Περί τα 55 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα διαμορφωθεί το 2022 η αξία των ελληνικών εξαγωγών, σύμφωνα με έγκυρους εξαγωγικούς κύκλους, μια πρωτοφανής επίδοση στην εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας. Και, παρά το γεγονός ότι η προαναφερόμενη αξία περιλαμβάνει και το υψηλό πληθωρισμό του περασμένου έτους, είναι προφανές ότι υπάρχει «καθαρή» αύξηση των εξαγωγών.
Για το 2023, χρονιά με ρευστό τον διεθνή οικονομικό ορίζοντα, εκτιμάται ότι η άνοδος θα συνεχιστεί και η αξία τους θα αυξηθεί –εκτός απροόπτου φυσικά– στα όρια του προβλεπόμενου πληθωρισμού, περί το 7%, ενώ σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις ίσως υπάρξει και αύξηση του όγκου των εξαγομένων προϊόντων κατά 1% ή 2%. Πάντα, βεβαίως, με την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύψουν αστάθμητοι παράγοντες που θα ανατρέψουν την αισιόδοξη εξέλιξη της εξαγωγικής προσπάθειας της Ελλάδας.
Σε δήλωση της προς το ΒD η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη αναφέρει ότι: «Είναι δύσκολο να κάνει κανείς προβλέψεις για το 2023 μέσα σε αυτό το τόσο ρευστό περιβάλλον, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, την πανδημία και τις γεωπολιτικές εξελίξεις σε Τουρκία, Μέση Ανατολή, Ασία κ.λπ.. Αν όμως θέλαμε να διακινδυνεύσουμε κάποια πρόβλεψη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αναμενόμενη μεταβολή των εξαγωγών ως συνιστώσα του ΑΕΠ για το 2023 θα είναι από 3% έως 4,5%».
«Η συμμετοχή των εξαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ αυξήθηκε από 16,8% το 2019 σε 20,2% το 2021 και διαμορφώθηκε σε 19,2% τα πρώτα τρία τρίμηνα του 2022», σημειώνει η κυρία Σακελλαρίδη. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι «οι ελληνικές εξαγωγές για άλλη μια χρονιά ξεχώρισαν με τις επιδόσεις τους, σημειώνοντας νέο ιστορικό ρεκόρ. Το 11μηνο του 2022 ανήλθαν σε 50,11 δισ. ευρώ με αύξηση 37,7% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο», όπως παρατηρεί η ίδια.
Η πίεση η οποία ασκείται στην κατανάλωση της εσωτερικής αγοράς από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και εντεύθεν αναγκάζει όλο και περισσότερες επιχειρήσεις να ενισχύσουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα προκειμένου να αντισταθμίσουν τις απώλειες.
Κι όπως επισημαίνει η πρόεδρος του ΠΣΕ «κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες και παρά το δυσμενές περιβάλλον διεθνώς, με τον υψηλό πληθωρισμό να ταλανίζει την ευρωπαϊκή οικονομία και την ενεργειακή κρίση να βάζει πρόσθετα εμπόδια στην οικονομική δραστηριότητα, οι ελληνικές επιχειρήσεις κατάφεραν να διατηρήσουν τη δυναμική που έχουν αποκτήσει τα τελευταία χρόνια και να συνεισφέρουν στην προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα να ορθοποδήσει». Και προσθέτει λέγοντας πως «παράλληλα, αποτέλεσαν ένα “φωτεινό παράδειγμα” για τις τεράστιες δυνατότητες που αδιαμφισβήτητα διαθέτουν οι Έλληνες επιχειρηματίες».
Ωστόσο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι παράλληλα με αύξηση των εξαγωγών διευρύνεται και το εμπορικό έλλειμμα, το οποίο στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου του 2022 αυξήθηκε κατά 12,99 δισ. ευρώ ή κατά 58,6% και ανήλθε στα 35,15 δισ. ευρώ από 22,16 δισ. ευρώ από το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Ακόμη και χωρίς τα πετρελαιοειδή, το έλλειμμα ανήλθε στα 23,94 δισ. ευρώ από 17,52 δισ. ευρώ, δηλαδή αυξήθηκε κατά 6,42 δισ. ευρώ ή κατά 36,6%.
Όπως επισημαίνεται σχετικά, σε ένα βαθμό η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος – εκτός της συγκυριακής (;) περίπτωσης των πετρελαιοειδών- οφείλεται στην αύξηση των ... εξαγωγών, δεδομένου ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους οι πρώτες και βοηθητικές ύλες που χρησιμοποιεί η εξαγωγική βιομηχανία είναι εισαγόμενες.