Την αναβάθμιση των προοπτικών (outlook) της βαθμολογίας της Ελλάδας από σταθερές σε θετικές ανακοίνωσε ο οίκος αξιολόγησης S&P Global Ratings, επικαλούμενος τη βελτίωση της πορείας των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η αξιολόγηση του ελληνικού χρέους διατηρήθηκε σταθερή στο "BB+/B", δηλαδή ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική κατηγορία.
Με την αποψινή αναβάθμιση των προοπτικών, η S&P θέτει την Ελλάδα στην τελική ευθεία για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, κάτι που θα συμβεί μέσα στο επόμενο 12μηνο, εφόσον δεν υπάρξουν ανατροπές στην πορεία της οικονομίας.
Ο οίκος σημειώνει, δικαιολογώντας αυτή την αναβάθμιση, ότι:
- Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η οικονομική ανθεκτικότητα της Ελλάδας, σε συνδυασμό με τη στήριξη της ΕΕ, έχουν βελτιώσει τα δημόσια οικονομικά και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα.
- Μετά την ταχύτερη δημοσιονομική εξυγίανση εντός της ΕΕ το 2022, το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας επέστρεψε σε πλεόνασμα και αναμένουμε περαιτέρω δημοσιονομικές βελτιώσεις τα επόμενα χρόνια.
- Οι επενδύσεις αυξήθηκαν στο 21% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, αυξημένες κατά 9% του ΑΕΠ τα τελευταία τρία χρόνια. Αναμένουμε ότι αυτή η τάση θα παραμείνει σταθερή τα επόμενα χρόνια με υποστήριξη και από τα κονδύλια ύψους 30,5 δισ. ευρώ του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ (RRF) που διατίθενται στην Ελλάδα.
Ως εκ τούτου, τονίζει η S&P, αναθεωρήσαμε τις προοπτικές μας για την Ελλάδα σε θετικές από σταθερές και επιβεβαιώσαμε τις αξιολογήσεις στο «BB+/B».
Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την άποψή μας, προσθέτει, ότι η Ελλάδα θα αξιοποιήσει το πρόσφατο ισχυρό ιστορικό εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, η κυβέρνηση μείωσε το δημοσιονομικό έλλειμμα ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν, μέσω βελτιώσεων που θεωρούμε γενικά βιώσιμες, υπογραμμίζει ο οίκος.
Και εξηγεί ότι θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω η αξιολόγηση της Ελλάδας εντός των επόμενων 12 μηνών, εάν διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία. Η άνοδος των αξιολογήσεων πιθανότατα θα εξαρτηθεί επίσης από τη διατήρηση του ρυθμού των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων από την επόμενη κυβέρνηση, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Αντίθετα, προσθέτει η S&P, οι προοπτικές θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν και από θετικές να υποβαθμιστούν εκ νέου σε σταθερές, μέσα στο επόμενο 12μηνο, εάν οι δημοσιονομικές επιδόσεις αποκλίνουν σημαντικά και αρνητικά από τις τρέχουσες προβλέψεις του οίκου και οι εξωτερικές ανισορροπίες, όπως το αυξημένο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, επιδεινωθούν περισσότερο από ό,τι αναμένουμε.
Οι εκλογές
Αναφερόμενη στις πολιτικές εξελίξεις, η S&P σημειώνει ότι οι γενικές εκλογές που έχουν οριστεί για τις 21 Μαΐου μπορεί να αποδειχθούν ατελέσφορες, με πιθανές επαναλήψεις που θα δώσουν μια κυβέρνηση επικεντρωμένη στην υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας.
Εξετάζοντας αναλυτικότερα τις επερχόμενες εκλογές, η S&P αναφέρει ότι:
- Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προκήρυξε βουλευτικές εκλογές για τις 21 Μαΐου 2023. Η ψηφοφορία θα είναι η πρώτη και η τελευταία που θα διεξαχθεί βάσει κανόνων που αποκλείουν το μπόνους εδρών, μετά τις αλλαγές που εφάρμοσε η προηγούμενη αριστερή κυβέρνηση υπό την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
- Ωστόσο, εάν, όπως δείχνουν οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις, η ψηφοφορία αποδειχθεί ατελέσφορη, υπάρχει πιθανότητα δεύτερης εκλογής έως τις αρχές Ιουλίου, η οποία θα διεξαχθεί βάσει διαφορετικού εκλογικού νόμου, που θα παρέχει έδρες μπόνους στα κορυφαία κόμματα.
- Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υπάρχει πιθανότητα σχηματισμού μιας δικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού που θα αναλάβει την εξουσία ήδη από τα τέλη Μαΐου.
- Ενώ αναγνωρίζουμε την αβεβαιότητα σχετικά με το αποτέλεσμα των εκλογών, υποθέτουμε στις προβλέψεις μας ότι η επόμενη κυβέρνηση θα συνεχίσει να επιδιώκει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική εξυγίανση.
- Πιστεύουμε ότι τα προγράμματα NGEU και τα διαθέσιμα κονδύλια του RRF, καθώς και τα απτά οφέλη της σημαντικής προόδου που σημειώθηκε στην αναδιάρθρωση της οικονομίας κατά την τελευταία δεκαετία, παρέχουν ισχυρά κίνητρα στην επόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει να εφαρμόζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα.
Η S&P υπογραμμίζει ότι ακόμη και σε ένα σενάριο χωρίς αλλαγή πολιτικής από την επόμενη κυβέρνηση, η οικονομική ανάπτυξη από μόνη της θα ήταν πιθανώς αρκετή για να μειωθεί περαιτέρω το δημοσιονομικό έλλειμμα. Ωστόσο, η έλλειψη ώθησης στις μεταρρυθμίσεις θα μπορούσε να βλάψει τις σημερινές θετικές οικονομικές προοπτικές της χώρας.
Επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα
Σχετικά με τη δημοσιονομική εικόνα της χώρας, η S&P τονίζει ότι η υπεραπόδοση των κρατικών εσόδων έχει δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο και έχει φέρει την επιστροφή πρωτογενών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό. Ο οίκος προβλέπει ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 1% την περίοδο 2023-2026.
Οι δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας συνεχίζουν να υπερβαίνουν τις προσδοκίες μας, αναφέρει ο οίκος. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε στο 2,3% του ΑΕΠ το 2022 από 7,1% το 2021 και αυτή ήταν η πιο επιθετική εξυγίανση μεταξύ όλων των μελών της ΕΕ.
Η υπεραπόδοση των εσόδων ήταν κεντρικής σημασίας για τη βελτίωση της θέσης, με τις προσπάθειες για αύξηση της ψηφιοποίησης να αποδίδουν καρπούς με τη μορφή υψηλότερης φορολογικής συμμόρφωσης. Η βελτίωση έρχεται παρά το γεγονός ότι η κρατική στήριξη στην οικονομία παρέμεινε σημαντική πέρυσι.
Ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης για το 2023 στοχεύει σε πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ. Δεδομένης της βελτιωμένης θέσης εκκίνησης και της προσδοκίας μας ότι τα μέτρα τόνωσης των εσόδων θα οδηγήσουν σε βιώσιμα υψηλότερη παραγωγή φόρων, προβλέπουμε τώρα πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 1% του ΑΕΠ φέτος, σημειώνει η S&P.
Τα επόμενα χρόνια, η βασική μας πρόβλεψη είναι σταδιακή σύσφιξη προς ένα συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα 0,5% έως το 2026, που ισοδυναμεί με πρωτογενές πλεόνασμα 2,0%.
Το ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης θα μειωθεί περαιτέρω σε περίπου 136% του ΑΕΠ έως το 2026, από το ανώτατο επίπεδο του 206% το 2020. Αρχικά, αυτό εξηγείται κυρίως από τη σημαντική αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ που πραγματοποιήθηκε και αναμένεται κατά την περίοδο 2021-2023. Στη συνέχεια, αναμένουμε ότι η δημοσιονομική εξυγίανση θα διαδραματίζει ολοένα και σημαντικότερο ρόλο. Τα ταμειακά αποθέματα παραμένουν σημαντικά στην Ελλάδα, στο 15% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022. Αυτά τα ρευστά διαθέσιμα αφαιρούνται από το ακαθάριστο δημόσιο χρέος, οδηγώντας μας να εκτιμήσουμε το καθαρό δημόσιο χρέος στο 124% του ΑΕΠ το 2026.
Για τις τράπεζες, η S&P αναφέρει ότι τα οικονομικά τους αποτελέσματα για το 2022 δείχνουν σημαντική βελτίωση μετά από μια δεκαετία ζητημάτων ποιότητας ενεργητικού. Τα ΜΕΔ μειώθηκαν στο 8,2% τον Δεκέμβριο του 2022 από το ανώτατο επίπεδο του 49,2% τον Ιούνιο του 2017, με βελτίωση 32% μόνο τα τελευταία τρία χρόνια.
Η ιδιωτική πίστωση άρχισε τελικά να επεκτείνεται σε καθαρούς όρους, αντιστρέφοντας την τάση συρρίκνωσης του καθαρού δανεισμού από το 2010. Αυτό εξηγείται εν μέρει από τα δάνεια RFF που διοχετεύονται μέσω του τραπεζικού συστήματος, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό αντανακλά την πρόοδο των ισολογισμών που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής, με αποτέλεσμα την αύξηση της ικανότητας στήριξης της οικονομίας.
Χρ. Σταϊκούρας: Η ελληνική οικονομία έχει γυρίσει σελίδα
Με τη φράση «η ελληνική οικονομία έχει γυρίσει σελίδα», ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σχολίασε την ετυμηγορία της S&P. Τόνισε ότι η εν λόγω απόφαση «καταδεικνύει τη δραστική βελτίωση της αξιοπιστίας και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας».
Επίσης, ο Χρήστος Σταϊκούρας σημειώνει ότι «έτσι, γίνεται ο δεύτερος διεθνής οίκος αξιολόγησης, που μέσα στο 2023, τοποθετεί τη χώρα μισό, μόλις, "σκαλοπάτι" πριν την επενδυτική βαθμίδα. Πρόκειται για ακόμη μια πολύ θετική εξέλιξη, που ακολουθεί τις 12 αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία 4 περίπου χρόνια, παρά τις διαδοχικές, εξωγενείς κρίσεις. Εξέλιξη που αποτελεί καρπό - και, ταυτοχρόνως, πιστοποίηση - της υπεύθυνης, αποτελεσματικής και κοινωνικά δίκαιης οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, της διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, της διατήρησης των ταμειακών διαθεσίμων σε ασφαλή επίπεδα και της υλοποίησης ουσιαστικών διαρθρωτικών αλλαγών που οδηγούν τη χώρα μπροστά».
Και ο υπουργός Οικονομικών καταλήγει: «έρχεται δε, σε συνέχεια των επίσημων στατιστικών στοιχείων, που ανακοινώθηκαν σήμερα και επιβεβαιώνουν, ότι η Ελλάδα πέτυχε την μεγαλύτερη - πανευρωπαϊκά - δημοσιονομική βελτίωση το 2022, παρά το γεγονός ότι τα μέτρα στήριξης της κοινωνίας ήταν από τα πιο γενναιόδωρα στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, το προηγούμενο έτος η χώρα μας κατάφερε να μηδενίσει το πρωτογενές έλλειμμα, καταγράφοντας μάλιστα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα, να αυξήσει το ΑΕΠ της κατά 26 δισ. ευρώ και να μειώσει το δημόσιο χρέος της κατά 23% του ΑΕΠ. Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι η ελληνική οικονομία έχει γυρίσει σελίδα. Κινείται, αταλάντευτα, στον δρόμο της δημοσιονομικής σταθερότητας και υπευθυνότητας, διασφαλίζοντας τις συνθήκες για τη συνέχιση της δυναμικής αναπτυξιακής πορείας στην οποία έχει εισέλθει η χώρα. Η σημερινή κίνηση της S&P καταδεικνύει τη δραστική βελτίωση της αξιοπιστίας και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Επιβεβαιώνει, επίσης, ότι αν συνεχιστεί η τρέχουσα συνετή και αποτελεσματική οικονομική πολιτική, ο μεγάλος εθνικός στόχος για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023, είναι απολύτως εφικτός και ρεαλιστικός».