Τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος έδειξαν σημαντική αύξηση των καταθέσεων τόσο των νοικοκυριών όσο και των επιχειρήσεων, σε μία ακόμη ένδειξη ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει, οριστικά, ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Όμως δεν ισχύει το ίδιο και για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με τους πολίτες να αποσύρουν μέρος των καταθέσεών τους, με βασική δικαιολογία ότι τα επιτόκια είναι ιδιαίτερα χαμηλά και ουσιαστικά δεν έχουν κάποιο κέρδος με το να κρατούν μέρος των κεφαλαίων τους σε έναν τραπεζικό λογαριασμό.
Τα στοιχεία αυτά καταφθάνουν ενώ οι κορυφαίες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ανακοινώσει σημαντικές αυξήσεις κερδών, λόγω των αντίστοιχων αυξήσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ, καθώς ευνοούνται από τη -σε αρκετές περιπτώσεις πολύ μεγάλη- μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και αυτών δανείων.
Στη Βρετανία, οι πελάτες της NatWest απέσυραν 11,1 δισεκατομμύρια λίρες τους πρώτους τρεις μήνες του έτους, οι καταθέσεις της HSBC εξαιρουμένων των έκτακτων εισροών μειώθηκαν κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η Barclays και η Lloyds Banking Group κατέγραψαν μειώσεις 5 δισεκατομμυρίων και 2,2 δισεκατομμυρίων λιρών αντίστοιχα.
Στη Γερμανία, τα στοιχεία της Bundesbank έδειξαν ότι οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν σχεδόν 8% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, με την Deutsche Bank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, να αποδίδει εν μέρει τη δική της πτώση 4,7% το πρώτο τρίμηνο στους φόβους μετάδοσης της τραπεζικής κρίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ελβετία. Η γαλλική BNP Paribas ανέφερε επίσης μια μικρή πτώση στις καταθέσεις του πρώτου τριμήνου, ενώ η ισπανική Santander ήταν η μόνη ευρωπαϊκή μεγάλη τράπεζα που ανέφερε αύξηση, της τάξης του 6%, κατά την ίδια περίοδο.
Ερωτηθείς σχετικά με τη μείωση των καταθέσεων κατά 1,6% το πρώτο τρίμηνο, ο διευθύνων σύμβουλος της UniCredit, Αντρέα Ορσέλ, δήλωσε ότι η τράπεζα έχει τόσο σταθερή θέση ρευστότητας - με δείκτη κάλυψης 163% - που έχει την πολυτέλεια να κυνηγάει την κερδοφορία κατά τη διαχείριση της καταθετικής της βάσης.
«Οι παραδοσιακές τράπεζες πρέπει να αποφασίσουν αν θα μεγιστοποιήσουν την απόδοσή τους διατηρώντας τα επιτόκια των καταθέσεων όσο το δυνατόν χαμηλότερα ή αν θα δώσουν προτεραιότητα στη ρευστότητα και τη σταθερότητά τους αυξάνοντας τα επιτόκια και διατηρώντας τα κεφάλαια των πελατών», εκτιμά ο Ν. Μαρινέλι, επίκουρος καθηγητής χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Regent's του Λονδίνου.
Από την πλευρά τους οι επικεφαλής των τραπεζών εμφανίζονται καθησυχαστικοί, υποστηρίζοντας ότι η φυγή των καταθέσεων, τουλάχιστον με τον ρυθμό που καταγράφεται αυτή τη στιγμή, δεν αποτελεί απειλή για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς η αντίληψη που επικρατεί είναι ότι «είναι πιο πιθανό να εγκαταλείψεις τον/την σύζυγό σου παρά τον τραπεζικό σου λογαριασμό».
Ο διευθύνων σύμβουλος της HSBC, Ν. Κιν, περιέγραψε την απώλεια καταθέσεων της τράπεζάς του ως «κάτι σχεδόν ασήμαντο», ενώ ο Αν. Χάλφορντ οικονομικός διευθυντής της Standard Chartered, δήλωσε στο Reuters ότι πιστεύει πως οι άνθρωποι θα δώσουν τελικά προτεραιότητα στην ασφάλεια έναντι των πληρωμών τόκων.
Στροφή στα αμοιβαία
Αρκετοί καταθέτες, στην προσπάθειά τους για καλύτερες αποδόσεις, στρέφονται στα money market funds, μία τοποθέτηση που τα τελευταία χρόνια έχει έστω και οριακά καλύτερη απόδοση σε σύγκριση με τα κέρδη από τόκους.
Τα στοιχεία της Refinitiv Lipper έδειξαν καθαρές ροές άνω των 34 δισ. ευρώ (37,6 δισ. δολάρια) σε ευρωπαϊκά αμοιβαία κεφάλαια money market τον Μάρτιο. Η κατηγορία αμοιβαίων κεφαλαίων είχε ήδη αξία μεγαλύτερη από 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του περασμένου έτους, αν και παραμένει μικροσκοπική σε σύγκριση με τα 9,45 τρισεκατομμύρια ευρώ που διακρατούνται σε τρεχούμενους, ή τρεχούμενους, λογαριασμούς στις τράπεζες σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Η Fidelity International ανέφερε επίσης αύξηση 8% σε ετήσια βάση στις ροές σε αμοιβαία κεφάλαια money market στην επενδυτική της πλατφόρμα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 26ης Απριλίου.