Ανησυχία προκαλεί στο οικονομικό επιτελείο η σοβαρή εμπλοκή που έχει σημειωθεί στο σχέδιο κρατικών εγγυήσεων «Ηρακλής», μετά την αιφνίδια απαίτηση της Eurostat να βαρύνουν το δημόσιο χρέος οι εγγυήσεις που έχουν παρασχεθεί από την Ελληνική Δημοκρατία στις τράπεζες για τις τιτλοποιήσεις «κόκκινων» δανείων.
Επιτελείο της Eurostat εξετάζει εδώ και πολλούς μήνες την πρώτη συναλλαγή που έχει ολοκληρωθεί, το project Cairo, και σύμφωνα με πληροφορίες του Business Daily έχει εγείρει σοβαρές αιτιάσεις σε δυο πεδία: το κατά πόσο ήταν επαρκής η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη συναλλαγή, θεωρώντας ότι είναι πολύ μικρή η ιδιωτική συμμετοχή, και, το δεύτερο, η απόδοση της τιτλοποίησης, δηλαδή οι ανακτήσεις δανείων, που υστερούν σε σχέση με τους στόχους του business plan. Οι τεχνοκράτες της Eurostat θεωρούν ότι τα δυο αυτά προβλήματα υπαγορεύουν την καταγραφή των εγγυήσεων που έχει δώσει η Ελληνική Δημοκρατία στο δημόσιο χρέος.
Πρόκειται για συνολικές εγγυήσεις ύψους 23 δισ. ευρώ και μια ενδεχόμενη ενσωμάτωσής του στο χρέος θα οδηγούσε σε μεγάλη αύξηση του δημοσίου χρέους που στο τέλος Ιουνίου διαμορφώνονταν στα 387 δις. ευρώ. Εάν αυτό επιβεβαιωθεί, η λογιστική διόγκωση του χρέους ενδέχεται να έχει επίδραση στην επικείμενη ανάλυση βιωσιμότητας, που θα γίνει στο πλαίσιο της 12ης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας, όπως και στην αξιολόγηση της χώρας από τους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Το ζήτημα έχει προκαλέσει συναγερμό στην κυβέρνηση, καθώς θεωρούνταν ότι το σχέδιο Ηρακλής, που είχε επεξεργαστεί και διαπραγματευτεί με τους εταίρους ο πρώην υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός, δεν θα επιβάρυνε το δημόσιο χρέος και δεν υπήρχε κίνδυνος κατάπτωσης των κρατικών εγγυήσεων. Αρχικά κυβερνητικές πηγές προσπάθησαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, σημειώνοντας ότι πρόκειται για τυπικό ζήτημα που θα διευθετούνταν γρήγορα, κάτι που δεν φαίνεται να έχει σχέση με την πραγματικότητα.
Χαρακτηριστική ήταν η στάση του υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, στη Βουλή την προηγούμενη εβδομάδα όπου απέφυγε να δώσει διαβεβαιώσεις στα κόμματα ότι οι εγγυήσεις του Ηρακλή δεν θα βαρύνουν το χρέος, παρά τις σχετικές πιέσεις από εκπροσώπους κομμάτων.
Σημειώνεται ότι η εμπλοκή δεν επηρεάζει τις τιτλοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί ούτε τις τράπεζες, παρά μόνο έμμεσα, δημιουργώντας κακό κλίμα για την εγχώρια αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Τι υποστηρίζει η κυβέρνηση
Σε εξέλιξη βρίσκεται διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με την συμμετοχή της ΕΛΣΤΑΤ, του ΟΔΔΗΧ και της ΤτΕ για την κάμψη των αιτιάσεων της Eurostat. Βασικό επιχείρημα της ελληνικής πλευράς είναι ότι από τη στιγμή που η DG Comp έδωσε το «πράσινο φως» στο σχέδιο «Ηρακλής», θεωρώντας ότι περνά το αποκαλούμενο market test, δεν μπορεί σήμερα η Eurostat να το αμφισβητεί.
Επιπλέον, σημειώνουν ότι δεν είναι δυνατό η Eurostat να ακολουθεί δύο μέτρα και δύο σταθμά μεταξύ των χωρών – μελών επιβαρύνοντας την Ελλάδα με τις εγγυήσεις, αν και δεν έχουν καταπέσει, τι στιγμή που στην Ιταλία δεν έχει τεθεί ανάλογο θέμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες τις προηγούμενες ημέρες η ελληνική πλευρά απέστειλε στο επιτελείο της Eurostat κείμενο με παρατηρήσεις και θέσεις για το θέμα και εκφράζεται συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η τελική λύση δεν θα οδηγήσει σε άμεση επιβάρυνση του χρέους με τις εγγυήσεις του Ηρακλή.
Η Ελλάδα... δεν είναι Ιταλία
Από την άλλη, ωστόσο, πολλές πλευρές που παρακολουθούν στενά την υπόθεση επισημαίνουν τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει τις περιπτώσεις Ιταλίας – Ελλάδας. Οι αντίστοιχες συναλλαγές, που έχουν πραγματοποιηθεί μέσω του ιταλικού προγράμματος εγγυήσεων, είχαν εξασφαλίσει ικανοποιητικές πιστοληπτικές αξιολογήσεις από δύο οίκους έναντι μιας που προβλέπει το ελληνικό σχέδιο. Επιπλέον, το ιταλικό σχέδιο προβλέπει την τακτική επανεκτίμηση της αξιολόγησης των τιτλοποιήσεων, προκειμένου να αποτυπώνονται οι αλλαγές στις συνθήκες της αγοράς, κάτι που το ελληνικό σχέδιο δεν προβλέπει.
Επιπρόσθετα η ιδιωτική συμμετοχή στις αντίστοιχες ιταλικές συναλλαγές ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη μη δημιουργώντας ζήτημα ιδιωτικής συμμετοχής όπως έχει γίνει στην Ελλάδα. Τέλος, η Ιταλία είναι χώρα που βρίσκεται σε αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας κάτι που διευκολύνει δραστικά τις σχετικές συναλλαγές. Αναλυτές επισημαίνουν ότι η χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας (παραμένει ακόμα και σήμερα δυο βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα) ήταν αυτή που επέβαλε σειρά «εκπτώσεων» στο ελληνικό σχέδιο (για τις αξιολογήσεις, την συμμετοχή ιδιωτών κλπ), και αυξημένες κρατικές εγγυήσεις, καθώς σε διαφορετική περίπτωση είναι αμφίβολο αν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν τέτοιου μεγέθους συναλλαγές.
Μεγάλο προβληματισμό προκαλεί η μεγάλη απόκλιση μεταξύ στόχων και αποτελεσμάτων από τις ανακτήσεις δανείων που πραγματοποιούν οι servicers, κάτι που επίσης δεν έχει συμβεί σε τέτοιο βαθμό στην Ιταλία. Στον εκτροχιασμό των business plan των servicers στις ανακτήσεις δανείων συνέβαλε καθοριστικά το παρατεταμένο κλείσιμο των δικαστηρίων και το οριζόντιο πάγωμα των πλειστηριασμών για πολύ μεγάλο διάστημα.
Ήδη, από την περασμένη άνοιξη οι εταιρείες διαχείρισης προειδοποιούσαν την κυβέρνηση για σοβαρές παρενέργειες: «Το παρατεταμένο πάγωμα των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης έχει ήδη πλήξει σοβαρά το ρυθμό με τον οποίο επιτυγχάνονται ρυθμίσεις και συναινετικές διευθετήσεις. Έτσι, όμως, ξεκινά ένα ντόμινο παρενεργειών στην οικονομία. Τα σχέδια των τραπεζών για μείωση του αποθέματος ΜΕΔ καθυστερούν, και μαζί τους η πλήρης αποκατάσταση της δυνατότητάς τους να χρηματοδοτούν την οικονομία – τώρα ακριβώς που πρέπει να στηριχτεί η ανάκαμψη.
Εάν υπάρξει περαιτέρω επιδείνωση, αυξάνει ο συντελεστής ρίσκου και για τις τιτλοποιήσεις που έχει εγγυηθεί το Δημόσιο, δηλαδή ο Έλληνας φορολογούμενος, μέσω του προγράμματος Ηρακλής. Οι σχεδιασμοί των επενδυτών δυσχεραίνονται με αντίστοιχη επίπτωση στις αποτιμήσεις των νέων τιτλοποιήσεων – δηλαδή των ποσών που θα επενδύσουν στη χώρα ξένοι επενδυτές για να αποκτήσουν τα αντίστοιχα χαρτοφυλάκια», τόνιζαν τον Μάρτιο 2021.
Τέλος, φαίνεται ότι υπήρξε σειρά κακών χειρισμών του πρώην υφυπουργού Οικονομικών, ο οποίος εστίασε αποκλειστικά στις διαπραγματεύσεις με της DG Comp, θεωρώντας ότι μια συμφωνία με την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού θα ήταν αρκετή. Φαίνεται ότι ο πρώην υφυπουργός είχε περιορισμένη αντίληψη για την πολυπλοκότητα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και των εξουσιών των επιμέρους θεσμών, παραλείποντας να πραγματοποιήσει απαραίτητες διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Eurostat κ.α. Υπενθυμίζεται ότι σοβαρά ζητήματα για το σχέδιο Ηρακλής είχε θέσει και η ΕΚΤ τα οποία ξεπεράστηκαν με την ελαστικοποίηση των κανόνων λόγω πανδημίας.