Ανεβάζει στροφές το πρόγραμμα ερευνών υδρογονανθράκων μετά τη χθεσινή ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ότι επίκειται έναρξη των σεισμικών ερευνών σε Ιόνιο και Κρήτη από την ExxonMobil μέσα στις επόμενες ημέρες.
Σε μία κίνηση αιφνιδιασμού που παραδέχτηκε και ο ίδιος, μιλώντας στον ΑΝΤ1 χθες το βράδυ, ο πρωθυπουργός αποκάλυψε ότι η ExxonMobil είναι έτοιμη να ξεκινήσει άμεσα τις σχετικές έρευνες. Όπως είπε χαρακτηριστικά «ίσως εδώ να αιφνιδιάσουμε εμείς αυτή τη φορά. Είμαστε σε θέση να σας πω ότι σεισμικές έρευνες για τη διερεύνηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου θα ξεκινήσουν άμεσα. Όταν λέω άμεσα, εννοώ τις επόμενες ημέρες, στα δύο οικόπεδα τα οποία βρίσκονται νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου και της Κρήτης, από την ExxonMobil. Η χώρα μας -όπως έχω πει πολλές φορές- ασχέτως της προσήλωσης στην οποία έχει στη γρήγορη πράσινη μετάβαση, οφείλει να διερευνήσει αν έχει αυτή τη στιγμή τη δυνατότητα να εξορύξει φυσικό αέριο, το οποίο θα συμβάλλει όχι μόνο στην ενεργειακή ασφάλεια τη δική μας, αλλά και στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Επομένως, αυτές οι έρευνες θα ξεκινήσουν από την ExxonMobil τις επόμενες μέρες».
Ήδη από την περασμένη άνοιξη ο πρωθυπουργός είχε ανεβάσει ψηλά στην ατζέντα του το θέμα των ερευνών για φυσικό αέριο όταν είχε θέσει ως χρονικό ορίζοντα το 2023 ώστε να γνωρίζουμε εάν υπάρχουν εκμεταλλεύσιμες ποσότητες, ώστε να προχωρήσει στη συνέχεια η εκμετάλλευσή τους. Το «κλειδί» ωστόσο στο σχέδιο επιτάχυνσης της κυβέρνησης φαίνεται πως βρίσκεται στην αναφορά που είχε κάνει τότε ο Κ. Μητσοτάκης στην αναβάθμιση των έργων αυτών σε έργα εθνικής σημασίας. Μάλιστα τότε είχε δεσμευτεί ότι «από πλευράς Ελληνικού Δημοσίου, από πλευράς Υπουργείου, δεσμευόμαστε ότι θα αναβαθμίσουμε όλα τα σχετικά έργα σε έργα εθνικής σημασίας προκειμένου να μην επαναληφθούν αναίτιες καθυστερήσεις. Και θα αναβαθμίσουμε την ΕΔΕΥ, την ελληνική κρατική εταιρεία, η οποία συντονίζει και αδειοδοτεί όλη αυτή την διαδικασία, ώστε -εφόσον χρειαστεί- και αυτή να συνδράμει σε προσπάθειες εξερεύνησης».
Στις δηλώσεις εκείνες ο πρωθυπουργός είχε αναφερθεί και στις έξι περιοχές που θα έχουν προτεραιότητα στις έρευνες αυτές, τόσο σε θαλάσσια όσο και σε χερσαία παραχωρημένα οικόπεδα:«Η μια βρίσκεται στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Περιφέρεια Ηπείρου, σε σημείο -θα τονίσω- όπου θα υπάρξει η μέγιστη δυνατή περιβαλλοντική προστασία. Πέντε σε θαλάσσιες περιοχές, στο Ιόνιο οι δύο, στον Κυπαρισσιακό, δύο δυτικά-νότια της Κρήτης», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Στη συνέχεια, με την αποχώρηση της Total από την κοινοπραξία για τις έρευνες στην Κρήτη και έως να λυθεί το ζήτημα της σύνθεσης της κοινοπραξίας στα τέλη Ιουλίου, όταν η ExxonMobil σχεδόν διπλασίασε τη συμμετοχή της και ανέλαβε παράλληλα την διαχείριση των παραχωρήσεων, η ΕΔΕΥ σε συνέντευξη Τύπου τον περασμένο Σεπτέμβριο αναθεώρησε τον χρονικό ορίζοντα για το πότε θα έχουμε ξεκάθαρες απαντήσεις στα ερωτήματα για την ύπαρξη υδρογονανθράκων και τις πιθανές αποφάσεις αξιοποίησής τους ως το τέλος του 2023.
Στο χρονοδιάγραμμα που είχε παρουσιάσει η ΕΔΕΥ την περασμένη άνοιξη για τα δύο μεγάλα «οικόπεδα» στη Δυτική και Νοτιοδυτική Κρήτη προβλέπονται οι 2D έρευνες τη χειμερινή περίοδο 2022 – 2023 και τις 3D σεισμικές έρευνες το φθινόπωρο του 2024. Σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων, η παραγωγή θα μπορούσε να εκκινήσει από το τέλος του 2029.
Ήδη το πλοίο Sanco Swift που έχει ναυλώσει ο η ExxonMobil από τη νορβηγική PGS για τη διενέργεια των τρισδιάστατων ερευνών βρίσκεται από τις 24 Οκτωβρίου στα θαλάσσια ύδατα της Κρήτης, έχει υπάρξει έντονη φημολογία για το εάν έχουν ήδη αρχίσει οι σεισμικές έρευνες στα blocks των παραχωρήσεων «Δυτικά της Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά της Κρήτης».
Η παρουσία του πλοίου στην περιοχή είχε φουντώσει τη φημολογία ότι οι έρευνες είχαν ήδη ξεκινήσει στην περιοχή. Μάλιστα, με αφορμή τα δημοσιεύματα αυτά στις 26 Οκτωβρίου WWF και Greenpeace απέστειλαν αίτημα προς το ΥΠΕΝ και την ΕΔΥΕΠ ζητώντας να ενημερωθούν για τον σκοπό της παρουσίας του ειδικού ερευνητικού σκάφους “Sanco Swift” στις παραχωρηθείσες περιοχές Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Ανοιχτό παραμένει ακόμα ωστόσο το ζήτημα της προσφυγής που είχαν καταθέσει τον Μάιο του 2019 οι περιβαλλοντικές οργανώσεις WWF Ελλάς, Greenpeace και Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος που ζητούσε την ακύρωση της υπουργικής απόφασης περιβαλλοντικής έγκρισης του προγράμματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης». Η απόφαση αναμένεται μέσα στο επόμενο διάστημα –χωρίς να είναι σαφές το πότε μπορεί να εκδοθεί-, ενώ η συζήτηση στο ΣτΕ ήδη έχει καθυστερήσει (ήταν αρχικά προγραμματισμένη στις αρχές Οκτωβρίου). Οι οργανώσεις κατηγορούν το ΥΠΕΝ και την ΕΔΕΥΕΠ για συνεχείς καθυστερήσεις της εκδίκασης καθώς το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων δεν υπέβαλαν στο Δικαστήριο, όπως είχαν υποχρέωση, τον απαιτούμενο διοικητικό φάκελο με τις απόψεις τους.
Οι εξελίξεις στις έρευνες για υδρογονάνθρακες έχουν τεθεί σε νέα βάση μετά και τις προσπάθειες της Τουρκίας να χρησιμοποιεί το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο σαν «όχημα» για να κάνει λόγο για έρευνες υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης, στην «ΑΟΖ» της Λιβύης. Ερωτώμενος για τη μνημόνιο αυτό χτες, ο Κ. Μητσοτάκης, ωστόσο, σημείωσε πως «εκτός από την καταγγελία του σε όλα τα διεθνή fora -και δεν υπάρχει κανείς ο οποίος να αναγνωρίζει το παράνομο αυτό «μνημόνιο», πέραν ενός τμήματος της λιβυκής κυβέρνησης- εμείς θέλουμε να κάνουμε ένα άνοιγμα στη Λιβύη συνολικά, για να μπορέσουμε επιτέλους να οριοθετήσουμε θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη. Ελλάδα και Λιβύη έχουν ακτές οι οποίες βρίσκονται απέναντι η μία από τις άλλες. Είναι ο φυσικός μας συνομιλητής η Λιβύη. Και θα μπορούσαμε να διερευνήσουμε τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε από κοινού υδρογονάνθρακες οι οποίοι βρίσκονται στην περιοχή μεταξύ Ελλάδος και Λιβύης.Αλλά αυτό προϋποθέτει στην τελική του κατάληξη την οριοθέτηση, μια οριστική συμφωνία».
Ποιο το οικονομικό όφελος στη χώρα από τις έρευνες
Στα 250 δισ. ευρώ υπολογίζει τη δυνητική αξία των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα έρευνα του ΙΕΝΕ σημειώνοντας πως στις θαλάσσιες περιοχές όπου έχουν διεξαχθεί αναγνωριστικές σεισμικές έρευνες έχουν ήδη προδιαγραφεί πάνω από 30 πιθανοί ερευνητικοί στόχοι, οι οποίοι με συμπληρωματικές έρευνες θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε στόχους ερευνητικών γεωτρήσεων για ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Βάσει των στοιχείων που παρουσιάζονται στην έκθεση προκύπτει ότι η Ελλάδα διαθέτει συγκεκριμένα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, παράγει σήμερα μια μικρή ποσότητα πετρελαίου στον Πρίνο και σύντομα θα παράγει σε μία ακόμα γεωγραφική περιοχή, στο Κατάκολο, στην Πελοπόννησο. Γεωλογικά και γεωφυσικά δεδομένα συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι η χώρα διαθέτει ορισμένα αξιόλογα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, τα οποία, όμως, πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω με σεισμικές και γεωτρητικές μεθόδους προκειμένου να υπολογισθεί και εκτιμηθεί με ακρίβεια το μέγεθός τους και η αποληψιμότητά τους.
Όπως σημειώνει η έρευνα, αν λάβουμε υπόψη ότι θα είναι επιτυχημένο το 1/4 των γεωτρήσεων στις γεωλογικές δομές που έχουν εντοπιστεί στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και νοτίως και δυτικώς της Κρήτης, τότε οι δομές αυτές θα μπορούσαν να φιλοξενούν δυνητικά αποθέματα της τάξης των 70 - 90 τρισ. κυβικών ποδιών αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΔΕΥ, ικανών να καλύψουν το 15%-20% των καταναλώσεων της ΕΕ. Σήμερα, είναι γνωστό ότι από τις υπάρχουσες σεισμικές καταγραφές στον ελλαδικό χώρο είναι χαρτογραφημένες περίπου 40 γεωλογικές δομές, οι οποίες χρήζουν περαιτέρω γεωφυσικών και γεωτρητικών μελετών για την πιστοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Αναφορικά με τη διαδικασία πληρωμής του Δημοσίου από τις έρευνες, η μελέτη σημειώνει ότι για τις θαλάσσιες περιοχές στη φάση της έρευνας, τα κρατικά έσοδα προέρχονται από τα ανταλλάγματα υπογραφής, τις στρεμματικές αποζημιώσεις και τα ποσά που καταβάλλονται για την κάλυψη εκπαιδευτικών αναγκών και υποστήριξης των ανθρώπινων πόρων του ΥΠΕΝ και της ΕΔΕΥ. Στη φάση της παραγωγής, το κράτος εισπράττει, επιπλέον των ανωτέρω, το μίσθωμα και τα ανταλλάγματα παραγωγής αλλά και έσοδα από φόρους εισοδήματος, με συντελεστή 25% επί των καθαρών φορολογητέων εισοδημάτων των επιχειρήσεων και φόρους που εισπράττουν οι περιφέρειες με συντελεστή 5% επί των καθαρών φορολογητέων εισοδημάτων, χωρίς ακόμη να έχει διευκρινισθεί πώς θα διαμοιρασθεί αυτό το 5% φορολογίας από τις περιφέρειες.
Το μίσθωμα που αναλογεί στο ελληνικό Δημόσιο υπολογίζεται βάσει ενός συντελεστή, ο οποίος ορίζεται ως το ποσοστό των σωρευτικών ακαθάριστων εισροών ως προς τις σωρευτικές ακαθάριστες εκροές της εκάστοτε χρονικής περιόδου και εκτιμάται στα επίπεδα 70%-85% των φόρων, οπότε τα συνολικά έσοδα του δημοσίου σχεδόν διπλασιάζονται. Ωστόσο, η εκτίμηση του ύψους των άμεσων εσόδων του δημοσίου παραμένει δύσκολη λόγω της αβεβαιότητας σχετικά με την ύπαρξη ή όχι εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων.
Η εμπορική αξιοποίηση ενός κοιτάσματος εξαρτάται από την τιμή του πετρελαίου ή του φυσικού αερίου στην αγορά, σε συνδυασμό με το ύψος των αποθεμάτων και το κόστος εξόρυξης από το συγκεκριμένο κοίτασμα. Ο κ. Γιάννης Γρηγορίου, Αντιπρόεδρος του Continental Europe Energy Council, Εταίρος του ΙΕΝΕ και πρώην Διευθύνων Σύμβουλος των ΕΛΠΕ Upstream, ανέφερε στο πρόσφατο 25ο Εθνικό Συνέδριο Ενέργειας του ΙΕΝΕ ότι η χώρα έχει μεγάλες προοπτικές για ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, εκ των οποίων το 85% εκτιμάται ότι είναι φυσικό αέριο. Επίσης, τόνισε ότι η παραγόμενη αξία για 170 εκατ. βαρέλια πετρελαίου είναι περίπου 10 δισ. δολ., με το ελληνικό δημόσιο να εισπράττει περίπου 3 δισ. δολ, 300 εκατ. δισ. οι Περιφέρειες, με επενδύσεις 1.8 δισ. δολ.
Σημαντικότατα οφέλη προκύπτουν επίσης από τη στήριξη της τοπικής αγοράς με την αυξημένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών από τοπικούς προμηθευτές αλλά και τις νέες θέσεις υψηλά αμειβόμενης εργασίας για το τοπικό εργατικό δυναμικό. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι οι ανάδοχες εταιρείες πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στις υπηρεσίες, υλικά, εξοπλισμό, αναλώσιμα και στην απασχόληση εργατικού δυναμικού από την Ελλάδα και τις χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Η περίπτωση της παραγωγής του κοιτάσματος Πρίνου αποτελεί κλασικό παράδειγμα στη χώρα, δεδομένου ότι σύμφωνα με μελέτες της τοπικής αυτοδιοίκησης εκτιμάται ότι το 30% των εσόδων της περιφερειακής ενότητας προέρχονται από τις δραστηριότητες της εξόρυξης υδρογονανθράκων στον κόλπο της Καβάλας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην τοπική οικονομία της Καβάλας έχουν προστεθεί τα τελευταία χρόνια λειτουργίας των κοιτασμάτων του Πρίνου περί τα 200 εκατ. ευρώ.