Σε αναβάθμιση της εκτίμησής του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προχωρά στην έκθεση World Economic Outlook το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), καθώς αναμένει ότι θα «τρέξει» με 2,60% σε σύγκριση με το 1,80% που εκτιμούσε στην αντίστοιχη έκθεση τον Οκτώβριο του 2022 και σχεδόν τέσσερις φορές ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (0,80%).
Για το 2024 το Ταμείο εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα υποχωρήσει ελαφρώς και θα διαμορφωθεί στο 1,50%. Παράλληλα, αναμένει ελαφρώς πιο αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να τοποθετείται για φέτος στο 4% (από 3,2% τον Οκτώβριο) και να υποχωρεί στο 2,90% το 2024.
Αναβαθμισμένη είναι και η πρόβλεψη για το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, με το ΔΝΤ να το τοποθετεί για το 2023 στο 8% του ΑΕΠ (από 6,3% του ΑΕΠ τον Οκτώβριο) και στο 6% του ΑΕΠ το 2024. Σταθερά σε τροχιά αποκλιμάκωσης θα παραμείνει η ανεργία, φθάνοντας φέτος στο 11,20% (από 12,2% εκτίμηση τον Οκτώβριο) και υποχωρώντας περαιτέρω στο 10,4% το επόμενο έτος.
Αναφορικά με τα δημοσιονομικά δεδομένα για την ελληνική οικονομία το Ταμείο στην έκθεσή του Fiscal Monitor εκτιμά ότι το πρωτογενές έλλειμμα διαμορφώθηκε το 2022 στο -1,5%, ενώ θα καταγραφεί φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 0,4%, το οποίο θα αυξηθεί στο 1,4% το 2024, ενώ θα φθάσει στο επίπεδο του 2% έως και το 2028.
Στο «καυτό» ζήτημα του χρέους το ΔΝΤ προβλέπει ότι από το 177,4% του ΑΕΠ το 2022 θα υπάρξει υποχώρησή του στο 166% του ΑΕΠ φέτος, θα φθάσει στο 160,5% του ΑΕΠ το 2024, ενώ έως το 2028 θα διαμορφωθεί στο 143,6% του ΑΕΠ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το Ταμείο τονίζει ότι η Ελλάδα αποτελεί μία ευχάριστη έκπληξη αναφορικά με την πορεία μείωσης του χρέους της το οποίο από 200,7% του ΑΕΠ το 2021 υποχώρησε στο 177,4% το 2022. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «Ο ρόλος των πληθωριστικών εκπλήξεων στη μείωση του χρέους κατά τη διάρκεια του 2022 διαμορφώθηκε ανάλογα με το μέγεθος και τη σύνθεση του χρέους των επιμέρους χωρών. Χώρες με υψηλά αρχικά επίπεδα χρέους, σε συνδυασμό με μεγάλες πληθωριστικές εκπλήξεις και ισχυρή ανάπτυξη, βίωσαν σημαντική μείωση του χρέους όπως η Ελλάδα».
Οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία
2022 | 2023 | 2024 | |
ΑΕΠ | 5,90% | 2,60% | 1,50% |
Πληθωρισμός | 9,30% | 4% | 2,90% |
Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών | -9,70% | -8% | -6% |
Ανεργία | 12,20% | 11,20% | 10,40% |
Πρωτογενές Έλλειμμα/Πλεόνασμα | -1,50% | 0,40% | 1,40% |
Χρέος | 177,40% | 166% | 160,50% |
Ομαλή προσγείωση για την παγκόσμια οικονομία
Όπως δείχνουν τα πρώτα στοιχεία για το 2023, η παγκόσμια οικονομία έχει βρεθεί σε μία διαδικασία «ομαλής προσγείωσης», με τον πληθωρισμό να έχει υποχωρήσει και την ανάπτυξη να παραμένει σταθερή.
Η βασική πρόβλεψη, η οποία υποθέτει ότι οι πρόσφατες πιέσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα περιορίζονται, προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα μειωθεί από 3,4% το 2022 σε 2,8% το 2023, πριν ανακάμψει και σταθεροποιηθεί κοντά στο 3% την επόμενη 5ετία, η οποία είναι η χαμηλότερη μεσοπρόθεσμη πρόβλεψη των τελευταίων δεκαετιών.
Επιπρόσθετα, εκτιμάται ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα τρέξει με ρυθμό 0,8% φέτος και θα ενισχυθεί στο 1,4% το 2024, με τον πληθωρισμό να φθάνει για το τρέχον έτος στο 5,3% και να υποχωρεί στο 2,9% το επόμενο. Θετική η πορεία για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών με πλεόνασμα 1,4% του ΑΕΠ φέτος και 2% του ΑΕΠ το 2024, με την ανεργία να παραμένει σταθερή στο 6,2% και για τα δύο έτη.
Σε ό,τι αφορά την αμερικανική οικονομία αναμένεται ανάπτυξη 1,6% για το τρέχον έτος και υποχώρησή της στο 1,1% το 2024. Ο πληθωρισμός θα φθάσει στο 4,5% το 2023 και θα υποχωρήσει στο 2,3% το 2024. Στο 2,5% του ΑΕΠ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για το 2023 και ήπια υποχώρησή του το 2,3% του ΑΕΠ το επόμενο έτος.
Για την Κίνα εκτιμάται ανάπτυξη 5,2% φέτος και υποχώρησή της στο 5,1% το 2024, με τον πληθωρισμό στο 3,4% φέτος και στο 3% το επόμενο έτος, με πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών στο 1,4% του ΑΕΠ για το 2023 και 1,1% για το 2024, ενώ η ανεργία θα διαμορφωθεί στο 4,1% φέτος και θα υποχωρήσει στο 3,9% το 2024.
Οι προηγμένες οικονομίες αναμένεται να παρουσιάσουν ιδιαίτερα έντονη επιβράδυνση της ανάπτυξης, από 2,7% το 2022 σε 1,3% το 2023. Σε ένα εναλλακτικό σενάριο με περαιτέρω πίεση του χρηματοπιστωτικού τομέα, η παγκόσμια ανάπτυξη μειώνεται σε περίπου 2,5% το 2023 -η ασθενέστερη ανάπτυξη από την παγκόσμια ύφεση του 2001, εκτός από την αρχική κρίση COVID-19 το 2020 και κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2009- με την ανάπτυξη των προηγμένων οικονομιών να πέφτει κάτω από το 1%.
Οι αναιμικές προοπτικές αντανακλούν την αυστηρή νομισματική πολιτική που απαιτείται για τη μείωση του πληθωρισμού, τις επιπτώσεις από την πρόσφατη επιδείνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία και τον αυξανόμενο γεωοικονομικό κατακερματισμό. Ο παγκόσμιος συνολικός πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί από 8,7% το 2022 σε 7,0% το 2023 λόγω της μείωσης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, αλλά ο υποκείμενος (πυρήνας) πληθωρισμός είναι πιθανό να μειωθεί πιο αργά.
Η επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο που έχουν θέσει οι κεντρικές τράπεζες είναι απίθανη πριν από το 2025 στις περισσότερες περιπτώσεις. Μόλις τα ποσοστά του πληθωρισμού επιστρέψουν στους στόχους, οι βαθύτεροι διαρθρωτικοί παράγοντες θα μειώσουν πιθανότατα τα επιτόκια προς τα προ της πανδημίας επίπεδα. Οι κίνδυνοι για τις προοπτικές είναι έντονα πτωτικοί, με τις πιθανότητες μιας σκληρής προσγείωσης να έχουν αυξηθεί απότομα.
Το Ταμείο αναφέρει ακόμη ότι οι παρενέργειες από την ταχεία αύξηση των επιτοκίων γίνονται εμφανείς, καθώς τα τρωτά σημεία του τραπεζικού τομέα έχουν έρθει στο επίκεντρο και οι φόβοι για μετάδοση της κρίσης έχουν αυξηθεί στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν λάβει δυναμικά μέτρα για τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Τα επίπεδα χρέους παραμένουν υψηλά, περιορίζοντας την ικανότητα των φορέων χάραξης δημοσιονομικής πολιτικής να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις. Οι τιμές των εμπορευμάτων που αυξήθηκαν απότομα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχουν μετριαστεί, αλλά ο πόλεμος συνεχίζεται και οι γεωπολιτικές εντάσεις είναι υψηλές. Τα μολυσματικά στελέχη COVID-19 προκάλεσαν εκτεταμένες επιδημίες πέρυσι, αλλά οι οικονομίες που επλήγησαν σκληρά -κυρίως η Κίνα- φαίνεται να ανακάμπτουν, διευκολύνοντας τις διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού. Παρά τις ενισχύσεις από τις χαμηλότερες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας και τη βελτιωμένη λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού, οι κίνδυνοι είναι σταθερά καθοδικοί λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας από την πρόσφατη αναταραχή στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Η πίεση στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα μπορούσε να ενισχυθεί και να μεταδοθεί, αποδυναμώνοντας την πραγματική οικονομία μέσω μιας απότομης επιδείνωσης των συνθηκών χρηματοδότησης και αναγκάζοντας τις κεντρικές τράπεζες να επανεξετάσουν την πορεία της πολιτικής τους.
Οι θύλακες δυσπραγίας του δημόσιου χρέους θα μπορούσαν, στο πλαίσιο του υψηλότερου κόστους δανεισμού και της χαμηλότερης ανάπτυξης, να εξαπλωθούν και να γίνουν πιο συστημικοί. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να ενταθεί και να οδηγήσει σε περισσότερες εξάρσεις των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, ωθώντας τον πληθωρισμό προς τα πάνω. Ο πυρήνας του πληθωρισμού θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο επίμονος από ό,τι αναμενόταν, απαιτώντας ακόμη μεγαλύτερη νομισματική σύσφιξη για να τιθασευτεί. Ο κατακερματισμός σε γεωπολιτικά μπλοκ έχει το περιθώριο να δημιουργήσει μεγάλες απώλειες στην παραγωγή, μεταξύ άλλων μέσω των επιπτώσεών του στις άμεσες ξένες επενδύσεις.
Οι συστάσεις του ΔΝΤ
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν να διανύσουν ένα στενό μονοπάτι για να βελτιώσουν τις προοπτικές και να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους. Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να παραμείνουν σταθερές με την αυστηρότερη αντιπληθωριστική τους στάση, αλλά και να είναι έτοιμες να προσαρμόσουν και να χρησιμοποιήσουν όλο το σύνολο των μέσων πολιτικής τους -συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των ανησυχιών για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα- όπως απαιτούν οι εξελίξεις.
Οι φορείς χάραξης δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να στηρίξουν τις δράσεις των φορέων χάραξης νομισματικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής για την επαναφορά του πληθωρισμού στο στόχο, διατηρώντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να στοχεύουν σε μια συνολικά αυστηρή στάση, παρέχοντας παράλληλα στοχευμένη στήριξη σε όσους αντιμετωπίζουν περισσότερο την κρίση του κόστους ζωής. Σε ένα σοβαρό καθοδικό σενάριο, θα πρέπει να επιτραπεί η πλήρης λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών και να χρησιμοποιηθούν προσωρινά μέτρα στήριξης ανάλογα με τις ανάγκες, εφόσον το επιτρέπει ο δημοσιονομικός χώρος. Η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους θα απαιτήσει εύστοχη δημοσιονομική εξυγίανση αλλά και αναδιάρθρωση του χρέους σε ορισμένες περιπτώσεις.
Τα νομίσματα θα πρέπει να μπορούν να προσαρμόζονται στα μεταβαλλόμενα θεμελιώδη μεγέθη, αλλά σε συνθήκες κρίσης ή επικείμενης κρίσης μπορεί να δικαιολογείται η εφαρμογή πολιτικών διαχείρισης των κεφαλαιακών ροών, χωρίς να υποκαθιστά την αναγκαία προσαρμογή της μακροοικονομικής πολιτικής.
Τα βήματα για την ενίσχυση της πολυμερούς συνεργασίας είναι απαραίτητα για την επίτευξη προόδου στη δημιουργία μιας πιο ανθεκτικής παγκόσμιας οικονομίας, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού δικτύου ασφαλείας, τον μετριασμό του κόστους της κλιματικής αλλαγής και τη μείωση των δυσμενών επιπτώσεων του γεωοικονομικού κατακερματισμού.