Κατεβάζει ταχύτητα η αγορά κατοικιών μετά από πέντε ανοδικά χρόνια, καθώς αναμένεται σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας το 2023, τονίζουν οικονομολόγοι και κύκλοι της αγοράς.
Οι πιέσεις στην αγορά έρχονται από τα αυξημένα επιτόκια (η ΕΚΤ προχώρησε χθες σε νέα «τζάμπο» αύξηση και ήδη τα έχει αυξήσει κατά 2% σε λίγους μήνες), ενώ τα εισοδήματα των νοικοκυριών αναμένεται να συμπιεστούν το 2023, καθώς οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας, τόσο στην Ελλάδα, όσο και την Ευρώπη, γίνονται όλο και πιο δυσμενείς.
Σύμφωνα με τον Θεόδωρο Μητράκο, πρώην υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η απώλεια του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών μέχρι το 2024 υπολογίζεται ότι θα ανέλθει σε 20%. Από το ποσοστό αυτό, ένα μέρος θα αντισταθμιστεί από την μισθολογική αύξηση αλλά δεν θα είναι τέτοια ώστε να καλυφθούν πλήρως οι απώλειες.
«Θα συνεχίσει η άνοδος των τιμών άλλα με βραδύτερους ρυθμούς τα επόμενα τρίμηνα», τόνισε ο ίδιος, στο συνέδριο Prodexpo πριν από λίγες ημέρες.
Στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι οι τιμές των διαμερισμάτων ανεβαίνουν σταθερά από το 2018, ωστόσο, η αγορά φαίνεται να κάνει μια παύση υπό την πίεση του πληθωρισμού.
Από το 2019 μέχρι το 2021, όσο υπήρχε ελάχιστος πληθωρισμός, ή ακόμα και αποπληθωρισμός, οι αυξήσεις τιμών κυμαίνονταν από 4,5% έως 7,4%. Από το 2022 οι αυξήσεις τιμών το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο ξεπέρασαν το 9%, αλλά ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή εκτοξεύτηκε μέχρι το 12%, δείχνοντας ότι οι πραγματικές αυξήσεις των αξιών ήταν μικρότερες από τις ονομαστικές.
Επίσης, την Πέμπτη σημειώθηκε νέα αύξηση των βασικών επιτοκίων από την ΕΚΤ κατά 0,75%, η τρίτη στη σειρά σημαντική αύξηση στο κόστος του χρήματος φέτος.
«Αυτό αλλάζει τα δεδομένα για το κόστος δανεισμού τόσο για τις εταιρείες όσο και για τα νοικοκυριά. Γεγονός που θα περιορίσει τη ζήτηση και θα δυσκολέψει την αγορά τα επόμενα έτη», προσθέτει ο κ. Μητράκος.
Αν και η πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι δυνατή το 2022, τα μαύρα σύννεφα της ύφεσης που μαζεύονται πάνω από την Ευρώπη έχουν αρχίσει να εξαπλώνονται μέχρι και την χώρα μας. Από μια αύξηση του ΑΕΠ που ίσως αγγίξει και το 6% φέτος στην Ελλάδα, το 2023 εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 1-2%.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τα ακίνητα, πέραν από την γενικότερη οικονομική δραστηριότητα που επηρεάζει τον κλάδο. Οι αυξήσεις των τιμών στις κατοικίες κατά κανόνα συμβαδίζουν με το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι η τιμές υπολείπονται της αύξησης του ΑΕΠ κατά 1-2%. Πρόκειται για μια προσέγγιση που δεν ίσχυε για το 2018-2021 στην Ελλάδα λόγω της συσσωρευμένης ζήτησης από τα χρόνια της κρίσης, όμως αν επιβεβαιωθεί, η πορεία των τιμών το 2023 θα είναι σχεδόν αμετάβλητη.
Ποιοι είναι οι ξένοι αγοραστές
Ισχυρό παράγοντα στήριξης των τιμών, πάντως, αποτελεί το ενδιαφέρον αγοραστών από το εξωτερικό. Μια αλλαγή που παρατηρείται στην αγορά το τελευταίο διάστημα είναι το αυξημένο ενδιαφέρον που δείχνουν αγοραστές από τις ΗΠΑ για ακίνητα στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από την ιστοσελίδα Spitogatos, όπου γίνονται περίπου 10 εκατομμύρια αναζητήσεις σπιτιών το μήνα, αυξάνεται το ενδιαφέρον από τις ΗΠΑ, τόσο από Έλληνες της διασποράς, όσο και από Αμερικανούς, που ενδιαφέρονται για την αγορά θερινής κατοικίας. Το ενδιαφέρον τους εστιάζεται σε αγορά κατοικίας 125τ.μ. αξίας περίπου 350.000 ευρώ σε ακριβές περιοχές, όπως οι Κυκλάδες και τα νότια προάστια της Αθήνας.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον προέρχεται ακόμα από τους Γερμανούς, οι οποίοι ψάχνουν ακίνητα σε ολόκληρη την χώρα, κυρίως στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Κρήτη. Όσον αφορά στο είδος της κατοικίας, αναζητούν σπίτια 105 τ.μ. αξίας περίπου 170.000 ευρώ, αλλά στελέχη της αγοράς παρατηρούν ότι τα- το ενδιαφέρον των Γερμανών δείχνει σημάδια κόπωσης καθώς τα πράγματα στην οικονομία τους δείχνουν «να σφίγγουν».
Στην τρίτη θέση είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, από όπου επίσης οι αναζητήσεις είναι μοιρασμένες μεταξύ Ελλήνων και Βρετανών. Στο επίκεντρο βρίσκονται κατοικίες 115 τ.μ. στο κέντρο της Αθήνας, τα νότια και τα βόρεια προάστια, και στις Κυκλάδες, αξίας περίπου στα 250.000 ευρώ.
Ακολουθούν οι Ισπανοί, οι Κύπριοι και οι Γάλλοι, με τους τελευταίους να επιδεικνύουν το τελευταίο διάστημα αυξημένο ενδιαφέρον, ιδίως για την Πάρο, τις υπόλοιπες Κυκλάδες και το κέντρο της Αθήνας.