Και η φετινή χρονιά, για τους παραγωγούς και τυποποιητές ελαιολάδου, θα είναι μία ...χαρούμενη χρονιά. Όχι όμως και για του καταναλωτές! Τα μηνύματα από τον «μεγάλο ασθενή» της ευρωπαϊκής ελαιοπαραγωγής, την Ισπανία, συνεχίζουν να είναι άσχημα για τους Ισπανούς παραγωγούς –αν και όχι τόσο πολύ, όπως πέρυσι– αλλά για τους Έλληνες ελαιοπαραγωγούς θα είναι μία ακόμη καλή χρονιά.
Η ξηρασία συνεχίζει να ταλαιπωρεί την ισπανική παραγωγή, όχι με την ένταση την περυσινή, αλλά συνεχίζει να είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα για τους αγρότες της ιβηρικής χώρας, με αποτέλεσμα η παραγωγή της να αναμένεται μειωμένη συγκρινόμενη με πρόπερσι, το 2021, που ήταν μία κανονική χρονιά.
Αν στη διάρκεια του 2022, στη διάρκεια της προηγούμενη ελαιοκομικής περιόδου, όπως λένε πηγές της αγοράς, οι Έλληνες παραγωγοί «έβγαλαν τα σπασμένα» των προηγούμενων χρόνων (καλλιεργητικά εφόδια, καύσιμα κλπ), εφέτος θα αποκομίσουν καθαρά κέρδη.
Με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν θα υπάρξουν ακραία καιρικά φαινόμενα –αυτό το διάστημα «δένει» ο καρπός και τα δέντρα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα. Σύμφωνα με πηγές της αγοράς και εξαγωγικούς κύκλους, εκτιμάται ότι η ισπανική παραγωγή ελαιολάδου –η Ισπανία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός της Ευρώπης– θα ανέλθει στους 1,1 – 1,2 εκατομμύρια τόνους. Θα υπολείπεται δηλαδή από την κανονική της παραγωγή περίπου κατά 500.000 – 600.000 τόνους.
Άρα δηλαδή το ευρωπαϊκό –κι όχι μόνο– έλλειμμα θα παραμείνει μεγάλο. Τούτων δοθέντων, εκτιμάται ότι οι υψηλές τιμές του ελληνικού ελαιολάδου θα παραμείνουν και στην φετινή περίοδο. Αυτό σίγουρα δεν είναι ένα καλό μήνυμα για τους καταναλωτές, αφού είναι αναγκασμένοι να το αγοράζουν στα 8 ευρώ το λίτρο –με την προσφορά περί τα 7 ευρώ και να καλύπτουν το υπόλοιπο των αναγκών τους με σπορέλαια, κυρίως ηλιέλαιο. Όμως είναι εξαιρετικά καλό για τους εξαγωγείς, οι οποίοι εξάγουν στα 7 ευρώ λίτρο. Κακό είναι επίσης και για τους ευρωπαίους καταναλωτές που θα αγοράζουν ελαιόλαδο στα 13 ευρώ το λίτρο!
Αντιθέτως είναι ένα καλό μήνυμα και για τους Έλληνες παραγωγούς ιδιαίτερα αυτούς που το διακινούν χύμα, αφού η τιμή των 6 - 6,5 ευρώ το κιλό θα παραμείνει και φέτος. Αναφορικά με την προβλεπόμενη παραγωγή, εκτιμάται ότι θα είναι στους 280.000 – 300.000 τόνους, από τους οποίους οι 55.000 τόνοι εξάγονται τυποποιημένοι και περί τους 100.000 τόνους εξάγονται χύμα, κυρίως στην Ιταλία, όπου τυποποιούνται. Έτσι, για την εσωτερική κατανάλωση απομένουν περίπου 120.000 τόνοι.
Ένα σημαντικό μέρος αυτής της ποσότητας που διακινείται τυποποιημένο από τις αλυσίδες των σούπερ μάρκετ αγοράζεται μόνο όταν βρίσκεται σε καθεστώς προσφοράς, όπως προαναφέρθηκε, στα 7 με 7,5 ευρώ το λίτρο, εκτός κι αν ο τυποποιητής έχει ανάγκη από κεφάλαιο κίνησης οπότε το «σκοτώνει» στα 6 ευρώ!