές, όπως της μπύρας, από την οποία αποσπούν μερίδιο. Γι΄αυτό τον λόγο, οι ζυθοποιίες ενισχύουν το χαρτοφυλάκιο τους είτε με προϊόντα που προσιδιάζουν σε αναψυκτικά -π.χ. μπύρα χωρίς αλκοόλ- είτε ανοίγονται σε άλλες αγορές, όπως αλκοολούχων ποτών, για να καλύψουν τις απώλειες ή να βελτιώσουν τις πωλήσεις τους, με προεξάρχουσα την Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ.
Εφέτος, πάντως, ο Μάιος, μήνας που ανοίγει επί της ουσίας η τουριστική περίοδος, κινήθηκε χαμηλότερα από τις προσδοκίες των εταιρειών του κλάδου και, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, το γεγονός αυτό οφείλεται στη χαμηλότερη από την αναμενόμενη τουριστική κίνηση, πτώση που αποδίδεται κυρίως στις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. Γενικότερα, η κατάσταση είναι δύσκολη και ένα σημαντικό μέρος των πωλήσεων εξαρτάται από τη συχνότητα και το μέγεθος των προσφορών, που συμπιέζουν και την κερδοφορία των εταιρειών.