Ρεκόρ 20ετίας, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, κατέγραψε η Ελλάδα στις άμεσες ξένες επενδύσεις, με το ποσό να φτάνει τα 7 δισ. ευρώ. Το μεγαλύτερο ποσό των 2,3 δισ. (περί το 31%) αφορά σε συγχωνεύσεις και εξαγορές, ακολουθεί η αγορά ακινήτων (27,3%) κι έπειτα η αγορά ξένων μετοχών στο 27,4%, διευκρίνισε ο Τάσος Ζάχος, δημοσιογράφος που συντόνισε, στο πλαίσιο του 8ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών που πραγματοποιείται 26 - 29 Απριλίου, υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, τη συζήτηση με τίτλο «Η Πρόκληση Προσέλκυσης Ποιοτικών FDI» (The Challenge of Attracting Quality Foreign Direct Investments).
Σύμφωνα με μελέτη από κοινού με το ΣΕΒ, παράγοντες που ελκύουν τις επενδύσεις διεθνών παικτών τεχνολογίας, όπως επισήμανε ο Κυριάκος Σαμπατακάκης Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Accenture, είναι αφενός όλο το μεταρρυθμιστικό πλαίσιο που άρχισε να λειτουργεί (αλλαγή φορολογίας της εργασίας και του κεφαλαίου, το πτωχευτικό δίκαιο κ.ο.κ), αφετέρου η διαπίστωση από πολλές πολυεθνικές πως στην Ελλάδα υπάρχει ταλέντο. Αυτό που βοήθησε πολύ στην πορεία είναι το ότι ο ένας έβλεπε τον άλλον, πρόσθεσε.
Στην ερώτηση αν η Ελλάδα θέλει όλες τις ξένες επενδύσεις, ο κ. Σαμπατακάκης τόνισε πως πρέπει να είμαστε επιλεκτικοί, κάτι το οποίο θα επιτευχθεί μέσω εξειδίκευσης σε πιο τεχνικά επιστημονικά πεδία των νέων που αποφοιτούν από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, σύνδεσης των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας, αλλά και «να μην είμαστε μόνο καταναλωτές τεχνολογίας, να είμαστε και δημιουργοί».
Όπως υπενθύμισε από την πλευρά του, ο Ιωσήφ Κιουρούκογλου, Managing Director, Head of EMEA Transportation Infrastructure & Greece Country Executive, Bank of America, United Kingdom, «όχι πολύ παλαιότερα, τα δεκαετή ομόλογα έκαναν τρέιντ γύρω στο 20%, σήμερα είναι στο 4,3%. Αυτό έχει βάλει αυτόματα την Ελλάδα στον χάρτη». Ο ίδιος στάθηκε στο περιθώριο ανάπτυξης που υπάρχει ακόμη. «Η Ελλάδα στην κρίση έχασε το 27% του ΑΕΠ. Παρά τη θετική επίδοση πέρυσι και πρόπερσι, υπάρχει ακόμη σημαντικό περιθώριο ανάπτυξης» τόνισε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε, υπάρχουν κι άλλοι τομείς που μπορεί να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα λόγω της γεωγραφίας της. «Τουλάχιστον η Covid μάς έδειξε πως δεν είναι καλή ιδέα να συγκεντρώνεις όλη την παραγωγική σου δυναμική σε μια μόνο περιοχή. Στην Ελλάδα, οι τομείς των logistics, της μεταποίησης, της πρωτογενούς παραγωγής είναι σίγουρα πεδία στα οποία μπορεί κανείς να επενδύσει. Κι αυτά έχουν τη δυναμική να φέρουν τις greenfield investments, τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις».
Μιλώντας για την περίπτωση της Κύπρου, ο Γιάγκος Χατζηγιάννης, μέλος διοικητικού συμβουλιου Invest Cyprus, τόνισε πως «το 2020 ήμασταν το Νο.48 στο FDI στο Greenfield index και πήγαμε 40 θεσεις πάνω το 2021. Που σημαίνει πως κάτι γίνεται σωστά». Αναφερόμενος στα καλά παραδείγματα της Κύπρου που μπορούν να λειτουργήσουν και στην Ελλάδα, ο κ. Χατζηγιάννης έκανε ειδική μνεία στην ξεκάθαρη στρατηγική, την καλή επικοινωνία μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αλλά και καλή ανώτερη εκπαίδευση. «Πριν από 15 χρόνια είχαμε 10.000 φοιτητές και αυτή τη στιγμή έχουμε ξεπεράσει τις 55.000. 15.000 εξ αυτών είναι από Ελλάδα» τόνισε ο ίδιος.
Αναφερόμενος στο ρόλο του τραπεζικού συστήματος στην προσέγγιση των επενδύσεων, αλλά και τη χρηματοδότηση των εταιριών, ο Γιώργος Τρυφινόπουλος, επικεφαλής Στρατηγικής ΤΧΣ, τόνισε πως «αυτή τη στιγμή, οι τράπεζες έχουν αρκετό κεφάλαιο και πολύ μεγάλη ρευστότητα, οπότε η όρεξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για να συμπληρώσει ή να χρηματοδοτήσει σε μια άμεση ξένη επένδυση υπάρχει».
Ο ίδιος εκτίμησε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο. «Βλέπουμε να υπάρχει πολύ μεγάλη ζήτηση για τα ελληνικά asset, παρότι έχουν ανέβει οι τιμές. Αν συνεχίσουμε με το πλάνο που υπάρχει κι αν λύσουμε δυο-τρεις προκλήσεις (όπως τη σύνδεση της καινοτομίας με την αγορά εργασίας και της στελέχωσης), θα μπορέσουμε να εκτελέσουμε αυτά τα μεγάλα πρότζεκτ».