«Γέφυρα» ανάμεσα στα ορυκτά καύσιμα και στην «καθαρή» παραγωγή ενέργειας θα αποτελέσει το φυσικό αέριο, στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει στόχο να εκμηδενίσει τους ρύπους που προκαλούν την κλιματική αλλαγή ως το 2050. Η Ελλάδα, λόγω της θέσης της στην ανατολική Μεσόγειο και της πιθανής ύπαρξης κοιτασμάτων φυσικού αερίου στο γεωγραφικό της χώρο θα έχει καίριο ρόλο σε αυτή τη μεταβατική περίοδο.
Η επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί ένα από τα βασικότερα ζητήματα που απασχολούν τον πλανήτη καθώς η άνοδος της μέσης θερμοκρασίας προβληματίζει επιστήμονες και κυβερνήσεις που αναζητούν τρόπους για να σωθεί η παρτίδα, ενώ εντείνεται η προσπάθεια ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των εναλλακτικών του πετρελαίου.
Η μέση παγκόσμια θερμοκρασία έχει ήδη αυξηθεί κατά 1°C σε σχέση με τα επίπεδα πριν την βιομηχανική περίοδο, ενώ σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος αναφέρουν πως μέχρι το 2100 η αύξηση της θερμοκρασίας θα φτάσει τους 3.0 – 4.0°C , ενώ η Συμφωνία του Παρισιού στοχεύει αυτά τα επίπεδα να διατηρηθούν κάτω 1.5 – 2.0°C. Παρόλα αυτά σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, οι πιθανότητες να επιτευχθούν οι στόχοι είναι μόλις 50% ακόμα και αν κατάφερουμε να επιτύχουμε μηδενικούς ρύπους σε παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το 2050.
Οι αλλαγές που θα συμβούν τα επόμενα χρόνια στον τομέα της ενέργειας αναμένεται να είναι πρωτόγνωρες καθώς η πλήρης απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών, σε συνδυασμό με την ανάγκη για εξοικονόμηση ενέργειας, έξυπνα δίκτυα και αποθήκευση θα συνθέτουν την εικόνα του μέλλοντος για ένα βιώσιμο ενεργειακό τομέα.
Την ίδια στιγμή η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα βον ντερ Λέιεν έχει θέσει σαν προτεραιότητα η Ευρώπη να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος μέχρι το 2050, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώνει πως η Ελλάδα θα προχωρήσει στην πλήρη απολιγνιτοποίησή της μέχρι το 2028.
Πρόσφατη μελέτη της Eurelectric (Ευρωπαϊκή Ένωση των Βιομηχανιών του Ηλεκτρικού Τομέα) προσδιόρισε στα 100 δισ ευρώ το κόστος για μηδενικούς ρύπους στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2040. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) οι επενδύσεις μέχρι το 2030 για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας υπολογίζονται τουλάχιστον στα 35 δισ ευρώ.
Ο ρόλος του φυσικού αερίου
Οι ΑΠΕ στην Ελλάδα αναμένεται να έχουν ένα μερίδιο στην αγορά που θα φτάσει και θα ξεπερνάει το 30%, όμως το υπόλοιπο 70% του ενεργειακού μίγματος που θα υπάρξει είναι αυτό που βρίσκεται στο επίκεντρο. Το φυσικό αέριο βρίσκεται όλο και περισσότερο στις συζητήσεις ως μεταβατικό καύσιμο καθώς οι ανταγωνιστικές τιμές του αναμένεται να το κάνουν ακόμα πιο θελκτικό, ενώ αυξάνεται και η χρήση του από τις βιομηχανίες και είναι λιγότερο ρυπογόνο από το πετρέλαιο.
Η Ε.Ε. απο την πλευρά της, «πιστεύει έντονα στο φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου και αποτελεί σθεναρό υποστηρικτή εδώ και χρόνια» όπως είχε σημειώσει και η Αν Σαρλότ Μπουρνοβίλ, επικεφαλής της μονάδας διεθνών σχέσεων και διεύρυνσης της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο συνέδριο με τίτλο «Από τη Βόρεια θάλασσα μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο: Συνεργασία για μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων των υδρογονανθράκων».
Όπως τόνισε η κα Μπουρνοβίλ, οι ανακαλύψεις στην περιοχή της Μεσογείου, δημιουργούν ευκαιρίες για τις χώρες της περιοχής και μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για την περιφερειακή συνεργασία ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων που μπορεί να διαθέτουν. «Εκτιμούμε ιδιαίτερα την παραγωγή φυσικού αερίου στην περιοχή ως μια μελλοντική νέα πηγή προμήθειας, η οποία θα δώσει μια πολύτιμη συνεισφορά στην ενεργειακή ασφάλεια και την πολιτική διαφοροποίησης» της ΕΕ, ανέφερε και συμπλήρωσε πως η ΕΕ εκτιμά ότι περιορισμένες ποσότητες θα διατεθούν για εξαγωγή μέχρι το 2025, ενώ αυτές θα αυξηθούν μετά το 2030, αλλά θα χρειαστούν σημαντικές ερευνητικές δραστηριότητες.
Η ευκαιρία της Ελλάδας
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την αγορά ενέργειας καθώς η σημαντική της γεωπολιτική θέση δημιουργεί κρίσιμα ζητήματα για τον δρόμο που θα ακολουθήσει η χώρα. Κατά τη διάρκεια του workshop που διοργάνωσε ο Κύκλος Ιδεών, μια πρωτοβουλία του Ευάγγελου Βενιζέλου, για τις έρευνες για τους υδρογονάνθρακες στις ελληνικές θάλασσες, έγινε αναφορά και για την πιθανότητα ύπαρξης ενός τεράστιου υποθαλάσσιου κοιτάσματος κοντά στη Κρήτη, που αποκάλυψαν οι σεισμικές έρευνες των ΕΛΠΕ και είναι πιθανό να μοιάζει με το κοίτασμα Ζορ που ανακαλύφθηκε στην ΑΟΖ της Αιγύπτου το 2015 και άλλαξε τα δεδομένα στην περιοχή. Αν βρεθεί αυτό το κοίτασμα, θα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της χώρας για τα επόμενα 70 χρόνια.
Τα ΕΛΠΕ, σε κοινοπραξία με την Exxon και την Total, προγραμματίζουν γεωτρήσεις για να διαπιστωθεί αν υπάρχει εμπορικά εκμεταλλεύσιμο κοίτασμα, καθώς η ανάλυση των δεδομένων που υπάρχουν μέχρι στιγμής κάνει λόγο για 280 δισ. κ.μ. αερίου, αναβαθμίζοντας ακόμα περισσότερο τις ενεργειακές προοπτικές της Ελλάδας που μπορεί να μετατραπεί σε μεγάλο παίκτη της αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη.
Με τις εξελίξεις να είναι ταχύτατες, η Ελλάδα έχει μια εξαιρετική ευκαιρία να αντλήσει σημαντικά οφέλη καθώς ο ενεργειακός πλούτος της Αν. Μεσογείου αναβαθμίζει την γεωστρατηγική θέση της χώρας και μπορεί να κερδίσει ακόμα περισσότερα έναντι της Τουρκίας και να ανατρέψει το καθεστώς στασιμότητας που παρατηρείται στις έρευνες σε θαλάσσιες περιοχές που παραμένουν «ανοιχτές» από το 1974.
Τα επόμενα χρόνια αναμένεται να είναι κρίσιμα για την ενεργειακή πορεία της χώρας καθώς θα πρέπει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που έρχονται και την επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής. Θα πρέπει να αποδειχθεί αν οι κυβερνήσεις θα μείνουν στα λόγια ή θα προχωρήσουν με δράσεις και πρωτοβουλίες που θα μπορούν να ενισχύσουν την ενεργειακή θέση της χώρας, και να ξεφύγει η Ελλάδα από την θέση του «παρατηρητή» που ήταν όλα αυτά τα χρόνια και να γίνει επιτέλους «παίκτης».