Αβέβαιες φαίνεται ότι είναι οι προοπτικές των ερευνών για υδρογονάνθρακες στη χώρα μας, με μεγάλους παίκτες να κάνουν πίσω από τις έρευνες στα χερσαία οικόπεδα, ενώ παράλληλα και οι πρόσφατες δηλώσεις Δένδια επέτειναν τη γενικότερη ανασφάλεια στις off shore έρευνες ανοιχτά της Κρήτης.
Ειδικότερα, μετά την πρόσφατη αποχώρηση της Repsol από δύο οικόπεδα, τώρα και τα ΕΛ.ΠΕ φαίνονται πρόθυμα όχι απλώς για αλλαγές πλάνου αλλά και ακόμη και για αποεπένδυση. Η διοίκηση εξετάζει την αποχώρηση από δύο χερσαία οικόπεδα στις περιοχές «Άρτα-Πρέβεζα» και «Β.Δ. Πελοπόννησος», όπου ο όμιλος είναι ο αποκλειστικός μισθωτής, καθώς και από ένα θαλάσσιο οικόπεδο Δυτικά του Πατραϊκού Κόλπου, όπου έχει το 50%. Ο όμιλος φέρεται να είναι δυσαρεστημένος από τις καθυστερήσεις των ερευνών από το Δημόσιο και να εκφράζει ανησυχία για τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών.
Ο όμιλος έχει παρουσία και σε άλλα οικόπεδα («Κυπαρισσιακός Κόλπος-περιοχή 10, Ιόνιο», Δυτικά και Βορειοδυτικά της Κρήτης και «μπλοκ 2», Δυτικά της Κέρκυρας) και μέχρι στιγμής δεν εξετάζεται η αποχώρηση και από αυτά, ωστόσο οι επόμενοι μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι για την πορεία του ομίλου στις έρευνες για υδρογονάνθρακες.
Άλλη αρνητική είδηση για το σχέδιο εξόρυξης υδρογονανθράκων ήρθε πριν από λίγους μήνες και αφορά στην αποχώρηση της Repsol από το block της Αιτωλοακαρνανίας και των Ιωαννίνων αφήνοντας ερωτηματικό για τις κινήσεις της στο μπλοκ του Ιονίου. Η Energean, από την άλλη πλευρά, δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στο πρόγραμμα ερευνών παραμένοντας σε Αιτωλοακαρνανία και Ιωάννινα και αναζητώντας νέο συνέταιρο εκεί μετά και από την τελευταία παράταση που πήρε στις αρχές του μήνα για ένα εξάμηνο, ως τις 3 Οκτωβρίου 2021 ώστε να ολοκληρώσει την πρώτη φάση του βασικού σταδίου ερευνών.
Σε δύσκολη θέση βρίσκεται και η αμερικανική ExxonΜobil που συμμετέχει στην κοινοπραξία με τα ΕΛΠΕ, αφήνοντας ερωτηματικά για το αν θα μπορούσαν να προχωρήσουν οι έρευνες σε αυτό το οικονομικό κλίμα. Η ExxonMobil προχώρησε σε μεγάλη απομείωση περιουσιακών στοιχείων της και προχωράει σε δραστικές μειώσεις και στις κεφαλαιακές δαπάνες έως και το 2025. Οι συνολικές ζημιές το 2020 ξεπέρασαν τα 22 δισ. δολάρια.
Η πανδημία έφερε τα πάνω - κάτω στις έρευνες για υδρογονάνθρακες παγκοσμίως καθώς από τη μία οι τιμές του πετρελαίου δέχτηκαν μεγάλες πιέσεις, ενώ επίσης πολλές εταιρείες αλλά και κράτη έκαναν τη στροφή σε πράσινες επενδύσεις, επιδιώκοντας να αλλάξουν το ενεργειακό τους μείγμα με μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ. Ειδικά στην Ευρώπη, οι στόχοι που έχει θέσει η Ε.Ε. για τη μετάβαση στην «πράσινη» ενέργεια δημιουργούν αμφιβολίες για τη στήριξη που μπορούν να έχουν projects φυσικού αερίου.
Ειδικά στη χώρα μας ωστόσο, εκτός από τα παραπάνω η αγορά φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα από τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις αλλά και τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών που δημιουργούν μεγάλο προβληματισμό στους επενδυτές.
Ερωτηματικά για τις έρευνες ανοιχτά της Κρήτης
Πρόσθετα ερωτήματα δημιούργησε και η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια σε συνέντευξή του στο Arab News όπου ανέφερε ότι «η Ελλάδα δεν πρόκειται να αρχίσει να σκάβει στον βυθό της Μεσογείου για να βρει αέριο και πετρέλαιο. Χρειαζόμαστε 10 με 20 χρόνια για να το βρούμε και να το εκμεταλλευτούμε. Η Ελλάδα δεν σχεδιάζει στο άμεσο μέλλον να γίνει χώρα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου».
Δήλωση που προκάλεσε κλίμα ανασφάλειας στην αγορά, ενώ προσωρινά και μέχρι να γίνουν διευκρινίσεις από το ΥΠΕΞ, προκλήθηκε σύγχυση και στην κυβέρνηση, καθώς για τις δηλώσεις Δένδια δεν υπήρχε προηγούμενη συνεννόηση με συναρμόδια υπουργεία.
Αρκετοί ερμήνευσαν τις δηλώσεις Δένδια ως πρόθεση της χώρας να κάνει «πίσω» από τις έρευνες για πετρέλαια στις περιοχές στην Κρήτη, καθώς η Τουρκία τις αμφισβητεί, μέσω του παράνομου μνημονίου με τη Λιβύη. Το ΥΠΕΞ στη συνέχεια βέβαια προχώρησε σε ερμηνευτική δήλωση διευκρινίζοντας ότι οι δηλώσεις αυτές δεν αφορούν το υπάρχον ενεργειακό πρόγραμμα της χώρας, ότι οι απόψεις του υπουργού για την πράσινη ενέργεια και την αειφόρο ανάπτυξη είναι γνωστές και ότι η παγκόσμια τάση τείνει προς την κατεύθυνση της προστασίας του περιβάλλοντος, της πράσινης ενέργειας και των ΑΠΕ. Ωστόσο το κλίμα είχε ήδη δημιουργηθεί.
Ενθαρρυντικά μηνύματα έρχονται, πάντως, σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία από την πλευρά της γαλλικής Total. Η εταιρεία, αν και κατέγραψε μεγάλες ζημιές το 2020, δεν σκοπεύει να αλλάξει το πρόγραμμα έρευνας υδρογονανθράκων στα δύο θαλάσσια οικόπεδα δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης και η έναρξη των σεισμικών ερευνών τοποθετείται στα τέλη της φετινής χρονιάς ή στην αρχή του 2022. Μάλιστα πληροφορίες θέλουν υψηλόβαθμα στελέχη της εταιρείας να προγραμματίζουν επίσκεψη στη χώρα μας μέσα στους επόμενους μήνες.
Το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης, στην Ετήσια Έκθεση του για το 2020, αναδεικνύει τη διπλωματική διάσταση των ερευνών για υδρογονάνθρακες. Όπως σημειώνει, η διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας περνάει από την πιθανή ύπαρξη μεγάλων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, προσθέτοντας επιπλέον επιχειρήματα στο τραπέζι της εκάστοτε εθνικής διαπραγμάτευσης με άμεσο θετικό οικονομικό αντίκτυπο. Τα οφέλη από μια μείωση της ενεργειακής εξάρτησης συνολικά είναι πολλαπλά, αφού η όλη διαδικασία προϋποθέτει αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων και δημιουργία πολλών νέων θέσεων απασχόλησης, ενώ νομοτελειακά οδηγεί σε μείωση του ιδιαίτερα υψηλού σήμερα ενεργειακού κόστους.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση, «οι εργασίες έρευνας υδρογονανθράκων θα είναι αποφασιστικής σημασίας τα επόμενα χρόνια, καθώς η χώρα μας οδεύει προς την πλήρη απολιγνιτοποίηση το 2028. Καθώς θα αυξάνεται η χρήση του φυσικού αερίου, με την παράλληλη απόσυρση του εγχώριου λιγνίτη, η ανεύρεση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων καθίσταται επιτακτική. Επομένως, η Ελλάδα θα πρέπει μέσα στα επόμενα χρόνια να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια παραγωγής υδρογονανθράκων, ώστε να μπορέσει σταδιακά να καλύψει μερίδιο της συνολικής ενεργειακής της κατανάλωσης».