Επιστρέφουν στους κανονικούς τους ρυθμούς οι ηλεκτρονικές αγορές που έχουν χάσει την δυναμική τους από την περίοδο που υπήρξε κορύφωση των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία, καθώς οι καταναλωτές, αν και υιοθέτησαν γρήγορα τις νέες τεχνολογίες, δείχνουν την τάση επιστροφής στα φυσικά καταστήματα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο κατάφερε να στηρίξει πολλές επιχειρήσεις κατά την διάρκεια της πανδημίας και να προσφέρει διεξόδους στους καταναλωτές. Ωστόσο, καθώς ο πλανήτης επιστρέφει στην κανονικότητα, τα ηλεκτρονικά κανάλια δείχνουν να χάνουν την δυναμική που είχαν αποκτήσει, με την αγορά να επεξεργάζεται την επόμενη ημέρα.
Έρευνα που πραγματοποίησαν η Mastercard, το ΔΝΤ και το Harvard Business School, καταγράφει την έκρηξη του διαδικτυακού εμπορίου κατά την διάρκεια της πανδημίας, καθώς από το 10,3% που είχε μερίδιο επί των συνολικών δαπανών το 2019 έφτασε στο 14,9% στην κορύφωση της πανδημίας. Ωστόσο στα τέλη του 2021 το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 12,2%, καθώς οι ηλεκτρονικές αγορές που δεν ήταν ώριμες προ πανδημίας δείχνουν να έχουν σημειώσει μια διόρθωση επειδή λειτουργούν πλέον τα φυσικά καταστήματα.
Αν και το μερίδιο των ηλεκτρονικών δαπανών είναι υψηλότερο από το 2019, είναι μόλις 0,6% υψηλότερο από τις προβλέψεις που υπήρχαν για το 2021 χωρίς να υπήρχε η κρίση της πανδημίας. Παράλληλα οι περισσότερες χώρες βρίσκονται πλέον κάτω από τα ανώτατα επίπεδα που έφτασαν στην κορύφωση των κρουσμάτων, ενώ συνεχίζουν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών.
Όπως αναφέρει η έρευνα, το διαδικτυακό μερίδιο δαπανών εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από τις προ-πανδημικές τάσεις σε περίπου τις μισές οικονομίες, όπως στις μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες όπως η Βραζιλία και η Ινδία, καθώς και σε άλλες χώρες μεσαίου εισοδήματος όπως το Μπαχρέιν και η Τζαμάικα. Σε όλες τις υπόλοιπες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και πολλών προηγμένων οικονομιών, οι διαδικτυακές αγορές βρίσκονται πλέον είτε στα επίπεδα είτε κάτω από τα προβλεπόμενα επίπεδα προ-COVID.
Στην Ελλάδα, όπου η εντυπωσιακή άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου τα τελευταία δύο χρόνια έχει ανοίξει την όρεξη σε νέους παίκτες να διεκδικήσουν το μεγάλο κομμάτι από την πίτα που φτάνει τα 14 δισ. ευρώ, το μερίδιο των ηλεκτρονικών αγορών βρισκόταν στο 4,8% προ πανδημίας, και βρέθηκε να αντιπροσωπεύει το 8,6% κατά την διάρκεια της κορύφωσης των κρουσμάτων τον Αύγουστο του 2021. Στο τέλος του 2021 βρέθηκε στο 6,8%, δηλαδή 0,1% χαμηλότερα από τις προβλέψεις που υπήρχαν χωρίς την πανδημία.
Όπως επισημαίνει η έρευνα, το ηλεκτρονικό εμπόριο αναπτύχθηκε περισσότερο στις χώρες όπου τα ποσοστά των ηλεκτρονικών αγορών ήταν υψηλά και προ πανδημίας διευρύνοντας έτσι το ψηφιακό χάσμα που υπήρχε μεταξύ των χωρών. Για παράδειγμα, Σιγκαπούρη, Καναδάς και Ηνωμένο Βασίλειο που είχαν υψηλά ποσοστά ηλεκτρονικών συναλλαγών, είδαν το ποσοστό αυτό να αυξάνεται έντονα κατά την διάρκεια της πανδημίας. Από την άλλη πλευρά, χώρες όπως η Βραζιλία και η Ταϊλάνδη που είχαν χαμηλά μερίδια διαδικτυακών αγορών πριν από την πανδημία του κορονοϊού παρουσίασαν μικρότερη επιτάχυνση.
Πάντως η τάση των ηλεκτρονικών αγορών δείχνει να «ξεφουσκώνει» καθώς σύμφωνα με την έρευνα τα μερίδια των διαδικτυακών δαπανών υποχωρούν. Όπως αναφέρει, από το +4,3% από το προβλεπόμενο επίπεδο που βρέθηκαν κατά την κορύφωση της πανδημίας, το ποσοστό αυτό πέφτει στο +0,3% στο τελευταίο δείγμα.
Οι μελετητές της έρευνας αναφέρουν πως οι διαφορές στα μερίδια των διαδικτυακών δαπανών οφείλεται και στους διαφορετικούς περιορισμούς κινητικότητας που επιβλήθηκαν και αναφέρεται πως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στις χώρες που υπήρξαν αυστηρότερα όρια σημειώθηκαν πολύ υψηλότερες διαδικτυακές δαπάνες.
Σημειώνουν πως αυτό ίσχυσε ιδιαίτερα στην αρχή της πανδημίας, στο δεύτερο τρίμηνο του 2020 όταν και τα lockdown είχαν περιορίσει σημαντικά την κίνηση. Ωστόσο, καθώς συνεχιζόταν η πανδημία, αυτή η συσχέτιση μεταξύ των περιορισμών και των διαδικτυακών δαπανών αποδυναμώθηκε καθώς έφθινε η επίδραση των περιοριστικών μέτρων με την πάροδο του χρόνου.
Επιπλέον, η δημοσιονομική στήριξη που υπήρξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας βοήθησε στην τόνωση του ηλεκτρονικού εμπορίου, καθώς καταγράφηκε και μεγαλύτερη κατανάλωση, με τις πιο πλούσιες και ψηφιακά πιο ώριμες χώρες να επιστρέφουν επίσης πιο γρήγορα στους ρυθμούς προ πανδημίας μόλις υποχώρησε η κρίση.
Οι ηλεκτρονικές αλλαγές που ήρθαν για να μείνουν
Είναι επίσης αναντίρρητο πως η πανδημία επιτάχυνε την ψηφιοποίηση της καθημερινότητας αναγκάζοντας τους καταναλωτές να μάθουν να ψωνίζουν ηλεκτρονικά, με τους ερευνητές να σημειώνουν πως αν και η εκμάθηση έγινε σχετικά γρήγορα, δεν φαίνεται να παραμένει σαν μια νέα συνήθεια σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Γι αυτό τον λόγο καταγράφονται και σημαντικές διακυμάνσεις ανά κλάδο, καθώς τα ηλεκτρονικά κανάλια δείχνουν πως ήρθαν για να μείνουν κυρίως στο φαγητό σε πακέτο, στην τηλεϊατρική και συγκεκριμένες κατηγορίες του εμπορίου όπως τα ηλεκτρονικά είδη και την ένδυση.
Στην αρχή της αύξησης των κρουσμάτων υπήρχε μεγάλη αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου σε σύγκριση με τα φυσικά καταστήματα. Οικονομίες και κλάδοι πού ήταν ήδη εξοικειωμένοι με κάποιες από τις τεχνολογίες μπόρεσαν να αναπτύξουν τα ηλεκτρονικά κανάλια σε μεγαλύτερο βαθμό. Την ίδια στιγμή που η πανδημία οδηγούσε τους καταναλωτές σε μια γρήγορη εκμάθηση του νέου τρόπου αγορών, σύμφωνα με την έρευνα αποδεικνύεται ότι όσοι κατάφεραν να υιοθετήσουν γρηγορότερα τις νέες τεχνολογίες κατάφεραν να επεκτείνουν και περαιτέρω την χρήση του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Επιπλέον, υπάρχουν δύο πιθανές εξηγήσεις για τις διαφορές στην υιοθέτηση του ηλεκτρονικού εμπορίου μεταξύ των κλάδων, σύμφωνα με τους ερευνητές. Από τη μια πλευρά η κινητικότητα δεν έχει επιστρέψει πλήρως επηρεάζοντας κάποιους κλάδους όπως την εστίαση, ενώ η ψηφιοποίηση σε κάποιους κλάδους δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλή προ πανδημίας και εκεί ήταν που έδωσε την μεγαλύτερη ώθηση η υγειονομική κρίση.
Όπως καταλήγει η έρευνα, το μερίδιο των διαδικτυακών δαπανών είχε τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις στους τομείς όπου το ηλεκτρονικό εμπόριο ευδοκιμούσε ήδη πριν την πανδημία. Κλάδοι με χαμηλά επίπεδα ψηφιακής ωριμότητας, συμπεριλαμβανομένου του λιανικού εμπορίου, της εστίασης και της Υγείας έχουν μεγαλύτερες προοπτικές για ανάπτυξη των ηλεκτρονικών καναλιών, ιδιαίτερα σε λιγότερο ανεπτυγμένες αγορές, με τις συνθήκες για αλλαγές να ωριμάζουν.