Η μετατροπή του Πύργου του Πειραιά σε ένα από τα πιο πράσινα κτήρια της Ευρώπης αποτελεί εκτός από ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα και μέρος της προσπάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μειώσει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των κτιρίων της.
Το project αξίας 100 εκατ. ευρώ έχει ως στόχο να αλλάξει εντελώς την εικόνα όχι μόνο του ίδιου του κτιρίου, αλλά και αυτή του μεγαλύτερου λιμένα της Ελλάδας. Το Bloomberg, σε αφιέρωμά του να τονίζει ότι παρά την καλή πορεία του συγκεκριμένου έργου το γενικότερο ευρωπαϊκό σχέδιο «Renovation Wave (Κύμα Ανακαινίσεων)» δεν ακολουθεί ακριβώς τον αρχικό του προγραμματισμό.
Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2020, στοχεύει στην απαλλαγή από τον άνθρακα 35 εκατομμυρίων κατοικιών, πολυκατοικιών, γραφείων, σχολείων, νοσοκομείων και άλλων χώρων μέχρι το 2030, με συνολικό κόστος 2,75 τρισεκατομμύρια ευρώ. Τα περισσότερα ευρωπαϊκά κτίρια είναι ηλικίας άνω των δύο δεκαετιών και αποτελεσματικά στη διαχείριση της ενέργειας, γεγονός που συμβάλλει στο να καταστεί ο τομέας αυτός ο μοναδικός μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας στην Ευρώπη, αντιπροσωπεύοντας το 36% των συνολικών εκπομπών.
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, το «κύμα ανακαίνισης» μοιάζει περισσότερο με σταγόνα. Μόλις το 1% των κτιρίων της Ευρώπης ανακαινίζονται κάθε χρόνο, ποσοστό που σύμφωνα με την ΕΕ πρέπει να διπλασιαστεί. Και οι εκ βάθρων ανακαινίσεις -με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά τουλάχιστον 60% με βελτιωμένη μόνωση, σύγχρονα παράθυρα και αντλίες θερμότητας που αντικαθιστούν τους λέβητες φυσικού αερίου- γίνονται μόνο στο 0,2% των κτιρίων ετησίως.
Με αυτόν τον ρυθμό, θα είναι σχεδόν αδύνατο για την Ευρώπη να πετύχει τον στόχο της για καθαρές μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050. «Πρέπει να δοθεί μια αίσθηση επείγοντος σε αυτή τη διαδικασία», τονίζει ο Άντρια Τζόις, διευθυντής της Renovate Europe, μιας ομάδας που αγωνίζεται για την επιτάχυνση της μετάβασης. «Αν δεν επιτύχουμε εκ βάθρων ανακαίνιση 2,5% έως το 2030 και δεν τη διατηρήσουμε για δύο δεκαετίες, θα αποτύχουμε σε αυτή την πρόκληση».
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εκπομπές από κτίρια και κατασκευαστές σκαρφάλωσαν σε νέο υψηλό επίπεδο το 2021, αφήνοντας τον τομέα εκτός τροχιάς στην προσπάθεια απαλλαγής από τον άνθρακα, σύμφωνα με την Παγκόσμια Συμμαχία για τα κτίρια και τις κατασκευές. Τα σχέδια της Ευρώπης παρακολουθούνται στενά, διότι η περιοχή είναι ένα από τα λίγα μέρη όπου οι υψηλές φιλοδοξίες υποστηρίζονται με νομοθετικό πλαίσιο, πραγματικούς στόχους και νέα χρηματοδότηση.
Τον Οκτώβριο, οι ευρωπαϊκές αρχές συμφώνησαν σε αυστηρότερους κανόνες για την ενεργειακή απόδοση, ζητώντας όλα τα νέα κτίρια να είναι μηδενικών εκπομπών από το 2030. Για τις υφιστάμενες κατασκευές, τα μέλη της ΕΕ στοχεύουν στην επίτευξη μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ο βραχίονας δανεισμού της ΕΕ, συνδυάζει επιχορηγήσεις με δάνεια για την κάλυψη του κόστους των μετασκευών. Η Λιθουανία έχει πρωτοστατήσει με περισσότερα από 1 δισ. ευρώ σε αναβαθμίσεις, ενώ στην Ελλάδα η τράπεζα παρέχει 375 εκατ. ευρώ για την ανακαίνιση δημόσιων κτιρίων.
Ενώ η Ευρώπη δαπανά συνήθως περίπου 125 δισ. ευρώ ετησίως για ανακαινίσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λέει ότι το κύμα ανακαίνισης θα απαιτήσει 275 δισ. ευρώ ετησίως. Αλλά η ΕΕ έχει διαθέσει περίπου 7 δισ. ευρώ ετησίως (συνολικά 50 δισ. ευρώ) για τέτοια έργα από το 2021 έως το 2027. «Υπάρχει πράγματι μια μεγάλη επενδυτική πρόκληση», σημειώνει ο Κάρλος Σάντσεθ Ριβέρο, επικεφαλής της ομάδας χρηματοδότησης της ενέργειας στην Επιτροπή. Εκτιμά, ακόμη, ότι τα 50 δισ. ευρώ θα βοηθήσουν στην κινητοποίηση κεφαλαίων από ιδιοκτήτες, κατασκευαστές ακινήτων και ιδιοκτήτες σπιτιών. «Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων θα πρέπει να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα», ξεκαθαρίζει.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Στην Ελλάδα, όπου οι ανακαινίσεις σταμάτησαν κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους 2009 - 18, 4,1 δισ. ευρώ από τα χρήματα της ΕΕ για την ανάκαμψη από την πανδημία έχουν διατεθεί για φιλικότερες στο περιβάλλον κατασκευές. Η Αλεξάνδρα Σδούκου, γενική γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πόρων της Ελλάδας, λέει ότι η χώρα σκοπεύει να μειώσει τη χρήση ενέργειας στα κτίρια κατά 38% έως το 2030, υπερβαίνοντας τον στόχο της ΕΕ για 32%.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου θα απαιτηθεί η ανακαίνιση 60.000 κατασκευών -περίπου το 15% του αποθέματος κατοικιών- κάθε χρόνο. Η κυβέρνηση προσέφερε τον Ιούνιο επιδοτήσεις έως και 50% στα νοικοκυριά που αντικαθιστούν τα παλιά κλιματιστικά, ψυγεία και καταψύκτες με πιο ενεργειακά αποδοτικά μοντέλα και έλαβε 1 εκατομμύριο αιτήσεις μέσα σε ένα μήνα. «Τα περισσότερα από τα κτίριά μας χτίστηκαν πριν από το 1980», σημειώνει η κα Σδούκου και προσθέτει ότι «αν θέλουμε πραγματικά να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, πρέπει να το αντιμετωπίσουμε αυτό».
Ο Πύργος του Πειραιά είναι το πιο φιλόδοξο έργο της χώρας. Παρόλο που ο ουρανοξύστης ολοκληρώθηκε το 1972, το μόνο τμήμα του που κατοικήθηκε ποτέ ήταν χώροι λιανικής στους πρώτους ορόφους, επειδή η περιοχή δεν αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν. Το 2020, η Dimand και οι συνεργάτες υπέγραψαν σύμβαση για την ανάπλαση του πύργου στο πλαίσιο μιας προσπάθειας αναζωογόνησης της προκυμαίας του Πειραιά, όπου ελλιμενίζονται φορτηγά πλοία και δεκάδες φέριμποτ σαλπάρουν καθημερινά για τα νησιά του Αιγαίου.
Κατά τις πρώτες ημέρες του έργου, οι υπεύθυνοι αντιμετώπισαν προβλήματα τυπικά για πολλές ανακαινίσεις. Έπρεπε να δημιουργηθούν εκ νέου τα σχέδια που έλειπαν. Ο αμίαντος στο υπόγειο έπρεπε να αφαιρεθεί. Και η εσωτερική δομή έπρεπε να ενισχυθεί μετά από δεκαετίες παραμέλησης που έδωσαν στο κτίριο το παρατσούκλι του, ο «κοιμώμενος γίγαντας». Ο Γιώργος Μαλτέζος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, η οποία έχει επενδύσει 9 εκατομμύρια ευρώ στο έργο, λέει ότι η ανακαίνιση προσφέρει την ευκαιρία να αφυπνιστεί ο πύργος μετά από μισό αιώνα ύπνου, προσελκύοντας νέα καταστήματα, εστιατόρια και επιχειρήσεις στην περιοχή. «Ο Πειραιάς έχει γίνει πρόσφατα κόμβος υποδομών», λέει. Η ανοικοδόμηση του ουρανοξύστη «θα έχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα».