Πιο επιθετικό πρόγραμμα πώλησης ομολόγων που έχει στην κατοχή της και περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων μπορεί να χρειαστεί να πραγματοποιήσει η ΕΚΤ προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, όπως σημείωσε σε δηλώσεις του ο επικεφαλής της Bundesbank, Γιόακιμ Νάγκελ.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ έχει προχωρήσει σε αυξήσεις επιτοκίων κατά 300 μονάδες βάσης από τον Ιούλιο του 2022, ενώ έχει προαναγγείλει ότι θα πραγματοποιήσει μία ακόμη κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Bundesbank η αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας μπορεί να βοηθά σε μία βραχυπρόθεσμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, αλλά δεν επιδρούν σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και αυτός θα παραμείνει για μεγάλο διάστημα άνω του στόχου του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ. «Η αύξηση των επιτοκίων που έχει προαναγγελθεί για τον Μάρτιο δεν θα είναι η τελευταία. Περισσότερες σημαντικές αυξήσεις θα είναι αναγκαίες και μετά», σημείωσε ο κ. Νάγκελ.
Οι αγορές εκτιμούν ότι το επιτόκιο καταθέσεων θα φθάσει στο 4% από 2,5% που είναι αυτή τη στιγμή, δηλαδή θα υπάρξουν δύο ακόμη αυξήσεις, μετά από αυτήν του Μαρτίου, συνολικά κατά 100 μονάδες βάσης. Παράλληλα ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης υποστήριξε ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ μόλις φθάσει στο ζενίθ του θα πρέπει να παραμείνει σε αυτό το επίπεδο για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό. «Θα πρέπει να υπάρξει επίδραση και στον υποκείμενο πληθωρισμό. Μέχρι να συμβεί αυτό δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν μειώσεις επιτοκίων», σημείωσε.
Αναφερόμενος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QT), βάσει του οποίου από τον τρέχοντα μήνα η ΕΚΤ θα προχωρά σε πωλήσεις ομολόγων αξίας 15 δισ. ευρώ μηνιαίως ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης τάχθηκε υπέρ ενός πιο επιθετικού προγράμματος. «Είμαι υπέρ πιο «γενναιόδωρων» παρεμβάσεων μείωσης του ισολογισμού από τον Ιούλιο ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία», τόνισε.
Σε ό,τι αφορά τη γερμανική οικονομία, ο πληθωρισμός θα φθάσει μεταξύ 6% και 7% φέτος, ενώ δεν αναμένεται να υποχωρήσει στον στόχο της ΕΚΤ πριν από το 2025, σημείωσε ο κ. Νάγκελ, ενώ προσέθεσε ότι οι οικονομολόγοι της Bundesbank δεν αναμένουν σημαντική ανάκαμψη της οικονομίας πριν από το β’ εξάμηνο του 2023.