Την επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ σε εστίαση, τουρισμό και μεταφορές στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 σε πρώτη φάση και τη μονιμοποίηση του από το 2023 σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης με στόχο την στήριξη των συγκεκριμένων κλάδων που δέχονται τα ισχυρότερα πλήγματα από την πανδημία.
Αντίθετα, εκτός ατζέντας βρίσκεται το «κούρεμα» του ΦΠΑ σε είδη διατροφής και των ειδικών φόρων κατανάλωσης καθώς έχουν υψηλό δημοσιονομικό κόστος και θεωρούνται αμφιβόλου αποτελεσματικότητας όσον αφορά την επίπτωση στις τελικές τιμές για τους καταναλωτές.
Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, προτεραιότητα στο πεδίο της έμμεσης φορολογίας είναι η διατήρηση των εκπτώσεων στον ΦΠΑ σε αγαθά και υπηρεσίες και μετά το τέλος Ιουνίου που λήγει το μέτρο και η αξιοποίηση του ελεύθερου δημοσιονομικού χώρου από τις υψηλές ταχύτητες ανάπτυξης της οικονομίας για τη μόνιμη εφαρμογή του μέτρου.
Σύμφωνα με πληροφορίες στην κυβερνητική λίστα με τη διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ περιλαμβάνονται:
- ο καφές, τα ροφήματα (τσάι, σοκολάτα κλπ.) και τα μη αλκοολούχα ποτά που σερβίρονται από επιχειρήσεις μαζικής εστίασης
- τα εισιτήρια των δρομολογίων με τρένο, μετρό και τραμ, με αστικά και υπεραστικά λεωφορεία, αεροπορικά εισιτήρια, εισιτήρια των επιβατικών πλοίων, τις μεταφορές με συνδυασμό οδικών, εναέριων και θαλάσσιων μέσων.
- το τουριστικό πακέτο όπου στο τιμολόγιο διαμονής µε πρωινό ή με ημιδιατροφή επιβάλλεται ΦΠΑ 13%, στη διαμονή µε πλήρη διατροφή μόνο το 5% της ενιαίας τιμής υπάγεται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ 24% και το υπόλοιπο 95% επιβαρύνεται με 13% και στη διαμονή µε το σύστημα all inclusive στο 90% της ενιαίας τιμής επιβάλλεται ΦΠΑ με μειωμένο συντελεστή 13%.
Αρμόδιοι παράγοντες επισημαίνουν ότι ανάλογα με τις δημοσιονομικές αντοχές εξετάζεται και η διατήρηση του μειωμένου 13% ΦΠΑ για τα εισιτήρια των κινηματογράφων, τα γυμναστήρια και τις σχολές χορού που με βάση το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ισχύει έως τις 30 Ιουνίου του 2022. Ωστόσο στο οικονομικό επιτελείο απορρίπτουν κατηγορηματικά σε αυτή τουλάχιστον τη φάση παρεμβάσεις στη φορολογία για την αναχαίτιση του κύματος ανατιμήσεων σε είδη διατροφής και υγρά καύσιμα.
Αναφερόμενος στο ενδεχόμενο μείωσης του ΦΠΑ ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης έκανε λόγο για περιορισμένα δημοσιονομικά περιθώρια και ανάγκη προσεκτικών κινήσεων λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους και του κινδύνου αύξησης των επιτοκίων, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «οι δυνατότητες του προϋπολογισμού είναι πεπερασμένες και αυτό είναι ο βασικός περιορισμός που υπάρχει, από εκεί και πέρα οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας και οι εξελίξεις στο μέτωπο του ΑΕΠ και των φορολογικών εσόδων είναι πάντα δυναμικές».
Ερωτηθείς γιατί δεν μειώνεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «ο ειδικός φόρος δεν είναι αναλογικός φόρος, δεν συνδέεται με τις τιμές των καύσιμων. Τα καύσιμα δεν είναι το σημαντικό μας πρόβλημα. Τα καύσιμα έχουν γυρίσει περίπου εκεί που ήταν το ’19 μετά από μια καταβύθιση που είχαν για εκτάκτους λόγους στην πανδημία».
Στο μέτωπο των φοροελαφρύνσεων στα εισοδήματα, ο προγραμματισμός του υπουργείου Οικονομικών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα προβλέπει κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων και μονιμοποίηση της για όλους από το επόμενο έτος καθώς και «παγίωση» της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.