Έτοιμη για συνεχείς αυξήσεις επιτοκίων το επόμενο διάστημα είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως υπογράμμισε η επικεφαλής της Κριστίν Λαγκάρντ, τονίζοντας ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία και ταυτόχρονα θα υπάρξει υποχώρηση της ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ.
Άλλωστε οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ φρόντισαν να προχωρήσουν σε σημαντική μείωση των εκτιμήσεών τους για την ανάπτυξη, την οποία τοποθετούν πλέον στο 3,1% για φέτος, στο 0,9% για το 2023 και στο 1,9% για το 2024. Αντίθετα αναβάθμισαν τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό σε 8,1% το 2022, σε 5,5% το 2023 και σε 2,3% το 2024.
Η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι «με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, στις επόμενες συνεδριάσεις αναμένουμε να αυξήσουμε περαιτέρω τα επιτόκια για να περιορίσουμε τη ζήτηση και να προφυλαχθούμε από τον κίνδυνο μιας επίμονης ανοδικής μετατόπισης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Θα επανεκτιμούμε τακτικά την πορεία της πολιτικής μας υπό το πρίσμα των εισερχόμενων πληροφοριών και των εξελισσόμενων προοπτικών για τον πληθωρισμό. Οι μελλοντικές αποφάσεις μας για τα επιτόκια πολιτικής θα συνεχίσουν να εξαρτώνται από τα δεδομένα και να ακολουθούν μια προσέγγιση ανά συνεδρίαση».
Τόνισε ότι η ΕΚΤ αναμένει ότι η οικονομία θα επιβραδυνθεί σημαντικά το επόμενο διάστημα, εξαιτίας τεσσάρων αιτιών:
- Ο υψηλός πληθωρισμός επιβραδύνει τις δαπάνες και την παραγωγή σε ολόκληρη την οικονομία, και αυτοί οι αντίξοοι άνεμοι ενισχύονται από τις διαταραχές στον εφοδιασμό με φυσικό αέριο.
- Η έντονη ανάκαμψη της ζήτησης για υπηρεσίες που ήρθε με την επαναλειτουργία της οικονομίας θα χάσει την ισχύ της τους επόμενους μήνες.
- Η αποδυνάμωση της παγκόσμιας ζήτησης, επίσης στο πλαίσιο της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής σε πολλές μεγάλες οικονομίες, και η επιδείνωση των όρων εμπορίου θα σημαίνουν λιγότερη στήριξη για την οικονομία της ζώνης του ευρώ.
- Η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή και η εμπιστοσύνη μειώνεται απότομα.
Επανέλαβε την προτροπή της ΕΚΤ προς τις κυβερνήσεις, ότι τα μέτρα στήριξης προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι απόλυτα στοχευμένα και προσωρινά, «ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος τροφοδότησης των πληθωριστικών πιέσεων, να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών και να διατηρηθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Οι διαρθρωτικές πολιτικές θα πρέπει να στοχεύουν στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού της ζώνης του ευρώ και στη στήριξη της ανθεκτικότητάς της».
Εκτίμησε ότι λόγω του αυξανόμενου πληθωρισμού μπορεί να ασκηθούν πιέσεις για αυξήσεις μισθών αν και «τα εισερχόμενα στοιχεία και οι πρόσφατες μισθολογικές συμφωνίες δείχνουν ότι η δυναμική των μισθών παραμένει συνολικά συγκρατημένη. Οι περισσότερες μετρήσεις των μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό βρίσκονται επί του παρόντος γύρω στο 2%, αν και οι πρόσφατες αναθεωρήσεις ορισμένων δεικτών πάνω από τον στόχο δικαιολογούν τη συνεχή παρακολούθηση».
Κλείνοντας την εισαγωγική της ομιλία η πρόεδρος της ΕΚΤ σημείωσε ότι «αυξήσαμε σήμερα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης και αναμένουμε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων, διότι ο πληθωρισμός παραμένει υπερβολικά υψηλός και είναι πιθανό να παραμείνει πάνω από τον στόχο μας για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Το σημαντικό αυτό βήμα επισπεύδει τη μετάβαση από το επικρατούν ιδιαίτερα διευκολυντικό επίπεδο των επιτοκίων πολιτικής προς επίπεδα που θα στηρίξουν την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%.
Οι μελλοντικές αποφάσεις μας για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθήσουν να εξαρτώνται από τα δεδομένα και να ακολουθούν μια προσέγγιση ανά συνεδρίαση. Είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε όλα τα μέσα μας στο πλαίσιο της εντολής μας για να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας για τον πληθωρισμό».
Η ανακοίνωση της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης. Αυτό το σημαντικό βήμα επισπεύδει τη μετάβαση από το ισχύον διευκολυντικό, σε υψηλό βαθμό, επίπεδο των επιτοκίων πολιτικής προς επίπεδα που θα διασφαλίσουν την έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ του 2%.
Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, στη διάρκεια των επόμενων συνεδριάσεων το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια περαιτέρω προκειμένου να μετριάσει τη ζήτηση και να αποτρέψει τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα επανεξετάζει τακτικά την πορεία πολιτικής του υπό το φως εισερχόμενων πληροφοριών και της εξέλιξης των προοπτικών για τον πληθωρισμό. Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα στοιχεία και να ακολουθούν μια προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε τη σημερινή απόφαση, και αναμένει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια περαιτέρω, επειδή ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλός και είναι πιθανόν να παραμείνει σε επίπεδα πάνω από τον στόχο για παρατεταμένη χρονική περίοδο. Σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε σε 9,1% τον Αύγουστο. Η αλματώδης αύξηση των τιμών της ενέργειας και των ειδών διατροφής, οι πιέσεις από την πλευρά της ζήτησης σε ορισμένους τομείς λόγω της επανεκκίνησης της οικονομίας και τα φαινόμενα συμφόρησης από την πλευρά της προσφοράς εξακολουθούν να συμβάλλουν στην άνοδο του πληθωρισμού.
Οι πιέσεις στις τιμές εξακολούθησαν να ενισχύονται και να διευρύνονται σε ολόκληρη την οικονομία και ο πληθωρισμός ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Καθώς οι τρέχοντες παράγοντες διαμόρφωσης του πληθωρισμού εξασθενούν με την πάροδο του χρόνου και η εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής μεταδίδεται στην οικονομία και στον καθορισμό των τιμών, ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει. Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ έχουν αναθεωρήσει σημαντικά προς τα πάνω τις προβολές τους για τον πληθωρισμό και ο πληθωρισμός αναμένεται πλέον να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 8,1% το 2022, σε 5,5% το 2023 και σε 2,3% το 2024.
Έπειτα από ανάκαμψη το α΄ εξάμηνο του 2022, πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ επιβραδύνεται σημαντικά και η οικονομία αναμένεται να παραμείνει στάσιμη αργότερα εντός του έτους και το α΄ τρίμηνο του 2023. Οι πολύ υψηλές τιμές της ενέργειας μειώνουν την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων των ανθρώπων και, παρά την άμβλυνση των φαινομένων συμφόρησης από την πλευρά της προσφοράς, αυτά εξακολουθούν να περιορίζουν την οικονομική δραστηριότητα.
Επιπλέον, η δυσμενής γεωπολιτική κατάσταση, ιδίως η αδικαιολόγητη επίθεση της Ρωσίας ενάντια στην Ουκρανία, επιδρά αρνητικά στην εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Αυτές οι προοπτικές αντανακλώνται στις πιο πρόσφατες προβολές των εμπειρογνωμόνων για την οικονομική ανάπτυξη, οι οποίες έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω σημαντικά για το υπόλοιπο διάστημα του τρέχοντος έτους και σε όλη τη διάρκεια του 2023. Οι εμπειρογνώμονες αναμένουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 3,1% το 2022, 0,9% το 2023 και 1,9% το 2024.
Οι διαρκείς ευπάθειες που προκάλεσε η πανδημία εξακολουθούν να ενέχουν κίνδυνο για την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει επομένως να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης που σχετίζονται με την πανδημία.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 1,25%, 1,50% και 0,75% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 14 Σεπτεμβρίου 2022.
Έπειτα από την αύξηση του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων πάνω από το μηδέν, το σύστημα δύο βαθμίδων για τον εκτοκισμό των πλεοναζόντων αποθεματικών δεν είναι πλέον απαραίτητο. Το Διοικητικό Συμβούλιο επομένως αποφάσισε σήμερα να αναστείλει την εφαρμογή του συστήματος δύο βαθμίδων καθορίζοντας τον πολλαπλασιαστή στο μηδέν.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και, σε κάθε περίπτωση, για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση συνθηκών άφθονης ρευστότητας και της ενδεδειγμένης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Τα ποσά από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP επανεπενδύονται με ευελιξία καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τις συνθήκες χρηματοδότησης των τραπεζών και να διασφαλίζει ότι η λήξη των πράξεων στο πλαίσιο της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ) δεν επηρεάζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής του. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί επίσης τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.
Το πρόγραμμα ΤΡΙ
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμιστούν ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών.