Την εκτίμηση ότι τα πρόσφατα κρούσματα κατάρρευσης των Credit Suisse, Silicon Valley Bank και First Republic Bank πιθανότατα δεν σηματοδοτούν μια νέα χρηματοοικονομική κρίση, διατύπωσε σήμερα, στο 8ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο Πάολο Φιορέτι (Paolo Fiorreti), αναπληρωτής επικεφαλής χρηματοικονομικού τομέα και αναλύσεων αγοράς του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
«Αν η ανησυχία είναι ότι έχουμε μια χρηματοοικονομική κρίση, όπως στο παρελθόν, με αρκετές χρεοκοπημένες τράπεζες παγκοσμίως, η απάντηση είναι πως μάλλον όχι. Οι τράπεζες σήμερα, ιδίως στη ζώνη του ευρώ, είναι πολύ ισχυρότερες, έχουν καλύτερες μετρήσεις, είναι σε καλύτερη κατάσταση κι έχουν μεγαλύτερα buffers (μαξιλάρια ασφαλείας) για να αντιμετωπίζουν τα σοκ» σημείωσε.
Ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι δεν θέλει να δημιουργήσει την αίσθηση ότι η εικόνα είναι αμιγώς και πλήρως θετική. Όπως γράφει και ο διεθνής Τύπος σήμερα, είπε, είναι αλήθεια ότι υπάρχουν πολλές αναταράξεις και μεγάλη μεταβλητότητα και αβεβαιότητα, οι αγορές είναι νευρικές και το κόστος χρηματοδότησης πολύ υψηλό για τις τράπεζες που έχουν πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Επιπλέον, ο συνδυασμός των στοιχείων ενεργητικού χαμηλής απόδοσης (low yield assets), που υπάρχουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, με τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, «δεν μπορεί να είναι ουδέτερος για τις τράπεζες, υπάρχουν επιπτώσεις».
Ο κ. Φιορέτι εκτίμησε επίσης ότι οι τράπεζες με υψηλή συγκέντρωση (επενδύσεων) ιδίως σε εμπορικά ακίνητα θα μπορούσαν να έρθουν στο προσκήνιο.
Ερωτηθείς ειδικά για τις μικρές και μεσαίες τράπεζες και αν αυτές μπορούν να έχουν όντως αντίκτυπο στο μεγάλο παιχνίδι της οικονομίας, ο κ. Φιορέτι επισήμανε: «Πιστεύω ακράδαντα ότι πρέπει να έχουμε καλή και σωστή εποπτεία για τις μικρές και μεσαίες τράπεζες. Πάντως, το μάθημα που μάθαμε από αυτή την αναταραχή είναι ότι τα ρυθμιστικά και εποπτικά πλαίσια λειτουργούν. Μπορούν να βελτιωθούν, αλλά λειτουργούν».
Συμπλήρωσε ότι η ανησυχία του είναι μήπως η αυξανόμενη κερδοφορία στον τραπεζικό τομέα, η οποία είναι προσωρινή, πάει χαμένη και δεν χρησιμοποιηθεί για να ολοκληρωθεί η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και να γίνουν επενδύσεις για την αλλαγή του επιχειρηματικού τους μοντέλου. Κι αυτό, ιδίως σε μια περίοδο μεγάλων ταχυτήτων και ραγδαίων αλλαγών, κατά την οποία είναι -για παράδειγμα- πολύ εύκολο για τις εταιρείες χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (fintech) να μπουν στην αγορά, ιδίως σε ό,τι αφορά τις μικρές επιχειρήσεις.
Η CEO της Attica Bank για τον 5ο τραπεζικό πυλώνα και την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου
Ως πολύ μεγάλο και φιλόδοξο πλάνο, που έχει μπροστά του δρόμο και πολλά βήματα που πρέπει να γίνουν, χαρακτήρισε τη διαδικασία συγχώνευσης με την Παγκρήτια Τράπεζα για τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα, η CEO της Attica Bank, Ελένη Βρεττού, δηλώντας ταυτόχρονα αισιόδοξη για την πορεία του εγχειρήματος. «Μια συνένωση που έχει εμπορικό έρεισμα, δηλαδή μπορεί να προσφέρει κάτι διαφορετικό στον πελάτη, καλύτερα προϊόντα, εξυπηρέτηση, διαδικασίες, σίγουρα μπορεί να είναι κερδοφόρα» είπε.
Η κ. Βρεττού χαρακτήρισε ακόμα ως ιστορική για την τράπεζα τη σημερινή ημέρα, καθώς έπειτα από «ένα δύσκολο ταξίδι 12 ετών, καταφέραμε να ολοκληρώσουμε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 473 εκατ. ευρώ», η οποία όχι μόνο καλύπτει τους ελάχιστους απαιτούμενους δείκτες, αλλά δημιουργεί ένα μεγάλο μαξιλάρι ασφαλείας για την υλοποίηση του πλάνου της Attica Bank.
«Έχουμε ένα όραμα [...] για ένα κενό που είδαμε από την αρχή στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, όταν ανέλαβα τον Σεπτέμβριο» είπε, αναφέροντας ότι το όραμα αυτό σχετίζεται με τους πελάτες που δεν έχουν είτε την εξυπηρέτηση που επιθυμούν από το τραπεζικό σύστημα είτε την επαρκή πρόσβαση σε αυτό.
Πρόσθεσε πως πλέον οι πελάτες της Attica την εμπιστεύονται, γεγονός που αντανακλάται και στην αύξηση της πιστωτικής επέκτασης ήδη πριν από την ολοκλήρωση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, ενώ η Τράπεζα διαθέτει ρευστότητα άνω των 3 δισ. ευρώ σε καταθέσεις. Η κ. Βρεττού σημείωσε ακόμα πως η Τράπεζα θα βγει τώρα στην αγορά με σειρά νέων προϊόντων, «τόσο στο κομμάτι των ψηφιακών προϊόντων, όσο και σε εναλλακτικά προϊόντα, που έρχονται σε συνεργασία με επιμελητήρια ή εταιρείες του εξωτερικού, που έχουν κάνει κάτι διαφορετικό και ψάχνουν outlet στην ελληνική αγορά». Εταιρείες του εξωτερικού, που αναζητούν συνεργασίες με μια πιο μικρή τράπεζα, γιατί αυτή θα τους βοηθήσει να κάνουν αυτό το άνοιγμα στην Ελλάδα πιλοτικά.
CEO Optima Bank: Έχουμε πλέον το δικαίωμα να λέμε ότι δεν είμαστε πια μικροί
«Νομίζω πως ήδη σήμερα έχουμε πλέον το δικαίωμα να λέμε ότι δεν είμαστε μικροί»: στη φράση αυτή ο CEO της Optima Bank, Δημήτρης Κυπαρίσσης, συμπύκνωσε τα μεγέθη που πιστοποιούν τη μεγέθυνση της Τράπεζας στα τέσσερα χρόνια της λειτουργίας της. «Πετύχαμε πολλά στα τέσσερα χρόνια, παρότι ξεκινήσαμε εν μέσω πανδημίας και τα πρώτα μας βήματα έγιναν στα lockdowns. Μπήκαμε στο πρώτο lockdown με πέντε καταστήματα και βγήκαμε με 14. Ενισχύσαμε δύο φορές τα κεφάλαια της τράπεζας και επεκτείναμε τη βάση των μετόχων μας, ο όμιλος Βαρδινογιάννη μετέχει πλέον με 70% και το υπόλοιπο 30% είναι άλλοι επενδυτές. Είμαστε η μεγαλύτερη τράπεζα, μετά τις συστημικές, σε υπόλοιπο δανείων, με τα δάνειά μας να πλησιάζουν τα 2 δισ. ευρώ και τις καταθέσεις να υπερβαίνουν τα 2,5 δισ., ενώ έχουμε μόλις τρία δάνεια σε καθυστέρηση πάνω από 90 ημέρες. Από τον 18ο μήνα λειτουργίας μας και μετά -κι αυτό είναι μάλλον παγκόσμιο ρεκόρ- είμαστε κερδοφόροι. Τον δεύτερο χρόνο πλήρους λειτουργίας είχαμε οργανικά κέρδη 10 εκατ., που τον τρίτο χρόνο, το 2022, τα υπερτετραπλασιάσαμε κάνοντας πάνω από 40 εκατ. και προσφέροντας απόδοση 23% στα κεφάλαια των μετόχων» είπε.
CEO Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας: Στόχος για μονοψήφιο ποσοστό κόκκινων δανείων το 2024
Μόνο κερδοφόρες χρήσεις είχε στα 25 χρόνια της λειτουργίας της η Συνεταιριστική Τράπεζα Καρδίτσας, η οποία δεν χρειάστηκε ποτέ να κάνει ανακεφαλαιοποίηση, ενώ το 2024 σχεδιάζει να περιορίσει σε μονοψήφιο ποσοστό τα καθυστερημένα δάνεια, όπως επισήμανε ο CEO της, Παναγιώτης Τουρναβίτης. «Χωρίς να αξιοποιήσουμε εργαλεία όπως ο "Ηρακλής", χωρίς να πουλήσουμε κομμάτι του χαρτοφυλακίου μας, μόνο με ενεργητική διαχείριση των καθυστερημένων δανείων, καταφέραμε να έχουμε δείκτη καθυστερήσεων κοντά στο 12%, που το 2024 ευελπιστούμε να γίνει μονοψήφιος» είπε, υπενθυμίζοντας ότι το πλεονέκτημα των μικρών τραπεζών είναι ότι έχουν πάρα πολύ καλή γνώση των πελατών τους, αμεσότητα και ευελιξία.
Η Τράπεζα, που έχει «δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας άνω του 20% και πολύ υψηλή ρευστότητα», σχεδιάζει να διπλασιάσει τον αριθμό των καταστημάτων της στα επόμενα χρόνια, αλλά και να επενδύσει περαιτέρω σε πλατφόρμες ηλεκτρονικής τραπεζικής.