Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αναγκασμένη να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια προκειμένου να «μαζέψει» τον ρυθμό ανάπτυξης και ως εκ τούτου να κατορθώσει να επιφέρει το απαιτούμενο πλήγμα στον πληθωρισμό, όπως υποστήριξε ο επικεφαλής οικονομολόγος της, Φίλιπ Λέιν, σε συνέντευξή του στους Financial Times.
«Οφείλουμε να αυξήσουμε περισσότερο τα επιτόκια», ήταν η ξεκάθαρη άποψη που εξέφρασε ο κ. Λέιν και προσέθεσε ότι «πέρυσι μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να αυξήσουμε τα επιτόκια σε πιο φυσιολογικά επίπεδα και τώρα λέμε ότι στην πραγματικότητα πρέπει να τα φέρουμε σε περιοριστικά επίπεδα», ακόμη και εάν αυτό σημαίνει πλήγμα για την ανάπτυξη της ευρωζώνης.
Ο κορυφαίος οικονομολόγος της ΕΚΤ σημείωσε ακόμη ότι οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης, οι οποίες δαπανούν υπερβολικά πολλά για επιδοτήσεις κυρίως για να στηρίξουν τους πολίτες τους από το αυξημένο ενεργειακό κόστος, θα πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερο ρόλο στην καταπολέμηση του πληθωρισμού. «Αρκετές κυβερνήσεις θα πρέπει να μειώσουν τα υψηλά τους ελλείμματα. Υπάρχει ανάγκη σημαντικής δημοσιονομικής προσαρμογής για τα επόμενα χρόνια», σημείωσε.
Ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει γρήγορα φέτος, αλλά μεγάλο μέρος αυτού θα οφείλεται σε ένα «φαινόμενο βάσης», καθώς η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου θα συγκριθεί με τα στοιχεία του προηγούμενου έτους και η δυσκολία μπορεί να έγκειται στη διασφάλιση της τελικής φάσης του αποπληθωρισμού. «Το ερώτημα είναι πώς θα φτάσουμε από τα μέσα του τρίτου τριμήνου στο τέλος του 2023 στον στόχο του 2% εγκαίρως», εκτίμησε ο κ. Λέιν, καθώς «εκεί θα είναι σημαντική η πολιτική των επιτοκίων... για να διασφαλιστεί ότι θα πραγματοποιηθεί το τελευταίο χιλιόμετρο της επιστροφής στο στόχο».
Μόλις τα επιτόκια είναι αρκετά υψηλά ώστε να περιορίσουν την ανάπτυξη, η ΕΚΤ θα πρέπει να εξισορροπήσει τον κίνδυνο να κάνει πάρα πολλά έναντι του να κάνει πολύ λίγα και αυτό μπορεί να είναι ένα ζήτημα που θα τραβήξει για το επόμενο διάστημα.
Για το μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας η ΕΚΤ πολέμησε τον υπερβολικά χαμηλό πληθωρισμό και ορισμένοι έχουν υποστηρίξει ότι οι υποκείμενες συνθήκες δεν έχουν αλλάξει, οπότε η εξαιρετικά χαμηλή αύξηση των τιμών θα μπορούσε τελικά να επιστρέψει, αναγκάζοντας την ΕΚΤ σε υποχώρηση. Αλλά ο κ. Λέιν απορρίπτει αυτό το επιχείρημα, λέγοντας ότι οι προσδοκίες προσαρμόζονται τώρα σε ένα υψηλότερο, υγιέστερο επίπεδο αύξησης των τιμών. «Δεν νομίζω ότι θα επιστρέψει η χρόνια ισορροπία χαμηλού πληθωρισμού που είχαμε πριν από την πανδημία», σημείωσε.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια συνολικά κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον Ιούλιο σε μια προσπάθεια να ανακόψει μια ιστορική άνοδο του πληθωρισμού, αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν ήδη πει ότι θα χρειαστούν περισσότερα για να επιτευχθεί η αύξηση των τιμών, που τώρα είναι λίγο κάτω από το 10%, και να επιστρέψει στον στόχο της ΕΚΤ για 2% περίπου μέχρι το 2025.