Επείγουσα έκκληση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή απηύθυναν οι ηγέτιδες εταιρείες του κλάδου ώστε να εργαστούν από κοινού για τον ορισμό των πυλώνων μετάβασης της χημικής βιομηχανίας της ΕΕ, προκειμένου να είναι βιώσιμες οι τεραστίου μεγέθους επενδύσεις που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας.
Στο πλαίσιο αυτό, το Πανευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικής Βιομηχανίας (Cefic) δημοσίευσε την πρώτη από μία σειρά μελετών, που διεξήχθη από την ανεξάρτητη συμβουλευτική εταιρεία οικονομικής έρευνας (Ricardo Energy & Environment), αναφορικά με τις οικονομικές και επιχειρηματικές επιπτώσεις της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για τη Βιωσιμότητα των Χημικών προϊόντων (CSS). Δεδομένα από περισσότερες από 100 ευρωπαϊκές εταιρείες χημικών θα αξιοποιηθούν ως στοιχεία με σκοπό να συνεισφέρουν στις αξιολογήσεις αντίκτυπου της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία (CLP) και του REACH, που συνιστούν τους πυλώνες της νομοθεσίας χημικών προϊόντων της ΕΕ.
Σύμφωνα με την μελέτη, έως και 12.000 ουσίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των δύο επικείμενων νομοθετικών προτάσεων - των αλλαγών στον Κανονισμό Ταξινόμησης, Συσκευασίας και Επισήμανσης (CLP) και της εφαρμογής μιας προσέγγισης γενικού κινδύνου (GRA). Η μελέτη διαπίστωσε ότι αυτές οι ουσίες θα μπορούσαν να καλύπτουν έως και το 43% του συνολικού κύκλου εργασιών της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας.
Μετά την εφαρμογή διαφορετικών συντελεστών στάθμισης με σκοπό να υπολογιστεί η αβεβαιότητα σχετικά με τους ορισμούς και τα κριτήρια στην CSS, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το χαρτοφυλάκιο που πιθανότερα θα επηρεαστεί θα αποτελεί έως και 28% του εκτιμώμενου κύκλου εργασιών του κλάδου.
Οι εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν ότι περίπου το ένα τρίτο του πιθανώς επηρεαζόμενου χαρτοφυλακίου της τάξης του 28% θα μπορούσε ενδεχομένως να υποκατασταθεί ή να ξανασχεδιαστεί η σύνθεσή του. Ωστόσο, η ικανότητα των εταιρειών να υποκαταστήσουν τα εν δυνάμει επηρεαζόμενα προϊόντα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις λεπτομέρειες των επερχόμενων κανονισμών, από το τι μπορεί να είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό και ιδιαίτερα από το πώς θα αντιδράσουν οι πελάτες στα υποκατάστατα ή στα αναθεωρημένης σύνθεσης προϊόντα. Οι τομείς που επηρεάζονται περισσότερο αναμένεται να είναι οι συγκολλητικές και σφραγιστικές ουσίες, τα χρώματα, τα προϊόντα καθαρισμού.
Ο πρόεδρος της Cefic Dr. Martin Brudermüller αναφερόμενος στην CSS τόνισε: «Η χημική βιομηχανία της ΕΕ υποστηρίζει τους στόχους της Στρατηγικής για τη Βιωσιμότητα των Χημικών προϊόντων, ενώ είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με την Επιτροπή και τα Κράτη Μέλη για να επιτύχουμε τους στόχους της πολιτικής, όπως ακριβώς εργαζόμαστε ήδη για την κλιματική μετάβαση του κλάδου μας. Τα αποτελέσματα της πρώτης από μία σειρά μελετών, δείχνουν ότι έχουμε μπροστά μας μια τεράστια πρόκληση. Για να μπορέσει η βιομηχανία να μεταμορφωθεί, χρειάζεται έναν οδικό χάρτη μετάβασης για τη χημική βιομηχανία. Καλώ τους Ευρωπαίους φορείς χάραξης πολιτικής και τις κυβερνήσεις των Κρατών Μελών της ΕΕ να συνεργαστούν μαζί μας και να μετατρέψουν την CSS σε μια γνήσια Στρατηγική Ανάπτυξης και Καινοτομίας».
Η οικονομική ανάλυση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη τις παρεκκλίσεις, ο καθαρός αντίκτυπος παραμένει σοβαρός. Ανεξάρτητα από το εξεταζόμενο σενάριο, o αντίκτυπος θα αντιπροσωπεύει μία καθαρή απώλεια αγοράς της τάξης τουλάχιστον 12% του χαρτοφυλακίου του κλάδου έως το 2040, σύμφωνα με τη μελέτη.
Δεδομένου ότι μόνο δύο από τα μέτρα που προτείνει η CSS έχουν αξιολογηθεί μέχρι στιγμής, ο σωρευτικός αντίκτυπος όλων των άλλων αλλαγών που προτείνονται από τη Στρατηγική θα είναι μεγαλύτερος. Η επίδραση που θα μπορούσαν να έχουν αυτές οι αλλαγές στις εξαγωγές χημικών στην ΕΕ δεν έχει εξεταστεί, γεγονός που θα μπορούσε να προστεθεί στον συνολικό αντίκτυπο.
«Ο ρόλος της χημικής βιομηχανίας είναι να προμηθεύει τους πελάτες της με ζωτικής σημασίας υλικά για την επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας. Η χημική βιομηχανία της ΕΕ είναι σημαντικός προμηθευτής όλων των μεταποιητικών βιομηχανιών καθώς και των βασικών και στρατηγικών αλυσίδων αξίας, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών προϊόντων, των ηλεκτρονικών, των μπαταριών EV, των δομικών υλικών. Οι προβλεπόμενες αλλαγές πολιτικής που θα προκύψουν από την CSS θα δημιουργήσουν επίσης μία σημαντική «αλυσιδωτή αντίδραση» σε πολλές αλυσίδες αξίας που βασίζονται στα χημικά προϊόντα» σχολίασε ο πρόεδρος της Cefic, Dr. Martin Brudermüller.
Η προτεινόμενη «οδός» μετάβασης θα πρέπει να περιλαμβάνει χρονοδιαγράμματα και μέτρα ώστε ο κλάδος να αναπτύξει υποκατάστατα και να επικεντρωθεί σε εκείνα τα προϊόντα, για τα οποία θα μπορούσαν να καταστούν πρώτα διαθέσιμα τα υποκατάστατα. Αυτό το σκεπτικό θα πρέπει να βασίζεται σε αποδεδειγμένες και καθιερωμένες προσεγγίσεις, όπως η εκτίμηση κινδύνου βάσει του REACH. Θα χρειαστούν κίνητρα για τη δημιουργία αγορών για αυτά τα νέα χημικά, σε συνδυασμό με τον διπλασιασμό των προσπαθειών για τoν έλεγχο εφαρμογής του κανονισμού REACH και της νομοθεσίας για την ασφάλεια των προϊόντων στον τομέα των εισαγωγών.
Το πακέτο αυτό θα πρέπει να συμπληρωθεί από ένα ισχυρό πρόγραμμα καινοτομίας για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη ασφαλών και βιώσιμων εναλλακτικών λύσεων σχεδιασμού. Τέλος, η «οδός» μετάβασης θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει τις άλλες τρεις μεταβάσεις που πρέπει να υποστεί η χημική βιομηχανία - την κλιματική ουδετερότητα, την ψηφιοποίηση και την κυκλικότητα.
«Η χημική βιομηχανία καθοδηγείται πάντα από την καινοτομία, το πάθος για τις νέες τεχνολογίες και το επιχειρηματικό πνεύμα. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποδεικνύουν ότι ενδέχεται να εμφανίζεται η ευκαιρία για μια προσπάθεια υποκατάστασης σε όλο το εύρος της βιομηχανίας, με σκοπό την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα των χημικών προϊόντων. Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις κατά μήκος της αλυσίδας αξίας θα μπορούσαν να το επιτύχουν υπό το τρέχον πλαίσιο. Η βιομηχανία χρειάζεται ένα προβλεπόμενο πλαίσιο ανάπτυξης για τις οικονομικές επενδύσεις των δύο επόμενων δεκαετιών. Για να ανταποκριθούμε στις πολλές προκλήσεις της Πράσινης Συμφωνίας, χρειαζόμαστε μια ισχυρή «οδό» μετάβασης για τη χημική βιομηχανία» επεσήμανε ο πρόεδρος της Cefic Dr. Martin Brudermüller.