Με τις τιμές του ρεύματος να βρίσκονται σε άνοδο και την ενεργειακή κρίση να προβληματίζει κυβέρνηση αλλά και καταναλωτές, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε συνέχεια των δράσεών της σε νευραλγικούς κλάδους της οικονομίας, και στο πλαίσιο της αποτελεσματικής expost εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας, ξεκίνησε αυτεπάγγελτη έρευνα στην αγορά της λιανικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες χαμηλής τάσης.
Όπως αναφέρει η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε προηγηθεί προπαρασκευαστική έρευνα και παρακολούθηση της αγοράς, με την ΕΑ να προχωρά σε μέτρα έρευνας σε δεκαοκτώ επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αγορά για τον εντοπισμό αντί-ανταγωνιστικών πρακτικών βάσει του ν. 3959/2011 και της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Σημειώνει επίσης ότι η διεξαγωγή μέτρων έρευνας δεν προδικάζει ότι οι επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων έχουν εμπλακεί σε αντί-ανταγωνιστική συμπεριφορά ούτε προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας.
Η ΕΑ σε συνεργασία με τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), η οποία είναι επιφορτισμένη με τον exante έλεγχο του ανταγωνισμού στον κλάδο ενέργειας, παρακολουθεί στενά τις αυξήσεις τιμών που σημειώνονται διεθνώς ως συνέπεια και της τρέχουσας πανδημίας, καθόσον οι αυξήσεις αυτές δύνανται να έχουν επιπτώσεις εντός της ελληνικής επικράτειας. Έχει δε συστήσει ομάδα εργασίας που απαρτίζεται από στελέχη της σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες από Πανεπιστήμια της αλλοδαπής και της ημεδαπής, όπως το Cambridge University, το University of East Anglia, καθώς και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών με σκοπό την στενή παρακολούθηση της αγοράς.
Το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται στην αγορά ρεύματος
Το νέο σκηνικό που έχει δημιουργηθεί στον ανταγωνισμό των παρόχων για τις τιμές των σταθερών τιμολογίων διαμορφώνεται στην αγορά μετά και τη μεγάλη αύξηση της χρέωσης για το σταθερό πρόγραμμα της ΔΕΗ που μειώνει την απόσταση ανάμεσα στον κυρίαρχο προμηθευτή της αγοράς και τους εναλλακτικούς παρόχους.
Υπενθυμίζουμε πως αντιδράσεις από τους προμηθευτές αλλά θετική ανταπόκριση από τους καταναλωτές είχαν προκαλέσει οι προτάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας για τη διαφάνεια στους λογαριασμούς ρεύματος, την τυποποίηση των σχετικών εντύπων και την κατηγοριοποίηση των τιμολογίων ανάλογα με το ρίσκο που ενσωματώνουν.
Οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι οι προτάσεις περιορίζουν τον ανταγωνισμό, δεν συμφωνούν με την κατηγοριοποίηση των τιμολογίων υποστηρίζοντας πχ ότι αν στο μέλλον πέσουν οι τιμές, τα σταθερά τιμολόγια που θεωρούνται τώρα χαμηλού ρίσκου θα επιβαρύνουν τους καταναλωτές ενώ σε κάθε περίπτωση ζητούν αναβολή της εφαρμογής των όποιων μέτρων υιοθετηθούν. Οι εκπρόσωποι των καταναλωτών συμφωνούν με τη φιλοσοφία των προτάσεων της Αρχής και ζητούν την επέκταση και την περαιτέρω ανάλυση του κόστους αλλά και του κινδύνου που αναλαμβάνουν.
Η ΔΕΗ διαφωνεί με την θέσπιση ορίου στη διακύμανση των τιμολογίων και τον χαρακτηρισμό των κυμαινόμενων τιμολογίων χωρίς όριο προσαύξησης ως υψηλού ρίσκου. «Διαφωνούμε, αναφέρει, με την ύπαρξη προκαθορισμένης κατηγοριοποίησης των τιμολογίων χαμηλής τάσης που θα οριοθετεί και το ύψος της ρήτρας αναπροσαρμογής, διότι αυτό ενάγεται ξεκάθαρα στην εμπορική πολιτική του προμηθευτή, αφού θέτει ανώτατο όριο οικονομικού κόστους στον προμηθευτή αφού θέτει ανώτατο όριο οικονομικού κόστους στον προμηθευτή, και στην ουσία η αγορά οδηγείται, με αυτά τα μέτρα, έμμεσα, σε ρύθμιση τιμολογίων».
Η Mytilineos θέτει ως κυρίαρχο πρόβλημα την ισχυρή θέση της ΔΕΗ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ζητώντας μεταξύ άλλων την πραγματοποίηση έρευνας και τον περιορισμό του μεριδίου της στο 40%. Αναφέρει ότι «παρά την πληθώρα των εναλλακτικών παρόχων, η οριζόντια κινητικότητα των πελατών και η αλλαγή εκπροσώπησης παραμένει φτωχή» καθώς και ότι παρά την αυξημένη συμμετοχή των ανεξάρτητων ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από τη δεσπόζουσα θέση της ΔΕΗ η οποία εκπροσωπεί το 77,8% του συνολικού αριθμού παροχών σε Χαμηλή και Μέση Τάση στο διασυνδεμένο σύστημα και άνω του 63% της συνολικής κατανάλωσης.
Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) ζητά να διατηρήσουν οι προμηθευτές ενέργειας τη δυνατότητα προσδιορισμού της μορφής και της δομής των δύο εντύπων (αίτησης προσφοράς και λογαριασμών). Ζητά επίσης «να απαλειφθούν οι όροι «μηδενικού κινδύνου», «οριοθετημένου κινδύνου», κτλ. και να διατηρηθούν μόνο οι χαρακτηρισμοί «σταθερά», «κυμαινόμενα» κτλ. οι οποίοι προσδιορίζουν με πληρότητα τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, δίχως να επιφέρουν αξιολογική εκτίμηση της ελκυστικότητας τους για τους καταναλωτές».
Η ΕΚΠΟΙΖΩ θεωρεί ότι οι προτάσεις της ΡΑΕ είναι στη σωστή κατεύθυνση και προστατεύουν τους καταναλωτές από αυθαίρετες, αδιαφανείς και καταχρηστικές πρακτικές. Ζητά ωστόσο περαιτέρω μέτρα καθώς όπως αναφέρει ο καταναλωτής αδυνατεί να συγκρίνει τα τιμολόγια του ανταγωνισμού «με περαιτέρω συνέπεια τις παραπλανητικές πρακτικές από τους προμηθευτές, οι οποίοι πλέον διαφημίζουν τιμολόγια που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική χρέωση προμήθειας, αφού υπόκεινται σε αναπροσαρμογή».