Δυσχερής φαίνεται πως είναι ο συμβιβασμός μεταξύ κυβέρνησης και Θεσμών σε τρία σημεία του νέου νομοσχεδίου που ετοιμάζεται για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, γεγονός που έχει ωθήσει τη διαπραγμάτευση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Σύμφωνα με πηγές με γνώση των διαδικασιών, η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και οι επικεφαλής των Θεσμών δεν κατόρθωσαν στα τέλη Ιανουαρίου να συμφωνήσουν σε μια σειρά θεμάτων που ανέκυψαν σχετικά με το νομοσχέδιο για το ΤΧΣ. Πληροφορίες αναφέρουν, μάλιστα, ότι στο σχέδιο νόμου που καταρτίστηκε επί ημερών Γιώργου Ζαββού από τη θέση του υφυπουργού αρμόδιου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι Θεσμοί ήγειραν ενστάσεις σε 120 (!) σημεία.
Έκτοτε, το επιτελείο του ΥΠΟΙΚ έχει διανύσει σημαντικό δρόμο κατορθώνοντας να περιορίσει τα σημεία τριβής με τους δανειστές σε τρία:
- Το πρώτο αφορά στα ειδικά δικαιώματα (special rights) του ΤΧΣ που σχετίζονται με την άσκηση βέτο στις διοικητικές αποφάσεις των τραπεζών. Το ΥΠΟΙΚ εισηγείται τον περιορισμό του δικαιώματος βέτο σε περιπτώσεις που θίγουν άμεσα το συμφέρον του Δημοσίου ως μετόχου στις τράπεζες, όπως οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Ζητά, επίσης, τη σύνδεση του δικαιώματος βέτο με το ποσοστό που διατηρεί το Ταμείο σε κάθε τράπεζα ώστε να μην έχει εξουσία δυσανάλογη του ποσοστού του στο μετοχικό κεφάλαιο του οργανισμού.
- Το δεύτερο αφορά στα μέλη που διορίζουν οι Θεσμοί στο Γενικό Συμβούλιο και τα υπόλοιπα διοικητικά όργανα του Ταμείου. Από τη σύσταση του Ταμείου το 2010 έως σήμερα, τον έλεγχο της διοίκησης του Ταμείου έχουν οι Θεσμοί και, συγκεκριμένα, ο ESM που αποτελεί τον κύριο φορέα χορήγησης των δανείων προς το ελληνικό κράτος.
- Το τρίτο «αγκάθι» σχετίζεται με τη διάρκεια ζωής του ΤΧΣ, η οποία εκπνέει στο τέλος του 2022. Παρότι είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει παράταση στη λειτουργία του, το καίριο ερώτημα είναι πόση θα είναι αυτή. Αξιόπιστες πηγές αναφέρουν στο BusinessDaily ότι οι Θεσμοί πιέζουν για παράταση από 5 έως 7 χρόνια -κάτι που η ελληνική πλευρά απορρίπτει.
Η στρατηγική του ΥΠΟΙΚ, την οποία υποστηρίζουν σθεναρά όπως είναι φυσικό οι τράπεζες, είναι το ΤΧΣ να αποεπενδύσει σταδιακά δίνοντας τη θέση του σε ιδιώτες επενδυτές. Οι πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου σε Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank και Attica Bank απέδειξαν ότι υπάρχει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για ελληνικά assets και οι συνθήκες ευνοούν την αποχώρηση του Ταμείου από τα μετοχικά κεφάλαια των τραπεζών. Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ ελέγχει σήμερα ποσοστό 40,3% στην Εθνική Τράπεζα, 27% στην Τράπεζα Πειραιώς, 9% στην Alpha Bank και μόλις 1,4% στην Eurobank. Ειδικά για τη Eurobank, διατυπώνεται αισιοδοξία για αποεπένδυση του Ταμείου μόλις ισχύει ο νέος νόμος και, σε κάθε περίπτωση, άρση οποιασδήποτε μορφής εξουσίας του στη διοίκηση της τράπεζας.
Αναμένεται, επίσης, να αρθεί η απαγόρευση για χορήγηση πρόσθετων απολαβών (bonus) στα στελέχη των τραπεζών -που ίσχυε έως σήμερα- και η χορήγηση bonus να εμπίπτει στην έγκριση του ΤΧΣ. Γεγονός είναι πάντως ότι, προς ώρας, επικρατεί «σιγή ιχθύος» ως προς τις διεργασίες κυβέρνησης-Θεσμών με αντικείμενο το νέο νομοσχέδιο. Πηγές τόσο των τραπεζών όσο και του ίδιου του Ταμείου διατυπώνουν τη δυσφορία τους που δεν έχουν την «παραμικρή επίσημη ενημέρωση» επί του θέματος, χαρακτηρίζοντας μάλιστα το γεγονός αυτό «ατυχές».
Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι για να λειτουργήσει το Ταμείο υπό το αναθεωρημένο καθεστώς, θα πρέπει να εκπληρωθούν μια σειρά από βήματα. Καταρχάς, θα πρέπει να βγει «λευκός καπνός» στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης-Θεσμών. Κατόπιν θα πρέπει να κατατεθεί προς διαβούλευση και στη συνέχεια προς ψήφιση στο κοινοβούλιο. Επόμενο βήμα είναι ο ορισμός συμβούλου για την κατάρτιση της στρατηγικής αποεπένδυσης, η οποία θα πρέπει να ελεγχθεί από ανεξάρτητο φορέα και να εγκριθεί από κυβέρνηση, δανειστές και Τράπεζα της Ελλάδος. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η ολοκλήρωση της διαδικασίας έως το τέλος του έτους που λήγει η διάρκεια ισχύος του Ταμείου είναι εφικτή, εφόσον βέβαια «τρέξουν» οι διαδικασίες από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.