Αναταραχή έχει ξεσπάσει στην αγορά λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς η ΔΕΗ προσφέρει στους καταναλωτές προϊόντα σταθερής χρέωσης (χωρίς ρήτρα αναπροσαρμογής) σε τιμή... ευκαιρίας και προσελκύει πελάτες εις βάρος των εναλλακτικών παρόχων, οι οποίοι καταγγέλλουν στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ότι το πρώην μονοπώλιο, που εξακολουθεί να κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, αξιοποιεί με αθέμιτο τρόπο τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα που έχει για να κατεβάσει τις τιμές σε επίπεδα που είναι αδύνατο να πλησιάσει οποιαδήποτε άλλη εταιρεία.
Στην αγορά ενέργειας είναι διάχυτη η ανησυχία για δημιουργία στρεβλώσεων και βήματα οπισθοδρόμησης στην πορεία απελεύθερωσης και εμπέδωσης του υγιούς ανταγωνισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΕΗ, που έχει εδώ και χρόνια αναλάβει υποχρέωση μείωσης των μεριδίων της στην αγορά, εξακολουθεί να κατέχει μερίδιο κοντά στο 80% (77%) στη χαμηλή και μέση τάση, δηλαδή στις συνδέσεις των απλών καταναλωτών και των επιχειρήσεων εκτός μεγάλων καταναλωτών ενέργειας, και με τις πρακτικές που ακολουθεί με τις συμβάσεις σταθερής χρέωσης προσελκύει πελάτες από τους εναλλακτικούς παρόχους, με αποτέλεσμα να αναμένεται σταθεροποίηση του μεριδίου της στη συνολική αγορά της χαμηλής και μέσης τάσης, ή ακόμη και αύξηση αυτή την περίοδο, όπου η ενεργειακή κρίση στρέφει όλο και περισσότερο του καταναλωτές στα σταθερά τιμολόγια.
Το προϊόν σταθερής χρέωσης της ΔΕΗ έχει βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής από την αγορά, δημιουργώντας προβληματισμό και στη ΡΑΕ, καθώς δίνει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να «κλειδώσουν» για δύο έτη τιμή 0,105 ευρώ/kWh στις ημερήσιες χρεώσεις, που είναι έξω από κάθε όριο... αντοχής των υπολοίπων προμηθευτών, καθετοποιημένων και μη, οι οποίοι έχουν πολύ υψηλότερο κόστος από τη ΔΕΗ και προσφέρουν, αντίστοιχα, πολύ υψηλότερες χρεώσεις για τις συμβάσεις σταθερής χρέωσης.
Είναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με υπολογισμούς που γίνονται από παρόχους, για το 2022 το δικό τους κόστος για το ρεύμα είναι σχεδόν 67% υψηλότερο από την τιμολόγηση των 0,105 ευρώ που γίνεται από τη ΔΕΗ, χωρίς να υπολογίζονται τα εμπορικά κόστη και το κέρδος τους. Με αυτά τα δεδομένα, ουσιαστικά η ΔΕΗ «σπάει» την αγορά, όπως υποστηρίζουν οι πάροχοι, και «παίζει» πλέον εκτός συναγωνισμού, αφήνοντας σε δυσμενή θέση τους εναλλακτικούς παρόχους.
Πώς, όμως, καταφέρνει η ΔΕΗ να προσφέρει αυτές τις τιμές ευκαιρίας για τις σταθερές συνδέσεις; Οι πάροχοι αποδίδουν την εξαιρετικά ισχυρή θέση της επιχείρησης σε αυτή την κατηγορία συνδέσεων σε πλεονεκτήματα που μόνο η ΔΕΗ έχει εκ του ιστορικού της ρόλου ως κρατικού μονοπωλίου στην ενέργεια. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι η ΔΕΗ έχει αποκλειστική πρόσβαση στην υδροηλεκτρική παραγωγή, κάτι που της δίνει μια μοναδική ευελιξία, ιδιαίτερα σε συγκυρίες όπως η παρούσα, όπου η τιμή του φυσικού αερίου έχει εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα. Έτσι, η ΔΕΗ μπορεί να κοστολογεί με ευελιξία τα τιμολόγια σταθερής σύνδεσης, έχοντας μικρότερο κίνδυνο να εγγράψει ζημιές από τις υψηλές τιμές του αερίου, αφού μπορεί να επιστρατεύει τα υδροηλεκτρικά της για να έχει παραγωγή με ελάχιστο κόστος.
Παράλληλα, οι πάροχοι αφήνουν υπαινιγμούς και για την πολιτική που ακολουθεί η ΔΕΗ σε ό,τι αφορά την εξόφληση των οφειλών της στους διαχειριστές του συστήματος, σημειώνοντας ότι όσοι πληρώνουν με συνέπεια αυτές τις οφειλές βρίσκονται σε δυσμενή θέση έναντι της ΔΕΗ.
Παράλληλα, οι εναλλακτικοί πάροχοι σημειώνουν ότι η έμφαση που δίνει η ΔΕΗ στο σταθερό τιμολόγιο, ιδιαίτερα αν συνδυασθεί και με τα σχέδια της ΡΑΕ για διάκριση αυτής της κατηγορίας τιμολογίων ως «χαμηλού κινδύνου» μπορεί να λειτουργήσει παραπλανητικά για τους καταναλωτές, οι οποίοι μπορεί να δώσουν αποκλειστικά προτεραιότητα στην αποφυγή διακυμάνσεων στις μελλοντικές χρεώσεις, αλλά τελικά να βγουν ζημιωμένοι, σε σχέση με μια επιλογή κυμαινόμενων τιμολογίων.
Για παράδειγμα, τα περισσότερα προϊόντα με ρήτρα αναπροσαρμογής που προσφέρουν οι εναλλακτικοί πάροχοι ενσωματώνουν μεγάλη έκπτωση, κοντά στο 50%, για την έγκαιρη εξόφληση λογαριασμών. Αυτή η έκπτωση κατά κανόνα εξουδετερώνει τις όποιες επιβαρύνσεις από τις ρήτρες αναπροσαρμογής και οδηγεί σε τελικές χρεώσεις χαμηλότερες από ένα προϊόν σταθερής χρέωσης, ακόμη και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει αυτό της ΔΕΗ. Όμως, αν οι καταναλωτές στραφούν αποκλειστικά στα προϊόντα σταθερής χρέωσης για να αποφύγουν τη μεταβλητότητα, μπορεί τελικά να μην κάνουν αυτούς τους υπολογισμούς και να βγουν ζημιωμένοι.
Έρευνες σε Αθήνα και Βρυξέλλες
Σύμφωνα με πληροφορίες (μεταδόθηκαν από το energypress.gr), η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει αρχίσει έρευνα για την αγορά λιανικής στο ρεύμα. Σε πρώτη φάση, η Επιτροπή, που βρίσκεται σε συνεργασία με τη ΡΑΕ, έχοντας συνάψει σχετική συμφωνία, θα χαρτογραφήσει την αγορά, ώστε, σε επόμενο στάδιο, να ελέγξει αν υπάρχουν παραβιάσεις του άρθρου 2 του νόμου για τον ανταγωνισμό, δηλαδή παραβάσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης. Η Επιτροπή εξετάζει και τις αιτιάσεις που έχουν γίνει από παρόχους στο πλαίσιο της διαβούλευσης της ΡΑΕ για τα τιμολόγια. Εκπρόσωπος της ΔΕΗ ανέφερε στο BusinessDaily ότι η επιχείρηση δεν έχει ενημερωθεί σχετικά με την έρευνα της Επιτροπής.
Σημειώνεται ότι η ΔΕΗ αντιμετωπίζει και την παράλληλη έρευνα της Κομισιόν που άνοιξε τον Μάιο για παραβάσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης στην αγορά της χονδρικής. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η έρευνα προχωρά και τα αποτελέσματα θα πρέπει να αναμένονται στις αρχές του επόμενου έτους. Όπως έχει δηλώσει σχετικά η επίτροπος Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, αντιπρόεδρος της Κομισιόν:
- Η ΔΕΗ είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας λιανικής και χονδρικής στην Ελλάδα. Η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι η ΔΕΗ, με τη συμπεριφορά της κατά την υποβολή προσφορών, ενδέχεται να περιόρισε τον ανταγωνισμό στις ελληνικές αγορές χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, λαμβανομένης υπόψη της θέσης της ΔΕΗ τόσο σε επίπεδο χονδρικής όσο και λιανικής, ενδέχεται να έχει υιοθετήσει επιθετικές στρατηγικές υποβολής προσφορών που εμποδίζουν την ικανότητα των ανταγωνιστών της ΔΕΗ να συμμετέχουν στον ανταγωνισμό στις αγορές χονδρικής και στις σχετικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας.
- Εάν αποδειχθεί, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να συνιστά επιθετική πρακτική αποκλεισμού, η οποία παραβιάζει τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά (άρθρο 102 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης).