Σε νέο ανοδικό κύκλο αναμένεται να κινηθούν τα ακίνητα το 2022 στην Ελλάδα, ωστόσο ειδικοί εκτιμούν ότι η αγορά θα «πάρει μια ανάσα», καθώς η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να κινηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα, ενώ οι τιμές «ξεφεύγουν» από το εισόδημα των νοικοκυριών.
Οικονομολόγοι και κύκλοι της αγοράς τονίζουν ότι η επιβράδυνση των τιμών θεωρείται αναγκαία ώστε να μπορέσει να «χωνέψει» η αγορά τα νέα επίπεδα και να συνεχιστεί η ανοδική της πορεία, καλύπτοντας τις απώλειες που προέκυψαν από τη δεκαετή κρίση της χώρας. «Υπάρχει ακόμα καύσιμο για το 2022, ωστόσο, αυτό που χρειάζεται είναι να ενισχυθούν οι συνθήκες σε όλες τις περιοχές και σε όλες τις κατηγορίες των ακινήτων, και όχι μόνο να βλέπουμε ισχυρό αγοραστικό ενδιαφέρον σε κάποιες νησίδες της αγοράς, όπως συμβαίνει τώρα», εξηγούν παράγοντες της αγοράς.
Σημειώνεται ότι σταθερά σε ανοδική πορεία συνέχισαν να κινούνται οι τιμές διαμερισμάτων και στο γ' τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος. Εκτιμάται ότι το γ΄ τρίμηνο του 2021 οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 7,9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020. Με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία, το α΄ και β΄ τρίμηνο του 2021 η αύξηση σε σχέση με τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2020 διαμορφώθηκε σε 4,3% και 6,2% αντίστοιχα.
Δείκτης Τιμών Κατοικιών της Τράπεζας της Ελλάδος (2012 - 2021)
Αν και ο μέσος ετήσιος ρυθμός για όλο το 2021 θα είναι πολύ ισχυρός, εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσει αθροιστικά το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ που αναμένεται να κινηθεί στο 7-8% περίπου. Με βάση τον κανόνα ότι οι αυξήσεις των τιμών στα ακίνητα ακολουθούν σε γενικές γραμμές την πορεία του ΑΕΠ (υπολειπόμενες του ΑΕΠ με μικρή διαφορά) κάποια στελέχη της αγοράς «βλέπουν» νέα άνοδο που θα φτάνει το 3-4% το 2022. Υπενθυμίζεται ότι το 2022 ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί σε 5%, σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2021 της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες.
Όμως, παρά τις βελτιωμένες συνθήκες της οικονομίας, εκπέμπονται ανάμεικτα μηνύματα για την πορεία της αγοράς. Από τη μια, οι τιμές (και κατά συνέπεια τα ενοίκια) έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ το ίδιο δεν ισχύει για τα εισοδήματα των νοικοκυριών, τη στιγμή που αναμένεται να αυξηθεί ο αριθμός των ακίνητων που θα βγουν προς δημοπρασία από τις τράπεζες.
Από την άλλη, όμως, οι τιμές βρίσκονται ακόμα περίπου 30% χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2008, και τόσο τα διάφορα έργα αναπλάσεων σε μεγάλα αστικά κέντρα όσο και τα έργα υποδομών, όπως οι συγκοινωνίες και τα νέα οδικά δίκτυα, ωθούν περαιτέρω το αγοραστικό ενδιαφέρον.
Η ΤτΕ εκτιμά ότι «τους προσεχείς μήνες, με δεδομένο ότι η οικονομία έχει εισέλθει σε πορεία ανάκαμψης, η ελληνική αγορά ακινήτων αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται. Η σωρευτικά σημαντική πτώση των αξιών και η περιορισμένη οικοδομική δραστηριότητα της τελευταίας δεκαετίας έχουν αναδείξει σημαντικές ευκαιρίες και δυνατότητες, οι οποίες, σε συνδυασμό με τη σταδιακή ενίσχυση των επενδύσεων, την προσπάθεια καταπολέμησης της γραφειοκρατίας μέσω της ψηφιακής αναβάθμισης του κράτους, τη δρομολόγηση και επιτάχυνση σημαντικών έργων υποδομής, τη δυναμική του τουρισμού και την περαιτέρω ανάκαμψη της οικονομίας, αναμένεται να δώσουν πρόσθετη ώθηση στη θετική δυναμική που σταδιακά αναπτύσσει η αγορά ακινήτων».
Σημειώνεται πάντως από την ΤτΕ ότι «εξακολουθούν να υφίστανται παράμετροι αβεβαιότητας, οι οποίες πλέον δεν περιορίζονται στις άμεσες επιπτώσεις από την πανδημία, αλλά σχετίζονται επιπρόσθετα με τη διάρκεια της διατάραξης των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων και τα αυξημένα κόστη των πρώτων υλών, παράγοντες οι οποίοι, εφόσον παραμείνουν για παρατεταμένη περίοδο, ενδέχεται να ανακόψουν τους ρυθμούς της οικοδομικής δραστηριότητας και να περιορίσουν τις τρέχουσες κεφαλαιακές αποδόσεις της αγοράς ακινήτων».
Δυνατή χρονιά
Τις καλύτερες προοπτικές ανάμεσα στις αγορές ακινήτων της Ευρώπης για το 2022 παρουσιάζει η αγορά ακινήτων της Αθήνας, με βάση τις προβλέψεις για αξίες και ενοίκια, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της PwC και του Urban Land Institute (ULI), στην οποία η πόλη ανέβηκε 5 θέσεις.
Η απόδοση της αγοράς στην Ευρώπη αναμένεται να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο, τονίζει η έρευνα, η οποία προειδοποιεί, ωστόσο, ότι παραμένει η αβεβαιότητα λόγω πληθωρισμού και πιέσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού, ενώ αυξάνεται η ανάγκη για ενεργητική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων.
Στο πλαίσιο της επισκόπησης της αγοράς, 744 στελέχη, μεταξύ των οποίων είναι διαχειριστές ξένων επενδυτικών funds και επενδυτές ΑΕΕΑΠ, η Αθήνα ανέβηκε στην 23η θέση από την 28η πέρυσι, σε μια κατάταξη 31 πόλεων, καθώς η ελληνική πρωτεύουσα φαίνεται να βρίσκεται στην αρχή ενός ισχυρού ανοδικού κύκλου.
Σε μια δεύτερη αξιολόγηση της έρευνας που εξετάζει την προβλεπόμενη πορεία των αξιών και ενοικίων για το 2022, η Αθήνα βρίσκεται στην κορυφή της Ευρώπης, ακολουθούμενη από την Κοπεγχάγη, το Βερολίνο, το Αμβούργο και το Μόναχο στην πρώτη πεντάδα.